Translate

18˚1.566’ S   163˚12.694’ W  
Palmerston, Cook Islands
South Pacific Ocean
Τρίτη 23/7/2019
 
06.30 –«Palmerston, Palmerston, this is sail yacht Filizi, over”.
Μιλάμε στο κανάλι 16 του VHF. Η απάντηση έρχεται αμέσως, η  βρετανική προφορά της φωνής μας ξαφνιάζει.
-«Welcome Filizi. A boat will come to meet you on the north of the main island.” Βρισκόμαστε πέντε μίλια απ’ το νησί.  Ο άνεμος έχει γυρίσει νότιος και κατευθυνόμαστε προς το νησί χωρίς να αλλάξουμε  τα πανιά! Η τακτική του καπετάνιου  μου δούλεψε σωστά.

07.00 –«LAND HO!». Τα χαμηλά νησάκια της ατόλης διακρίνονται αμυδρά στο λυκόφως.
08.00 Μετά από επτά μερόνυχτα ονειρεμένο ταξίδι  640 ναυτικών μιλίων +200 ΝΜ λόγω  του καιρού, φτάνουμε στο μικροσκοπικό Palmerston, για το οποίο έχουμε ακούσει και διαβάσει τόσα. Το αίσθημα είναι συναρπαστικό, βρισκόμαστε στην μέση του ωκεανού, 5.000 ΝΜ από την ακτή της Νότιας Αμερικής και 2.700 ΝΜ από την ανατολική ακτή της Αυστραλίας. Ο καπετάνιος μου κατευθύνεται προς τα ρεμέτζα. Το σουέλ του  δυτικού ανέμου είναι ακόμα μεγάλο,  δύσκολα θα σταθούμε. Μια βάρκα ξεκινά από την ακτή. Προσπαθώ μάταια να διακρίνω το πέρασμα του υφάλου, από πού θα βγεί? Η βάρκα πλανάρει, περνά πάνω από τ’ αφρισμένα  κύματα και πλησιάζει. Πάνω της, δυο νέοι πολυνήσιοι.
-“Kia orana! Welcome to Palmerston, I am  Andrew”,λέει αυτός που έχει το τιμόνι. «And I am John»,  λέει ο δεύτερος.
Το Φιλίζι  κουνιέται σαν εκκρεμές, η βάρκα κρατά  απόσταση ασφαλείας και η συνεννόηση είναι  δύσκολη. Ο Arthur, ο διοικητής του νησιού – με τον οποίο είχαμε επικοινωνήσει με emailπριν λίγες μέρες  – μας καλεί στο VHFκαι δίνει οδηγίες.
-“Να πιάσετε το βορινό ρεμέτζο.  Μετά  να ρίξετε και την  άγκυρα, με τόση καδένα που ίσα να κρέμεται πάνω από το κοράλι του βυθού. Για ασφάλεια. Τα ρεμέτζα  σπάνε κάπου – κάπου”, εξηγεί.

Ο Γιώργος κάνει ακόμα μια μανούβρα.  Πάω στην πλώρη, κρατώντας τον γάτζο στο  ένα χέρι και με το άλλο να κρατιέμαι  στα ρέλια και τα ξάρτια, για να μην πέσω στην θάλασσα απ’ το φοβερό κούνημα.  Αρπάζω την σημαδούρα και δένω την πρώτη πριμάτσα. Δεν απέχουμε ούτε  50 μέτρα από τον ύφαλο. Το αγκυροβόλιο του Palmerston  δείχνει  τρομαχτικό…
Οι δυο νέοι με την βάρκα φεύγουν.

Πρέπει  να πάμε να ελέγξουμε το ρεμέτζο. Το βυθόμετροτου σκάφους γράφει10 μέτρα, ο χάρτης γράφει 1.200 μέτρα –  δεκαπέντε μέτρα πιο πέρα.  Ο Γιώργος βουτά στο νερό φορώντας μάσκα και πέδιλα.
-“Δεν έχεις ξαναδεί τέτοιο θέαμα, έλα!!”
Το νερό έχει  εκπληκτική διαύγεια – ίσως τριάντα μέτρα! – και ένα υπέροχο  μπλέ χρώμα. Ο βυθός είναι ένα πλάτωμα από  κοράλια με μικρή κατηφορική κλίση. Στην άκρη  κόβεται απότομα σαν γιγάντιο σκαλοπάτι και βυθίζεται στην σκοτεινή άβυσσο. Ένας τρίκιλος ροφός και ένα πεντόκιλο napoleon fish κολυμπούν σε μικρή απόσταση,  παρατηρώντας μας άφοβα.  Παίρνω βαθιά ανάσα και κάνω βουτιά για να ελέγξω το ρεμέτζο.  Ακολουθώντας την χοντρή καδένα  φτάνω κάτω,  όπου είναι δεμένη γύρω από ένα μεγάλο coral head, βράχο τεράστιο.  Δυο – τρία  μέτρα πιο πάνω, οι κρίκοι  έχουν λεπτύνει τρομακτικά.

-”Άσχημα τα πράγματα, η καδένα είναι έτοιμη να σπάσει. Αδύνατο να βασιστούμε σ’ αυτό το ρεμέτζο”.
Κολυμπάμε λίγο ώσπου πέφτουμε πάνω σε  μικροσκοπικές μέδουσες με μακριά πλοκάμια. Στην Αυστραλία υπάρχουν κάτι τέτοιες μέδουσες με  δηλητήριο  τόσο δυνατό,  που άν τσιμπήσουν άνθρωπο του προκαλούν παράλυση και  φυσικά πνιγμό.
–“Να βγούμε, έλα!”, λέω φοβισμένη και ανεβαίνω γρήγορα -γρήγορα στο Φιλίζι
09.00 -“Filizi Filizi, this is Alfa – Golf”, ακούγεται μια ανδρική φωνή στο VHF. Μιλάμε με τον άνδρα, λέγεταιBob και θα είναι ο οικοδεσπότης μας, λέει, για όσες μέρες μείνουμε στο νησί.  Ρωτά τί ώρα θα θέλαμε να φέρει τις Αρχές για Clearance. Ο Γιώργος απαντά σαν Γιώργος: το νωρίτερο το καλύτερο.
09.30 Η βάρκα πλησιάζει. Στο τιμόνι είναι ο Bob,  ένας μεγαλόσωμος άνδρας γύρω στα 50 και μέσα άλλοι δύο, μια κοπέλα και ένας άνδρας.  Το Φιλίζι κουνιέται τρομερά από το σουέλ. Ο Γιώργος τους ζητά να έρθουν από την πρύμνη.  Εκείνοι επιμένουν να ανέβουν από το πλάι. Βάζουμε  μπαλόνια και δένουμε την βάρκα όπως μας λένε μα η κατάσταση είναι τρομακτική. Τα σχοινιά τεντώνουν με το ανεβοκατέβασμα του κύματος, η βάρκα χτυπιέται έτοιμη να ανοίξει τρύπα στο Φιλίζι με την μεταλλική της πλώρη και εγώ κρατάω τα μπαλόνια ιδρωμένη  από   αγωνία. Η κοπέλα παλεύει  να ανέβει, είναι αδύνατο! Ο Γιώργος την αρπάζει, στον αέρα σχεδόν και την φέρνει επάνω.

Κάθεται στο κόκπιτ  σοκαρισμένη.  Λύνω τα σχοινιά και η βάρκα έρχεται επιτέλους από την πρύμνη.  Ο δεύτερος άνδρας πηδά από την βάρκα στην πλατφόρμα της πρύμνης. Πόσο πιο απλό?  Οι επισκέπτες μας συστήνονται,   Arthur Nealey, ο διοικητήςτου νησιού και  Melvilη νοσοκόμα, μια πολύ λεπτοκαμωμένη νέα κοπέλα από την Papua New Guinea.
Ο Arthur ελέγχει τα έγγραφα του σκάφους και μας δίνει άδεια παραμονής για μια εβδομάδα. Η Melvil ψεκάζει μέσα  και σφραγίζει το πιστοποιητικό υγείας και biocsecurity. Η κοπέλα έχει ζαλιστεί από το κούνημα. Ο συνήθης άνεμος εδώ είναι Α-ΝΑ και  η θάλασσα στο  αγκυροβόλιο  ήσυχη.   Ο Bob φωνάζει από την βάρκα
-«Whales to the right – Φάλαινες δεξιά!”.
-“Είναι μεγάπτερες φάλαινες”, λέει ο Arthur. “Έρχονται κάθε χρόνο τέτοια εποχή  για να γεννήσουν και μετά από μερικούς μήνες, μόλις μεγαλώσουντα μικρά, ξαναφεύγουν για  την Ανταρκτική”
Τα τεράστια πλάσματα στέκονται σχεδόν ακίνητα λίγα μέτρα μακριά από το Φιλίζι.  Μετά, ξεφυσούν  πίδακες νερού, παίρνουν  ανάσα  και βυθίζονται.
10.00 Οι διαδικασία τελείωσε και μπαίνουμε όλοι στην βάρκα. Ο Bob μας βάζει να καθίσουμε σε συγκεκριμένα σημεία για να μοιραστεί σωστά το βάρος.   Η βάρκα μας πλησιάζει στον ύφαλο κι ο Bobανοίγει το γκάζι τέρμα. Μπροστά μας το κύμα  σπάζει  πάνω στα βράχια. Κρατάω την αναπνοή μου. Ο Bobπαίρνει μια κλειστή στροφή,  η βάρκα πλανάρει πάνω στα breakers (breakers: κύματα που σπάνε πάνω σε βράχια κλπ) και περνά ξυστά δίπλα στα βράχια και τα κοράλια μέσα από ένα πέρασμα που δεν διακρίνεται καν!! Τρελλό!

Σαν μαγική εικόνα, σε μια στιγμή μέσα, μεταφερθήκαμε απ’τον ανταριασμένο ωκεανό  σ’ ένα γαλήνιοlagoon με  σμαραγδένια νερά!  Ανασαίνω ξανά.  Πλέουμε γρήγορα στα ρηχά  κάνοντας slalom, ανάμεσα σε coral heads ώσπου η βάρκα  σταματά στην ακτή.  Κατεβαίνουμε στην  παραλία  με  την λευκή  ψιλή άμμο, σπαρμένη με κοχύλια και κομμάτια από κοράλια.

Μπαίνουμε κάτω από την δροσερή σκιά των φοινικόδεντρων. Περπατάμε  με τον Arthur και τον ρωτάμε για το νησί του.
-“Στο νησί ζούμε περίπου 30 άνθρωποι. Εδώείναι ο μοναδικός οικισμός και αυτός ο κεντρικός δρόμος», λέει.

Ο «δρόμος», ένα πλατύ άνοιγμα στο δάσος  από κοκκοφοίνικες που καλύπτει το νησί,  προχωρά ανατολικά, ως την άλλη ακτή.
-«Εκεί είναι η εκκλησία μας. Το διπλανό γκρίζο κτίριο είναι ο νέος συλλέκτης  βρόχινου νερού (water catchment)   που μας εξασφαλίζει νερό όλο τον χρόνο.

Το σπίτι με την λαμαρινένια σκεπή “the tin house”, είναι το σπίτι του  προγόνου όλων μας του William Marsters, τόσο  γερό  που στέκει όρθιο 150 χρόνια, παρά τους κυκλώνες που έχουν χτυπήσει το Palmerston. Το έχτισε με ξύλα που μάζεψε από ένα ναυάγιο στο North Island,  το φορτίο του  ήταν ξυλεία για ορυχεία.

Το νησί μας είναι χωρισμένο σε τρία μέρη, τρία family lands όπως τα ονομάζουμε,για καθεμιά από τις τρεις οικογένειες των  απόγονων των τριών γυναικών του William Marsters.  Στην ακτή εδώ ζει ο Bob, ηοικογένεια Matavia. Στο κέντρο, ανάμεσα στην εκκλησία και το Tin House ζούμε εμείς, η οικογένεια Akakaingaro  και στην ανατολική πλευρά, η οικογένεια Tepou.

Στους σύγχρονους φαίνεται παράξενο που ο Marsters είχε πολλές γυναίκες μα στα Cooksτης εποχής πριν από τους ιεραπόστολους, ήταν απόλυτα φυσικό. Αρκούσε να μπορεί ο άνδρας να  φροντίζει τις γυναίκες του  και τα παιδιά που έκανε μαζί τους. Στην οικογένειά μου, για παράδειγμα, ο παππούς του παππού μου, ζούσε στο νησί Manihiki στα βόρεια Cooks και  είχε δύο γυναίκες.  Όταν ο Χριστιανισμός έφτασε στο Manihiki, οι αρχηγοί  συμφώνησαν να τηρήσουν την μονογαμία.  Αυτό ήταν μια τρομακτική αλλαγή για την τοπική κοινωνία που  συνέβει κυριολεκτικά  μέσα σε μια νύχτα. Ο παππούς του παππού μου διάλεξε την μια από τις γυναίκες του,  μοίρασε την γη  του στα δύο και έδωσε το ένα μέρος στην άλλη γυναίκα  και τα παιδιά που είχαν μαζί “.
Σιγά σιγά η ιστορία του γενάρχη Marsters, που την είχαμε διαβάσει στην Wikipedia και σε διάφορα βιβλία,  αρχίζει  να να ξεδιαλύνεται στο μυαλό μου. Τον είχα φανταστεί σαν έναν πολύγαμο Ροβινσώνα Κρούσο…
-«Ο Marsters ήρθε στο Palmerston   το 1863 μαζί με αυτές τις τρεις γυναίκες, όλες από το Penrhyn τωνβόρειων Cooks. Από όσα γνωρίζουμε,   έκανε παιδιά και με άλλες  δύο γυναίκες  στα Cooks, οπότε υπάρχει η οικογένειαArehata στο Penhryn και η οικογένεια Teperuστο νησί Mangaia. Και στην  Αγγλία είχε παιδιά, δύο με την  πρώτη σύζυγό του Sharlot Farmer και  μια κόρη, με κάποια άλλη γυναίκα. Όταν χρειάστηκε να φύγει από την Αγγλία, , άφησε την κόρη αυτή στους  γονείς του. Πιστεύω οτι τον κυνηγούσαν  και για αυτό άλλαξε  το όνομά του από Richard Masters  σε William Marsters.

-“Διαβάσα οτι  ήταν βαρελοποιός…”
-“Πιστεύω πως ήταν ένας “Jack of all trades”, ένας πολυτεχνίτης που τα κατάφερνε πολύ καλά σε όλα. Δουλεύοντας σε πλοία, έφτασε κάποτε στα νησιά του Ειρηνικού, πρώτα στην Ταϊτή και μετά στα Cooksστο νησί Manuae. Εκείδούλεψε για κάποιον έμπορο από την Ταϊτή, τον John Brander. Ο Brander  έφερε τον Marsters μαζί με  εργάτες στο Palmerston, του ανέθεσενα οργανώσειτηνπαραγωγή  copra  (copra: η αποξηραμένη λευκή σάρκα της καρύδας απ’ την οποία βγαίνει το λάδι της καρύδας, coconut oil, το πιο σημαντικό αγροτικό προιόν των νησιών της Πολυνησίας ακόμα και σήμερα). Τον πρώτο καιρό το πλοίο του  Brander ερχόταν για το copra δυο φορές τον χρόνο. Μετά από 6 χρόνια το πλοίο   δεν ξαναγύρισε ποτέ. Ελάτε, εδώ είναι το σπίτι του Bob.”, λέει ο Arthur.
Φτάνουμε σε μια ξύλινη πέργκολα που από κάτω έχει ένα τραπέζι σκεπασμένο με πλαστικό τραπεζομάντηλο. Λίγα μέτρα μακριά βρίσκεται ένα σπίτι, κι όλα είναι  κατασκευασμένα με παράταιρα υλικά. Πώς αλλιώς θα μπορούσαν να γίνουν άλλωστε  εδώ, σε αυτή την άκρη του κόσμου?
-«Συμπληρώστε το έγγραφο που σας έδωσα και θα μιλήσουμε αύριο. Σας αφήνω  εδώ σton Bob. Αυτός   είναι ο οικοδεσπότης σας για όσο καιρό μείνετε μαζί μας, θα σας μεταφέρει με την βάρκα του και θα σας φροντίσει. Όπως βλέπετε αυτή τη στιγμή είσαστε οι μοναδικοί επισκέπτες μας. Το νησί είναι όλο δικό σας!» συμπληρώνει γελώντας.
Ο Bob μας προσκαλεί να καθίσουμε στοτραπέζι,  η May, η δεκαεπτάχρονη κόρη του  μας προσφέρει δροσερές καρύδες και καφέ. Ο Bob και οArthur συζητούν. Ο Γιώργος παρατηρεί την  απόσταση που κρατά ο Arthur. Ίσως επειδή είναι διοικητής του νησιού. Ο Arthur φεύγει.
Ρωτάμε τον  Bob άν μπορούμε να πάμε βόλτα στο νησί. Εκείνος λέει στην κόρη του, την οκτάχρονηMadeenia και τον Henry, τον 7 χρονο εγγονό του, να μας συνοδέψουν. Η Μαντίνια είναι απολαυστική παρέα. Περπατώντας μου τραγουδάει ένα  τραγούδι «Shining over Palmerston”

-«Οι νότες είναι C, C, F, G, Am, C7», ξέρω να το παίζω στο γιουκαλίλι», λέει η μικρή.
Μετά από δυο λεπτά φτάνουμε στο κοιμητήριο της οικογένειας. Λίγο πιο πέρα υπάρχουν ερήπια παλαιών τάφων,  κατασκευασμένων όπως μάθαμε μετά, από ψημένο κοράλι και ασβεστόλιθο. Τα ονόματα δεν φαίνονται πια,  ο χρόνος, οι άνεμοι και η βροχή τα έχουν σβήσει για πάντα .
Περπατάμε σ’ ένα μονοπάτι κάτω απ’ την σκιά των πανύψηλων φοινικόδεντρων. Καθόμαστε σε δυο παγκάκια φτιαγμένα από κορμούς, σε ένα σταυροδρόμι, ο Γιώργος με τον Χένρυ κι απέναντι τους η Μαντίνια κι εγώ. Της κάνω ένα κόλπο, με τα δάχτυλα των δυο χεριών σχηματίζω την “φωλιά του κόκκορα”. Η μικρή κοιτά τα χέρια μου  με προσοχή.
-“Πού κοιμάται ο κόκκορας, πού είναι το κρεββάτι του?”
-“Εδώ λέει δείχνοντας το “κρεββάτι” και το “μαξιλάρι” που σχηματίζονται με τον μέσο και τον παράμεσο ”.
-“Πού ανεβαίνει για να φωνάξει κικιρίκου?”
-“Εδώ πάνω”, απαντά εκείνη.
-“Και πού πάει για να γεννήσει τα αυγά του?”, κάνω τελευταία την ερώτηση παγίδa. στην οποία πέφτουν σχεδόν όλοι παρασυρμένοι, ψάχνοντας να βρούν το σχήμα στα δάχτυλα.
-“Εδώ από κάτω”, απαντά εκείνη δείχνοντας την “φωλιά” που σχηματίζεται από τους δυο δείκτες και τον  αντίχειρα.
-“Γεννάει αυγά ο κόκκορας?” . Η μικρή βάζει τα γέλια.
-“Όχιιι! Με ξεγέλασες!”
-“Αυτός ήταν σκοπός  μου!”, γελάω και εγώ.
-“Δείξε μου πώς το κάνεις, παρακαλώ”, λέει η μικρή. Κάνω την κίνηση αργά και σχηματίζω την “φωλιά”. Η μικρή το πιάνει αμέσως, το κάνει τέλεια κι αυτό δεν το έχω ξαναδεί ποτέ από κανέναν,  μικρό  ή μεγάλο. Η αντίληψή της με ξαφνιάζει. Συνεχίζουμε την βόλτα και σύντομαφτάνουμε στο  σχολείο τους, που τώρα είναι κλειστό για διακοπές.

-«Πόσα παιδιά είσαστε στο σχολείο?», ρωτά ο Γιώργος την Μαντίνια.
-«Είμαστε 10 παιδιά»
-«Ξέρετε να μετράτε ως το 10  στην γλώσσα maori?”, ρωτάω και τα μικρά  αρχίζουν το μέτρημα τραγουδιστά:
-“Τάι, ρούα, τόρου, α, ρίμα, όνο, ίτου, βάρου, έβα, ταϊνγκάρου”
Ο Χένρυ φέρνει μια  μπάλα.
-Θέλετε να παίζουμε Piggy in the middle?”
Το παιχνίδι μοιάζει με τα δικά μας «μήλα». Ο Γιώργος είναι πολύ καλός και τα πιτσιρίκια έχουν ξετρελλαθεί μαζί του, όπως συμβαίνει πάντα.

Είμαι πολύ κουρασμένη από το ταξίδι μα, ευτυχώς το παιχνίδι δεν κρατά πολλή ώρα.  Προχωράμε, τα παιδιά θα μας πάνε, λένε, στο Ναυάγιο!  Όσο περπατάμε αυτά  παίζουν με κάθε τι γύρω,  ισορροπούν πάνω σε πεσμένους κορμούς, σκαρφαλώνουν στα δέντρα για να κόψουν κάποιο φρούτο, πιάνουν κλαδιά και παίζουν. Παρατηρώ τα γελαστά πλάσματα με τα παλιά ρούχα, που τρέχουν ξυπόλυτα εδώ και εκεί.  Βγάζουμε κι εμείς τα παπούτσια. Η απαλή άμμος μας χαϊδεύει τις πατούσες.
Σε λίγο φτάνουμε σε ένα ξέφωτο και στο βάθος φαίνεται ένα σπίτι
-“Αυτό είναι το σπίτι του Edward”, εξηγεί η Madeenia.
-“Να και τα γουρούνια!», λέει ο Χένρυ και αρχίζει να τρέχει  γύρω από τα τρία  φτιαγμένα από bamboo  κλουβιά με τα σχετικά μικρά, μαύρα γουρούνια.  Στην σκιά ενός μεγάλου δένδρου είναι δεμένη μια γουρούνα μεγάλη.
-«Αυτή είναι πολύ ήμερη. Μπορούμε και να την χαϊδέψουμε!», λέει το παιδί. Μπα, δεν χρειάζεται, λέω από μέσα μου και σκέφτομαι πόσο θα ζεσταίνονται τα καημένα τα γουρουνάκια, στριμωγμένα στα κλουβιά.  Γύρω κυκλοφορούν ελεύθερα  κότες, κοκκόρια και κοτοπουλάκια.
-«Πώς πιάνετε τις κότες?», ρωτάω τον Χένρυ
-«Είναι πολύ εύκολο, τις πιάνουμε με το chicken trap. Να, σαν αυτό!». Είναι μια  κατασκευή, μια παγίδα φτιαγμένη από ένα  τετράγωνο πλαίσιο από ξύλο καλυμένο με  δίχτυ, που την τοποθετούν μισοσηκωμένη με έναν πάσαλο. Η βάση του πάσαλου είναι δεμένη ένα  μακρύ λεπτό σχοινί, απλωμένο 15 μέτρα μακριά.
-«Είναι πολύ απλό! Αφήνουμε μια ανοιγμένη καρύδα κάτω από το δίχτυ και μόλις πάει η κότα για να φάει, τραβάμε το σχοινί και την πιάσαμε!», λέει ο πιτσιρίκος χαμογελώντας θριαμβευτικά με   το απορρημένο μας ύφος.

Στο σπίτι συναντάμε τον  Edward,  την  Melvil  την νοσοκόμα και τον Will με τον οποίο είχαμε επικοινωνήσει με email και κάποιους άλλους. Μας προσκαλούν να καθίσουμε, θέλουμε μήπως έναν καφέ? Ζητάμε νερό και η γυναίκα του Edward μας φέρνει δυο ποτήρια νερό με πάγο. Απολαμβάνω τα παγάκια στο στόμα μου, στο Φιλίζι δεν έχουμε κατάψυξη.  Ο Γουίλ έχει έρθει από την Νέα Ζηλανδία και ζει στο Palmerston7 χρόνια. Αυτός είναι ο δάσκαλος του νησιού και η γυναίκα του είναι η νηπιαγωγός. Μας εξηγεί οτι έχουν δημοτικό και γυμνάσιο και πως για ανώτερες σπουδές  τα παιδιά φεύγουν  στην Rarotonga. Και ακόμη πως,  εδώ και ένα χρόνο, έχουν ξεκινήσει ένα πιλοτικό πρόγραμμα  σπουδών εξ αποστάσεως μέσα από το Πανεπιστήμιο South Pacific. Υπάρχει ήδη ένας φοιτητής στο νησί και ο Γουιλ τον βοηθά.
Η παρέα μαζί τους είναι πολύ ωραία μα η Madeenia και ο Henry μας λένε να προχωρήσουμε, έχουμε αργήσει.
Διασχίζουμε ένα μικρό μονοπάτι, κάτω από την σκιά  πυκνών  φοινικόδεντρων  ώσπου ξαφνικά βγαίνουμε στην παραλία και στο εκτυφλωτικό φώς του ήλιου. Πόση ομορφιά !! Κάτω από τον ουρανό που έχει πάρει  βαθύ μπλέ – μώβ χρώμα, τέτοιο  που δεν πιστεύουμε στα μάτια μας,  απλώνεται το απέραντο lagoon, η λιμνοθάλασσατης ατόλης (4 ΝΜ Χ5,3 ΝΜ, δηλαδή 7,5χλμ x 9,8 χλμ).
Στο βάθος απέναντι υπάρχουν 4 χαμηλά μικρά νησιά. Τα χρώματα του τοπίου είναι συγκλονιστικά.

Κοντά στην ακροθαλασσιά που τα νερά είναι πολύ ρηχά και τα κοράλια  φτάνουν ως την επιφάνεια, το χρώμα της θάλασσας έχει το χρώμα του σμαραγδιού, πιο μέσα που το βάθος μεγαλώνει,  το χρώμα της γίνεται τυρκουάζ και ακόμα πιο πέρα, βαθύ μπλέ. Μια αμμουδιά  με  απαλή λευκή άμμο, σπαρμένη με κοχύλια και κομμάτια από κοράλι, στεφανώνει την ακτή. Παραδείσια λευκά πουλιά πετούν σύριζα πάνω απ’ το νερό. Το τυρκουάζ της θάλασσας χρωματίζει τα φτερά τους στο χρώμα του σμαραγδιού.
-«Εδώ είναι το ναυάγιο!», λέει ο Henry, δείχνοντας το αναποδογυρισμένο κουφάρι  ενός ιστιοπλοϊκού κάτω απ’ τα δένδρα. Πάνω στην πρύμνη είναι γραμμένο το όνομά του:  «Ri Ri, Philadelphia”, με γράμματα καθαρά. Πόσο  απαίσια, λυπηρή εικόνα.
Αυτό που κάποτε ήταν το όμορφο σκάφος κάποιων ταξιδευτών  τώρα κοίτεται τσακισμένο κουφάρι σε αυτήν την μικρή ατόλη. Όνειρα κομμάτια. Ελπίζω οι επιβάτες  του  να γλύτωσαν.
12.00 Επιστρέφουμε στο σπίτι από την παραλία, πόσο μικρό είναι το νησί! Η Μαντίνεια κάνει το κόλπο του κόκκορα στην μαμά της και την May. Η μικρή είναι απίθανη, τις ξεγελά και τις δυο!
Μετά  ο Bob,ηγυναίκα του η Tupou (Τουπόου) και η μεγάλη κόρη May,  στρώνουν  το τραπέζι. Ζητώ στην Μαντίνια να μου δείξει την τουαλέτα για να πλυθώ.  Το κοριτσάκι με πάει ως εκεί, πίσω από το σπίτι. Ξαφνιάζομαι με το πόσο ολοκάθαρα και  προσεγμένα είναι όλα. Γυρνάμε στο σπίτι.
-«Μπορώ να βοηθήσω σε κάτι?» ρωτάω την Tupou. Η  γυναίκα χαμογελά και μου δίνει ένα πιάτο.
-«Δεν χρειάζεται, κάθισε! Πρέπει να είσαστε πολύ κουρασμένοι απ’ το  μακρύ ταξίδι».
Το φαγητό είναι πεντανόστιμο: κατσίκι και πατάτες με κάρρυ,  κιτρινόπτερος τόννος, μαγειρεμένος με τρόπο που δεν έχουμε ξαναδοκιμάσει, ρύζι,τηγανίτες και παγωμένες καρύδες για αναψυκτικό. H Tupou,η May και o Andrew τρώνε σ’ ένα άλλο τραπέζι, κάτω από ένα δέντρο.  Ο Bob  και τα δυο μικρά κάθονται μαζί μας.
-«Σπάνια τρώμε μαζί με τους φιλοξενούμενους, σήμερα κάνω  εξαίρεση»,  εξηγεί καθώς βάζει φαγητό  στο πιάτο του Henry.  Ξαφνιαζόμαστε από  την ευγενική  διακριτικότητα της φιλοξενείας τους.
-«Ευχαριστούμε   για όλα. Και συγχαρητήρια στην μαγείρισσα!»
Αναρρωτιόμαστε μεταξύ μας πόσο να κοστίζει αυτό το υπέροχο γεύμα. Ο Bob, σαν να κατάλαβε,  ξεκαθαρίζει τα πράγματα:
-«Να ξέρετε οτι είσαστε φιλοξενούμενοί μου για όσες μέρες μείνετε στο Palmerston. Εκτός από το ρεμέτζο  που το χρεώνω 10 δολλάρια ΝΖ την ημέρα (6€)  και το internet  – άν το χρειαστείτε – δεν θα με πληρώσετε τίποτε άλλο. Η μεταφορά με την βάρκα και το φαγητό  είναι μέρος της φιλοξενείας», λέει με την βροντερή του φωνή. Χαμογελάω νιώθοντας εντελώς ηλίθια. Πώς να ανταποδώσει κανείς μια τέτοια εξήγηση?
-«Πώς παίρνετε προμήθειες στο νησί ?», τον  ρωτά ο Γιώργος.
-«Το εμπορικό πλοίο έρχεταιμια φορά κάθε τέσσερις μήνες, κάποιες φορές και αργότερα, ανάλογα με τον καιρό», απαντά . “Το επόμενο θα έρθει, μάλλον, σε 15 ημέρες”.
Ρωτάμε τί τους λείπει, μήπως μπορούμε να βοηθήσουμε.  Εκείνοι κουβεντιάζουν μεταξύ τους, θα ήθελαν –  άν έχουμε περίσσευμα –  σκόρδα,  κονσέρβες ντομάτα,  αγκίστρια για ψάρεμα,  και φιλτράκια για τσιγάρα. Έχουμε απ’ όλα, θα τους τα φέρουμε  αύριο.
Ο Bob  μας  γυρνά στο  Φιλίζι, που ρολάρει ακόμα σαν τρελλό από το σουέλ. Oι φάλαινες  εμφανίζονται  λίγα μέτρα πιο πέρα,  ξεφυσώντας  ήρεμα ανάσα και νερό
.
Ένα ιστιοπλοϊκό δένει στο κοντινό ρεμέτζο. Μετά από λίγο μας καλούν στο VHF. Είναι ο Tim & η Anna,το  s/y Pakele Loa, από το  Sausalito της California. Το όνομα  σημαίνει «Μεγάλη Φυγή» στην γλώσσα της Χαβάης.

Τετάρτη 24/7
Σηκώθηκα στις 4 πμ, μετά από ένα πολύ δύσκολο βράδυ με κούνημα αβάσταχτο. Ο άνεμος έχει πέσει και έχει γυρίσει ανατολικός μα το σουέλ δεν έχει σπάσει ακόμα
06.20  Ο ήλιος ανατέλει χρυσός και ο ασυννέφιαστος ουρανός βάφεται κόκκινος. Ξημερώνει πολύ αργά εδώ, τον Ιούνιο στην Moorea  η ανατολή ερχόταν στις 5.30. Αυτό συμβαίνει επειδή  βρισκόμαστε  πιο δυτικά πια,  στις 163˚W.Σε λίγες μέρες, που θα φτάσουμε στο Niue θα γυρίσουμε τα ρολόγια μας μια ώρα πίσω και   μετά  πηγαίνοντας στα νησιά Vavau Group της Tonga, θα διασχίσουμε το “Date Line” του πλανήτη  και  θα «πηδήξουμε»  μπροστά ένα ολόκληρο εικοσιτετράωρο !!!. Θα χάσουμε μια μέρα από την ζωή μας, όπως λέει ο Γιώργος χαριτολογώντας…
10.00 Ετοιμάζουμε δυο τσάντες με προσφορές  για τους οικοδεσπότες μας:μια πλαστική τέντα, πέντε πακέτα φιλτράκια για τσιγάρα,  αγκίστρια για  ψάρεμα, κονσέρβες ντομάτα, σκόρδα, ρυζογκοφρέτες,σοκολατάκια, τετράδια, ξυλομπογιές και φωτεινά μπαλόνια για τα παιδιά. Καλούμε τον Bob  στο VHF για να μας πάρει. Μετά από λίγο έρχεται ένας άλλος, ο Edward, που είναι  αρχηγός της δεύτερης οικογένειας. Ο Edward βλέπει την τέντα στην τσάντα,  χρειάζεται πολύ μια  για το σπίτι του, λέει. Ο Γιώργος του την δίνει με χαρά. Τί καλύτερο αν μπορείς να βοηθήσεις με  κάτι που οι άνθρωπου το  έχουν  ανάγκη?
Φτάνουμε στο σπίτι   του Bob και τους δίνουμε τα πράγματα. Όταν αργότερα ο Γιώργος λέει στον Bob για την τέντα που πήρε ο Edward, εκείνος λέει  με χαμόγελο
-«Έκανες καλά που του την έδωσες, αφού την χρειαζόταν».
Θα πάμε να  κολυμπήσουμε  στο lagoonκαι ρωτάω τον Bobγια τις μικρές μέδουσες με τα μακριά πλοκάμια.
-«Αν σε τσιμπήσουν, θα τσούξει», γελά εκείνος.
Αφήνουμε τα πράγματά μας  στο σπίτι και φεύγουμε για την παραλία. Νιώθουμε απόλυτα ασφαλείς, στο Palmerston η εγκληματικότητα εδώ είναι στο μηδέν. Διασχίζουμε τον κεντρικό δρόμο.  Η ομορφιά και  η αρμονία  του τοπίου χαϊδεύουν τα μάτια μας σε κάθε βήμα.

Βγαίνουμε στην παραλία, και η λίμνη απλώνεται μπροστά μας, στραφτοκοπώντας εκτυφλωτικές αποχρώσεις του μπλέ κάτω από έναν ήλιο λαμπερό.  Η αμμουδιά είναι έρημη,  είμαστε εντελώς μόνοι. Στο διαυγές σαν γυαλί νερό της ακροθαλασσιάς κολυμπούν μικροί καρχαρίες του υφάλου (reef sharks).  Προχωράμε ως την βάρκα του Edward,  δίπλα στο ναυάγιο του RiRi, όπου το νερό βαθαίνει σχηματίζοντας μια μπλέ λίμνη. Ο Bob είπε οτι το σημείο αυτό το ονομάζουν «the Duke’s Pool”, γιατί όταν ήρθε κάποτε στο Palmerston το βρετανικό  πλοίο Britanica,κολύμπησε εδώ ο βασιλικός διάδοχος, ο δούκας του Εδιμβούργου (Edinburgh).
Για να κολυμπήσω φοράω ένα ολόσωμο μαγιό που αγόρασα για αντιηλιακή προστασία, έτσι δεν  φοβάμαι ούτε τον ήλιο ούτε τις μέδουσες. Τα  reef sharks  κολυμπάνε  γύρω μας σε διακριτική απόσταση. Φοβάται ο Γιάννης το θεριό και το θεριό τον Γιάννη.
12.30 O Bob  φέρνει τον Tim και την Anna, ένα ζευγάρι περίπου 45-50 χρονών,   από το σκάφος Pakele Loa – που πράγματι έκανε την Μεγάλη Φυγή. Μας λένε οτι σκέφτονται να μείνουν ως την ερχόμενη Τρίτη ή Τετάρτη. Αν μείνουμε και εμείς, μπορούμε να ταξιδέψουμε μαζί ως τον επόμενο σταθμό το Niue, 400 ΝΜ απόσταση απ’ το Palmerston. Τρώμε   παρέα  το νοστιμότατο φαγητό της Tupou, νούντλς, τηγανητά ψάρια, και κολασμένα pan cakes. Mας έχουν καλομάθει ! May & Tupou μαζεύουν το τραπέζι, η Madeenia πλένει τα πιάτα. Μετά, Bob, Tupou με πρωτεργάτρια την May,  φέρνουν  εργαλεία και σανίδες και με αυτά κατασκευάζουν μια καινούργια πόρτα για το σπίτι!  Η τεμπελιά,  είναι καθώς φαίνεται κατάσταση άγνωστη στο Palmerston.
14.30 Ο Γιώργος πετάει το drone και πέρνει  καταπληκτικές λήψεις πάνω από το νησί. Μετά, βλέποντας τα πιτσιρίκια που έχουν μαζευτεί γύρω του, ξεκινά  τρελλό παιχνίδι, με το drone να κυνηγάει  τα παιδιά.

Η Madeenia, ο Henry και ο φίλος τους James τρέχουν σκασμένα από τα γέλια. Θαυμάζω την ακρίβεια του χειρισμού του, με τόση λίγη εξάσκηση. Αργότερα η Μαντίνια  είπε οτι του έχουν βγάλει  παρατσούκλι, «George ο Κεραυνός»!

Κουβεντιάζουμε με την Tupou και την May. H Τupou  έχει έξι παιδιά και τα γέννησε όλα – εκτός από την Μαντίνια –  στο Palmerston με την βοήθεια μαμής. Τώρα που μαμή δεν υπάρχει πια στο νησί, οι γυναίκες πηγαίνουν  στην Raro (Rarotonga).
-“Τα δυο μεγαλύτερα παιδιά μου, ο γιος και η κόρη μου ζούν εκεί (στην Ραροτόνγκα). Όταν η κόρη μου γέννησε τον Χένρυ, πήγαμε με τον Bob και τον πήραμε για να μεγαλώσει εδώ. Η Rarotonga  είναι μεγάλo λιμάνι, εδώ είναι  ευτυχισμένος και ασφαλής», λέει η γυναίκα.
15.00 Καταφθάνουν κι άλλα σκάφη στο νησί, το Falabrach του ιταλού Filippo,το Pu’uhouna των αμερικανών,  που τους γνωρίσαμε στην Bora Bora, και ένα ακόμακαταμαράντο Ki με πλήρωμα ένα ηλικιωμένο ζευγάρι. Αυτούς όλους τους παίρνει στο σπίτι του ο Edward.
16.00 Επιστρέφουμε στο Φιλίζι. Ο καπετάνιος μου μελετά το δελτίο καιρού και  λέει αυτό που ήθελα να ακούσω: μπορούμε να μείνουμε στο Palmerstonμέχρι την άλλη εβδομάδα. Γιούπιιι!

Πέμπτη 25/7
Ξύπνησα αξημέρωτα και δεν θέλω να ξανακοιμηθώ. Βγαίνω στο κόκπιτ με τον καφέ μου. Σκοτάδι,  αέρας και ο βόμβος του υφάλου. Ο Σήρειος και ο Canopus λάμπουν πολύχρωμα φωτορυθμικά στον ουρανό.  Νιώθω δέος από την αίσθηση της απομόνωσης του Palmerston.
Πορφυρές ανταύγιες στον ορίζοντα και τα άστρα λίγα- λίγα σιγοσβήνουν. Ο ήλιος ανατέλει κατακόκκινος πίσω από τα μικρά νησάκια  της ατόλης.

08.00 Ο άνεμος έχει γυρίσει ανατολικός  με ένταση 20 kts, το σουέλ έχει  χαθεί και το αγκυροβόλιο μοιάζει με λίμνη. Μπροστά απ’ την πλώρη, τα βράχια του υφάλου έχουν βγει έξω στην επιφάνεια, θέαμα παράξενο πόσο κατέβηκαν  τα νερά. Κάνουμε δουλειές προσπαθώντας να συνεφέρουμε το Φιλίζι, πολλά μείναν πίσω στην εβδομάδα του περάσματος. Ο Γιώργος παίρνει το δελτίο καιρού με το iridium, η πρόγνωση λέει οτι από αύριο ο άνεμος θα δυναμώσει  πολύ, τις επόμενες ημέρες. Οργανωνόμαστε και μετά κάνει  βουτιά.  Δένει με κλειδί μια χοντρή πριμάτσα  στο γερό κομμάτι της  καδένας του ρεμέτζου,  κάνοντας  με αυτό τον τρόπο bypass  στο κατεστραμένο κομμάτι της. Σηκώνουμε την άγκυρα. Τώρα νιώθουμε σχετικά ασφαλείς.
Ο Bob έρχεται μαζί με τον μικρό Χένρυ και μας παίρνει έξω. Όποτε θέλουμε, λέει, θα  μας πάει  απέναντι στο Bird Island, για να δούμε τους blue footed boobies (οι υπέροχοι μπούφοι με τα τυρκουάζ πόδια που είδαμε στα Galapagos) και να πιάσουμε  coconut crabs. Όταν φτάνουμε στο σπίτι, τους δίνουμεδώρα, μια σχεδόν αχρησιμοποίητη μεταλλική γάστρα για τα μαγειρέματα της Tupou, και μια μεγάλη, πλαστική τέντα για τον Bob, πιο μεγάλη από την πρώτη. Εμείς, δεν την χρειαζόμαστε πια, αφού φτιάξαμε στην Αθήνα  ωραία τέντα από ύφασμα sunbrella. Η φιλοξενεία τους μας έχει σκλαβώσει.

13.00 Καθόμαστε για φαγητό μαζί με τον Tim (Pakele Loa) και ένα ακόμα  ζευγάρι αμερικάνων, τον Darrell και την Gayle  από το σκάφος Gone Bambu, που ήρθαν χθες. Η Tupou έχειμαγειρέψει κοτόπουλο με κάρρυ και την ρωτώ άν  η κότα είναι απ’ αυτές που τριγυρνούν εδώ.
-«Όχι, είναι από την Rarotonga”, απαντά.
-“Και τα αυγά σας?””
-“Κι αυτάαπ’ την Rarotonga”
-«Μην σου φαίνεται παράξενο?», λέει ο Bob.«Τα αυγά δεν τα τρώμε,  γιατί προτιμάμε  να τα κλωσσήσει η κότα. Όταν  τελειώνουν τα αγοραστά,  προτιμάμε να σφάξουμε  κόκκορα».
-«Και με τόσες κότες ελεύθερες  στο νησί, πού ξέρεις ποιές είναι οι δικές σου?”
-“Τις φωνάζω και έρχονται! Του Edward μ΄ακούν», λέει και φαίνεται πως διασκεδάζει με το απορρημένο ύφος όλων μας.
Ο Darrell (Gone Bambu) που τον ακούει δεν πιστεύει στα αυτιά του.
-«Τα κοτόπουλα ακούνε σε κάλεσμα? Δεν το πιστεύω!»
-«Δες με», λέει γελώντας. Παίρνει δυο καρύδες  από ένα σωρό, τις σπάει με την ματσέτα και προχωρά πέρα
-«Πι πι πι πι πι», φωνάζει με πρίμα φωνή. Κότες  και κοκκόρια, εμφανίζονται από το πουθενά,   τρέχουν δίπλα του  και ορμούν στο φαϊ…

15.00 Μια μεγάλη παρέα πλησιάζει το σπίτι, τα πληρώματα από τα σκάφη που φιλοξενεί ο Edward. Ο Φιλίππο και οι κόρες  του από το sy Falabrach,ο Jay και η Emily από το sy Pu’uhonuaμας αποχαιρετούν, αύριο το πρωί θα αποπλεύσουν για το Niue,με μια στάση στο Beverege reef, έναν ύφαλο στην μέση του πουθενά στον ωκεανό. Προτιμούν,  λένε, να φύγουν αύριο με τον δυνατό άνεμο για να ταξιδέψουν γρήγορα.
Μαζί τους αποπλέουν  και ένα ζευγάρι αμερικανοί με το – αυστραλέζικης σημαίας καταμαράν τους, το Ki.   Η αμερικάνα, μια ψηλή γυναίκα, περίπου 70 χρονών, που λέγεται Lorraine, είναι φίλη της Gayle,και κάθεται στο τραπέζι μαζί μας. Θαυμάζω την άνετη αντιμετώπιση που έχει για το αυριανό ταξίδι. Με τέτοιο  καιρό θα χρειαστεί να κάνουν πολύ απαιτητική ιστιοπλοία ως το Niue.
σ.σ.  Στις 4 πμ το πρωί της Πέμπτης 30 Ιουλίου, το καταμαράν Ki έπεσε πάνω στον ύφαλο που περικλύει την ανατολική ακτή του Niue. Το ηλικιωμένο ζευγάρι εγκατέλειψαν το σκάφος και βγήκαν στην ακτή, σοβαρά τραυματισμένοι στα πόδια από τα κοφτερά κοράλια.  Η επιχείρηση διάσωσής τους ήταν τρομερά δύσκολη, γιατί  η όλη ακτή του νησιού  γύρω  είναι απότομος γκρεμός. Ο Brian και η Lorraine, διακομίστηκαν στο νοσοκομείο. Σήμερα βρίσκονται στην Αυστραλία με την οικογένειά τους.  Το Ki  καταστράφηκε  για πάντα. Αυτό ήταν το πρώτο από τρία ατυχή περιστατικά που συνέβησαν στο Niue μέσα σε μια εβδομάδα.
 Παρασκευή 26/7
Φυσάει δυνατά σήμερα. Βγαίνω στο νησί μαζί με τον Darrell και την Gayle,  για να δουλέψω στο blog. ΟΓιώργος θέλει να μείνει στο Φιλίζι, έχει δουλειές
.
Φτάνουμε στο σπίτι και καθόμαστε στο τραπέζι. Η May μας φέρνει νερό, καθαρά ποτήρια και φλυτζάνια και ανάβει τον βραστήρα, για  καφέ. Ο Bob  κάθεται παρέα. Ο Darrell τον ρωτά για τον William Marsters και το Palmerston. Ο Bob, παίρνει μολύβι και χαρτί:
-«Το νησί είναι χωρισμένο σε τρία family lands, ένα για κάθε μια από τις τρεις οικογένειες. Για να σημαδέψουμε τα σύνορα των family lands  έχουμε φυτέψει διπλά φοινικόδεντρα, ενωμένα στην βάση των κορμών τους. Κάθε family land  έχει τα δικά τα σπίτια και το νεκροταφείο της. Στην οικογένεια υπάρχει ένας αρχηγός, που είναι πάντα ο γηραιότερος άνδρας. Δεύτερος τη τάξει  είναι το επόμενο γηραιότερο άτομο της οικογένειας, που μπορεί να είναι και γυναίκα.
Αυτοί οι έξι άνθρωποι, συναντιόμαστε μια φορά κάθε μήνα και αποφασίζουμε για τα όλα τα θέματα, με γνώμονα τί είναι καλύτερο για όλους μας. Τώρα, ας πούμε πως ένας άνδρας από την μια οικογένεια και μια γυναίκα από την άλλη οικογένεια παντρεύονται. Από την στιγμή που η γυναίκα παντρεύεται τον άνδρα, χάνει αυτόματα τα δικαιώματά της στο family land της οικογένειάς της και αποκτά αυτόματα δικά της δικαιώματα  στην γη, στο family land του άνδρα της. Προσέξτε! Δεν παίρνει  τα δικαιώματα του άνδρα της, αποκτά δικά της! Κάθε μέλος της οικογένειας έχει ένα δικαίωμα πάνω στην γη της και μόνο σε αυτήν. Άν για παράδειγμα  κάποιος από εμάς θέλει να φτιάξει δικό του σπίτι,  βρίσκει το σημείο που του αρέσει στην γη της οικογένειας, και το χτίζει. Απλά.
-«Και όλα αυτά τα σκέφτηκε ο William Marsters?”, ρωτά ο Darrell.
-“Ναι αυτός τα σκέφτηκε όλα», απαντά ο Bob. “Hταν άγγλος και διοίκησε το νησί με πρότυπο τους νόμους της χώρας του. Αυτά λοιπόν! Τώρα πρέπει να πάω να ξεκινήσω με τα πλακάκια»
Οι ενήλικες της οικογένειας είναι σχεδόν πάντα απασχολημένοι. Τις προηγούμενες μέρες ο Andrew και ο Johnμε την καθοδήγηση του Bob, έσκαψαν με έναν μίνι εκσκαφέα έναν βόθρο.  Επίσης έχουν χτίσει μια ανοιχτή κουζίνα προεκτείνοντας το σπίτι και ο  Bob με την Tupou προσπαθούν  να την τελειώσουν.  Τώρα  κάνουν δοκιμές για το  πώς να τοποθετήσουν τα πλακάκια στον πάγκο της κουζίνας. Λέω στον Bob μια ιδέα για το θέμα – έχω  εμπειρία στις ανακαινίσεις. Η Tupou  χαίρεται πολύ,  κι  εκείνη τα  ίδια του έλεγε χθες, αλλά πού. Άντρες…
15.00 Επιστρέφοντας στο Φιλίζι βρήκα τον  Γιώργο να βάζει στον φούρνο για ψήσιμο ένα ταψί taralli, αλμυρά κριτσινιστά κουλουράκια, η  νέα σπεσιαλιτέ του. Έχει  ετοιμάσει και ζυμάρι για την αποψινή μας πίτσα. Τα κουλουράκια βγήκαν μούρλια, η πίτσα καταπληκτική μα το δεξί του χέρι, αυτό που είχε χτυπήσει στην Bora Bora πριν τον απόπλου, τον πονά πολύ, από το ζύμωμα προφανώς. Πόσο άταχτος είναι? Δένει το χέρι με ένα πρόχειρο νάρθηκα. Λίγη ακινησία θα του κάνει καλό.

Σάββατο 27/7
Από  νωρίς το πρωί  διαλέγω ταινίες για να χαρίσουμε στην οικογένεια του Bob,  μας είπαν οτι τους αρέσουν πολύ.  Θα τους δώσουμε ακόμα,  έναν μεγάλο εξωτερικό δίσκο γιατί ο δικός τους είναι μικρός και αρχαίος. Νομίζω θα χαρούν πολύ.  Ο Γιώργος θέλει να μείνουμε στο Φιλίζι και φτιάχνουμε σάντουιτς για μεσημεριανό. Μετά από λίγο το ξανασκέφτεται, είναι τρελλό  να μένουμε στο σκάφος όταν βρισκόμαστε σε αυτό τον παράδεισο.  Καλούμε τον Bob στο VHF, κι αυτός έρχεται και μας παίρνει, μόνος αυτή την φορά, αφού είναι ώρα φαγητού. Και δεν βαρυγκομά καθόλου. Φτάνοντας στην ακτή, ζητά στον Γιώργο να πιάσει το ρεμέτζο. Ο Γιώργος σκύβει να το πιάσει και…
-«Ωωωωχ η μέση μου…», βογγάει. Κατεβαίνουμε στην ακτή, ο καπετάνιος μου πονάει πολύ. Προχωράμε προς τον οικισμό,  προς τον συλλέκτη νερού, να κρεμαστεί από τα δοκάρια του  για stretching, μήπως και συνέλθει. Αλλά δεν κατάφερε και πολλά, πώς να κρεμαστεί άλλωστε με το δεμένο πονεμένο χέρι του? Πάμε  προς το σπίτι
-«Νιώθω σαν μαδημένος κεραμιδόγατος», μλέει . Με πιάνουν τα γέλια. Γερνάμε…
Ο Bob  του λέει να κρεμαστεί από το δοκάρι του υπόστεγου. Ο Γιώργος του δείχνει το δεμένο χέρι.
-«Θα δοκιμάσω το κόλπο που μου έμαθε ο Καζ», λέει. Γονατίζει κάτω στην άμμο, ακουμπά το στήθος στα πόδια και απλώνει τα χέρια μπροστά προσπαθώντας να  φτάσει τα δάχτυλα των χεριών όσο πιο μακριά μπορεί.
-«Για την Μέκκα καλά πάω, παιδιά?»,

Στο τραπέζι του φαγητού γίνεται χαμός! Σήμερα το πρωί, ο Bob και ο Andrew, πήγαν στο νησάκι απέναντι και μάζεψαν  καβούρια. Πάνω στο τραπέζι βρίσκεται μια γαβάθα γεμάτη τεράστια καβούρια και ακόμη μια με ένα γιγάντιο coconut crab, καβούρι σε μέγεθος πιατέλας!!! Όρθιοι και καθιστοί οι φίλοι μας καθαρίζουν και τρώνε. Είναι αποφασισμένοι – λένε -να τα φάνε όλα. Η όρεξη των πολυνήσιων είναι παροιμιώδης.
-«Πάρτε, πάρτε μην ντρέπεστε! Καρίνα, Γιώργο φέρτε από ένα πιάτο, πάρτε όσο θέλετε», λέει περνώντας την απλωμένη χερούκλα του πάνω από τις γαβάθες με τα καβούρια και τις κατσαρόλες με τα φαγητά. Δυστυχώς είμαι πολύ φαγωμένη και  δοκιμάζωένα κομματάκι coconut crab.

-«Η γεύση του θυμίζει αστακό!»
-«Είναι πολύ πιο νόστιμο από τον αστακό!», λέει ο Bob με έμφαση.

15.00 Μετά το φαγητό πηγαίνουμε μαζί με την Μαντίνια και τον Χένρυ, ως το σπίτι του  Έντουαρντ. Θέλουμε να του δώσουμε τα χαιρετίσματα από τον Anders και την Merete, τους δανούς φίλους  από το σκάφος Freja, με τους οποίους ταξιδέψαμε παρέα από τον Παναμά ως τα Marquesasτης Πολυνησίας. Φτάνοντας, βρίσκουμε τον Έντουαρντ και τα αδέρφια του να καθαρίζουν μια μεγάλη ψαριά παπαγαλόψαρα. Ο Bobλέει οτι το parrot fish είναι το πιο νόστιμο ψάρι που υπάρχει.
Με ταχύτητα και ακρίβεια, καθαρίζουν τα ψάρια, βγάζουν το δέρμα, τα κόβουν σε φιλέτα και μετά  τα τυλίγουν  δυο-δυο  σε μεμβράνη για να τα καταψύξουν.
-«Και τί κάνετε με όλα αυτά?», ρωτάω δείχνοντας τα υπολείματα των ψαριών που πετούν σε μια  σκάφη.
-«Τα ταϊζουμε  στους καρχαρίες. Και έτσι όλοι έχουμε τροφή», απαντά ο Έντουαρντ με απόλυτη φυσικότητα. Σαν η δουλειά τελειώνει, ο ένας απ’αυτούς  βάζει την σκάφη πάνω σε ένα καρότσι και κατευθύνεται στην παραλία. Ακολουθούμε  μαζί με τα παιδιά. Ο άνδρας μπαίνει στα ρηχά κι  αδειάζει τα ψάρια στο νερό.
Μέσα σε κλάσματα του δευτερολέπτου γίνεται ένας απίστευτος αναβρασμός, μια εικοσαριά μικροί καρχαρίες έχουν ορμήσει στην τροφή! Ο Henry  αστειεύεται οτι θα μπει  στο νερό μαζί τους, μα η αλήθεια είναι πως τα παιδιά τους φοβούνται  τους καρχαρίες.
Επιστρέφουμε στο σπίτι του Έντουαρντ, μουδιασμένοι ακόμα από την άγρια σκηνή που παρακολουθήσαμε. Ο πατέρας του έχει φτιάξει ένα πιάτο με ωμό φιλέτο ψαριού σε γάλα καρύδας. Μας προσφέρει, είναι υπέροχο! Ο Έντουαρντ μας δίνει ένα πακέτο  με φιλέτο ψαριού.
-«Πάρτε να το φάτε στο σκάφος. Και  ευχαριστώ πολύ για την τέντα!», λέει.

Κυριακή 28/7
09.00 Ο Bob περνά και μας παίρνει  για να πάμε στην Κυριακάτικη λειτουργία.  Έξω στο σπίτι είναι όλοι έτοιμοι,  ντυμένοι με τα κυριακάτικα ρούχα τους. Η May φέρνει μας δίνει από ένα καπέλο, όλα στολισμένα με λουλούδια.
-«Οι γυναίκες πρέπει να φοράμε καπέλο στην εκκλησία», εξηγεί. Η Gayle ενθουσιάζεται και βγάζει φωτογραφίες.
Ο ιερέας μας υποδέχεται στο πλατύσκαλο του ναού.
-«Καλώς  ήρθατε!»

Περνάμε μέσα, οι γυναίκες δεξιά, οι άνδρες αριστερά, δεκαπέντε άνθρωποι  όλοι κι όλοι. Η λειτουργία ξεκινάει με ψαλμούς, η Tupou και ο Bob  τραγουδούν και οι φωνές τους ξεχωρίζουν. Ο ιερέας ανεβαίνει στον άμβωνα  και  απευθύνεται σε εμάς, τους επισκέπτες.

-«Είναι μεγάλη  χαρά που είσαστε μαζί μας σήμερα. Κάνατε μακρύ ταξίδι για να φτάσετε στο νησί μας, κάποιοι έρχεστε από μέρη πολύ μακρινά. Να ξέρετε πως όταν θα φύγετε, η αγάπη όλων μας από το Πάλμερστον θα σας ακολουθήσει, συντροφιά  για  ασφαλές ταξίδι, μέχρι να επιστρέψετε στα σπίτια σας»…
Μετά την λειτουργία, αφού βγάζουμε μερικές “οικογενειακές φωτογραφίες”

καθόμαστε όλοι στο με φροντίδα στρωμένο Κυριακάτικο τραπέζι.  Μέχρι να έρθουν τα φαγητά, η Μαντίνεια κι εγώ ζωγραφίζουμε με τις καινούργιες ξυλομπογιές.

Η Τούποου έχει μαγειρέψει κοτόπουλο με  γλυκοπατάτες μέσα στην γάστρα που της χαρίσαμε, ο Bob έψησε  πουλιά που τα έπιασαν χθες στον φούρνο (ο φούρνος τους είναι ένα  σιδερένιο βαρέλι που μέσα του καίνε ξύλα και έτσι πυρώνουν πέτρες για το ψήσιμο), ψάρι μαγειρεμένο σε γάλα καρύδας, ρύζι, και tagarari, δηλαδή καρύδες ψητές, η μια φτιαγμένη χωρίς ζάχαρη ειδικά  για μένα. Υπέροχα όλα, τροφή από την φύση τους στο τραπέζι μας.

Μετά το φαγητό, ξεκινάμε ο Tim (sy Pakele Loa), o Darrell  και η Gayle ( sy Gone Bambu)και εμείς,  βόλτα γύρω από το νησί  μαζί με τον Bob. Φτάνοντας στα μεγάλα mahogany trees, τα δένδρα που δίνουν το μαόνι,  ο Bob διηγείται την ιστορία του Victor Clark.

Ο Clark (1908-2005) ήταν  ένας άγγλος commander του πολεμικού ναυτικού.  Μετά την σύνταξή του έχτισε ένα ξύλινο δικάταρτο σκάφος και σήκωσε πανιά για τον περίπλου της γης.  Μια νύχτα που έπλεε κοντά στο Palmerston,  αποκοιμήθηκε και ναυάγησε πάνω στον νότιο ύφαλο. Ο  άνδρας σώθηκε και κατάφερε να βγει στην στεριά. Το χτυπημένο σκάφος έμεινε παγιδευμένο πάνω στα βράχια του υφάλου. Οι μήνες  περνούσαν και ο Clark  παρέμενε αποκλεισμένος στο νησί, αφού εκείνα τα χρόνια,  σπάνια ερχόταν πλοίο. Κάποια μέρα οι αρχηγοί  έκαναν συμβούλιο και αποφάσισαν να τον βοηθήσουν.   Έτσι ξεκίνησαν μια τεράστια επιχείρηση διάσωσης. Οι κάτοικοι  έκοψαν  κορμούς δέντρων και τους μετέφεραν ως τον  ύφαλο. Εκεί, χρησιμοποιώντας τους κορμούς σαν κατρακύλια,  έβγαλαν το δικάταρτο έξω στην στεριά.  Χρησιμοποιώντας  τεράστια διπλά πριόνια, έκοψαν μερικά mahogany treesκαι με την ξυλεία τους κατασκεύασαν σανίδες από γερό μαόνι, με τις οποίες επισκεύασαν την τρύπα στα ύφαλα του σκάφους. Μετά από οκτώ μήνες δουλειάς το σκάφος  ήταν έτοιμο να ταξιδέψει ξανά.  Ο Clark απέπλευσε και έφτασε στην Νέα Ζηλανδία. Εκεί πήγε το σκάφος σε  ένα καρνάγιο.  Όταν είδαν την επισκευή που είχε γίνει  στο Palmerston του είπαν πως αυτοί δεν θα μπορούσαν  να κάνουν κάτι καλύτερο. Το μαόνι  ήταν κατά πολύ ανώτερο από το ξύλο από το οποίο ήταν χτισμένο το υπόλοιπο σκάφος. Ο Clark έζησε μια μακριά ζωή και όταν πέθανε, η στάχτη του μεταφέρθηκε στο Palmerston, όπως ήταν η επιθυμία του. Ο τάφος του βρίσκεται εδώ.  Η ιστορία αυτή  υπάρχει στο βιβλίο του “Wind on a Dream”
Κάνουμε τον γύρο του νησιού και ο Bob μας λέει για το ένα και το άλλο. Aγαπά πολύ το Palmerston, όπως πιστεύω και όλοι οι άλλοι κάτοικοι.  Στα πέντε χρόνια που ταξιδεύουμε καθαρότερο νησί δεν είδαμε  ποτέ.

Δευτέρα 29 Ιουλίου
04.00 Ο Γιώργος πετάγεται από το κρεββάτι και βγαίνει έξω, το κούνημα είναι τόσο δυνατό που φοβήθηκε οτι το σκάφος λύθηκε και βγήκαμε στον ωκεανό. Ευτυχώς είναι όλα εντάξει, μόνο που γύρισε ο άνεμος και το σουέλ έρχεται απ΄το πλάι και μας κουνά άσχημα.  Ξαναγυρνά στο κρεββάτι, μα εγώ δεν μπορώ να κοιμηθώ. Το Φιλίζι χτυπιέται σαν να ταξιδεύουμε σε μεγάλη φουρτούνα.  Μισή ώρα μετά σηκώνομαι, φτιάχνω καφέ και βγαίνω να τον πιω στο κόκπιτ. Στα δεξιά, τα φώτα αγκυροβολίας των  Pakele Loa, Gone Bambu, και των άλλων δύο που έφτασαν χθες, χορεύουν κι αυτά σαν εκκρεμές. Σιγά – σιγά, μόλις τα μάτια μου συνηθίζουν στο σκοτάδι κοιτάζω την θάλασσα και μένω με το στόμα ανοιχτό:αμέτρητοι φωσφορισμοί επιπλέουν και χοροπηδούν πάνω στην επιφάνεια του νερού. Σαν τα άστρα να’πεσαν  κάτω στην θάλασσα και  να χορεύουν! Το θέαμα είναι τόσο μαγικό που κατεβαίνω και τον  ξυπνάω.
Καθόμαστε παρέα αρκετή ώρα και κοιτάζουμε αυτή την απίστευτη παράσταση χορού. Μετά, εκείνος ξαναγυρνά στην καμπίνα. Εγώ μένω έξω, παρέα με τα άγνωστα φωτεινά πλάσματα, τον άνεμο που τραγουδά στα ξάρτια,  την ανεμογεννήτρια που σφυρίζει  και το βόμβο από τα κύματα που σκάνε με δύναμη  στον  ύφαλο.

Δευτέρα 29/7 Η τελευταία ημέρα  στο Palmerston.
10.00 –«Alfa Golf, Alfa Golf this is Filizi”, καλεί ο Γιώργος  τον Bobστο  VHF.
-“Good morning Filizi. Let’s go to (channel)1-4”. Αλλάξουμε κανάλι, πάμε στο 14
-“How was your night Filizi? Should I come to bring you ashore ?”
-“It was OK, just a bit rolly. Yes, we are ready, thank you Bob”
-“Coming right away. Alfa Golf standing by on channel 1-6”. Τί άνθρωπος είναι αυτός.  Παρ’ ότι έχει τόσες δουλειές  είναι πάντα πρόθυμος να μας εξυπηρετήσει.
Περιμένουμε στο κόκπιτ. Μια φάλαινα ξεφυσά λίγα μέτρα μακριά απ’ το Φιλίζι. Κι όπως συμβαίνει πάντα, τώρα που το χρειάζομαι,  το κινητό μου είναι μέσα και φορτίζει.  
Η βάρκα να περνά τον ύφαλο κάνει σύντομη στάση στο sy Gone Bambu, και κατευθύνεται προς εμάς.   Πριν βγούμε στο πλάι για να του κάνουμε σήμα να κόψει ταχύτητα για την φάλαινα, αυτός σχεδόν σταματά. Την έχει δει πολύ πριν από εμάς, εδώ είναι το σπίτι του. Η Μαντίνια μας πετά το σχοινί  να πιαστούμε, δίπλα της ο Χένρυ είναι κάπως μουτρωμένος. Δίνω στα παιδιά μια σακούλα με πέντε μεγάλα καρότα. Το πρόσωπό τους φωτίζεται και τρώνε αμέσως από ένα, χωρίς να τα καθαρίσουν. Πετάει το πλήρωμα σήμερα
Μόλις περνάμε το πέρασμα του υφάλου, ο Bob κόβει ταχύτητα για να μην βραχούμε. Σήμερα τα πράγματα είναι ανάποδα,  τοlagoon έχει κύμα και ο ωκεανός είναι λάδι.  Κατεβαίνουμε στην αμμουδιά.
-«Madeenia,  φέρε γρήγορα το φορητό VHF!»
Η μικρή φεύγει  τρέχοντας σαν άνεμος στην προσταγή του πατέρα, πατά  ανάλαφρα με τα ξυπόλυτα ποδαράκια πάνω στα κοράλια της παραλίας και  γυρνά αμέσως.  Έρχεται σκάφος, πρέπει να  βοηθήσουν.

Το σπίτι  φαίνεται έρημο,  μέχρι που εμφανίζεται η May, με έναν δίσκο στα χέρια .
-«Καλή μέρα, βγήκατε νωρίς σήμερα!», λέει χαμογελαστή η κοπέλα
Η Gayle παίζει UNO με την Μαντίνια παιδιά. Ο Henry ταϊζει ψάρια σε ένα μωρό frigate bird , που μάζεψαν τραυματισμένο απ’το νησάκι  απέναντι. Κάθε φορά που  πλησιάζω το τεράστιο μωρό με το μακρύ ράμφος  κάνει σναπ –σναπ,  να με δαγκώσει. Μια κότα τριγυρνά κάτω από τα πόδια μου.  Ο άνεμος τραγουδά πάνω στα φύλλα των φοιικόδεντρων. Γαλήνη απόλυτη.
12.00 Η Tupou και η May φέρνουν τα φαγητά και τα βάζουν στο διπλανό τραπέζι. Ο Bob ανεβαίνει από την παραλία κρατώντας ένα κομμάτι από έναν μεγάλο τόννο, δώρο από το σκάφος ARKA που μόλις έφτασε.
-«Σερβιριστείτε τί περιμένετε?» λέει γελώντας. «Θα σας ετοιμάσω και λίγο σούσι!»
Τα φαγητά που μαγείρεψε η Tupouείναι πολύ νόστιμα, όμως και πάλι κάθεται μαζί με την May και τα παιδιά στο  τραπέζι, κάτω από το δέντρο. O Γιώργος, ο Tim και ο Darrell, συζητούν για τα πρόσφατα δελτία καιρού. Αύριο θα φύγουμε όλοι, το Pakele Loa  και εμείς για Niue  και το Gone Bambu  για American Samoa. Θα έχουμε ελαφρύ άνεμο και την δεύτερη μέρα λίγη βροχή. Μια χαρά, δεν βιαζόμαστε άλλωστε.
14.00  Περισσότερα σκάφη κατεύθασαν  στο νησί και μόλις τέλειωσαν  με το clearance τα πληρώματά τους ήρθαν έξω. Πλησιάζει η παρέα και πιάνουμε κουβέντα, είναι  έξι ιταλοί από το σκάφος ARKA. Θα μείνουν μια νύχτα μόνο και αύριο θα φύγουν για το Niue,  το αγγυροβόλιο του Palmerston τους φαίνεται πολύ άβολο. Ο Arthur  κάθεται μαζί μας και μας διηγείται υπέροχες ιστορίες για την πολυνησία. Σηκώνεται αέρας κι αρχίζει  να βρέχει. Μόλις σταματά οι ιταλοί φεύγουν.
Μένουμε στο τραπέζι εμείς οι έξι από τα τρία σκάφη του Bob.  Εκείνος κάθεται απέναντί μας,  άρχοντας ανάμεσα στην οικογένειά του. Κοιτάζει όλους γύρω εμάς και λέει με την βροντερή φωνή του
-«Σας ευχαριστώ για όλα όσα μας δώσατε. Δεν θέλω χρήματα από κανέναν σας. Αν θέλετε έχω  ψάρια, να σας δώσω για το ταξίδι”. Εμείς όλοι τον κοιτάμε ξαφνιασμένοι. Οι πολυνήσιοι είναι ένας σπάνιος λαός και η οικογένια αυτή λαμπρό παράδειγμα ευγένειας, γεναιοδωρίας και φιλοξενείας.
Αγκαλιαζόμαστε με τα παιδιά και μετά με την Τουπόου,
-«Ελπίζω πως θα ξανάρθουμε κάποτε,  στον επόμενο περίπλου,  σε 5-6 χρόνια. Σας ευχαριστούμε για όλα, κάνατε την παραμονή μας στο Palmerston αξέχαστηεμπειρία»
-«Θα σας περιμένουμε, Καρίνα. Ώσπου να ξανάρθετε θα έχει γυρίσει και η μεγάλη μου κόρη, η μητέρα του Henry και θα την γνωρίσεις. »
Ο Bob και οι υπόλοιποι είναι στην παραλία και περιμένουν.
-«Ελάτε!»
Πλησιάζω την Tupou για μια τελευταία αγκαλιά. Τα μάτια της είναι δακρυσμένα.
-«Δεν θα σας ξεχάσουμε ποτέ!»
Ο Bob  μας αφήνει στο σκάφος. Ο Γιώργος κατεβαίνει και τού δίνει  κέρασμα, ένα μπουκάλι ρούμι και ένα μπουκάλι ουίσκυ,  αφού ξέρουμε οτι είναι  μετρημένοι στο αλκοόλ, και  δεν έχουμε τύψεις.
-«Να τα πιείτε στην υγειά μας. Σ’ευχαριστούμε για όλα.

Τρίτη 30/7
05.00 Το κούνημα ήταν φοβερό κι απόψε αλλά ευτυχώς κοιμήθηκα. Βγαίνω στο κόκπιτ, η θάλασσα πάλι γεμάτη με χορευτούς φωσφορισμούς. Στο σπίτι του Bob  φαίνεται φως, οι φίλοι μας  έχουν ξυπνήσει. Είμαι λυπημένη. Σε 3 ώρες αποπλέουμε για το Niue.Η απορία που είχα πριν φτάσουμε απαντήθηκε,  το DNA  των κατοίκων του Palmerston έχει ποτιστεί από την ομορφιά και την αγνότητα του νησιού και του ωκεανού. Ένα κομμάτι της καρδιάς μου θα μείνει για πάντα εδώ στο μικρό Palmerston και στους υπέροχους ανθρώπου του.
08.30 Λύνουμε τις πριμάτσες και ανοίγουμε πανιά. Το Φιλίζι  πλέει με πλεύση πεταλούδα,  άνεμο ΕΝΕ 20 kts με προορισμό  το Niue που βρίσκεται 400 NM   στα δυτικά. Υπολογίζουμε να φτάσουμε την Παρασκευή το πρωί. Ο Tim και η Anna με το Pakele Loa , ξεκίνησαν 30 λεπτά νωρίτερα. Θα έχουμε παρέα στο ταξίδι, ωραία!
19.00 Ο άνεμος έχει πέσει και πλέουμε αργά σε έναν  γαλήνιο  Ειρηνικό Ωκεανό. Φεγγάρι δεν υπάρχει, μα ο ωκεανός είναι γεμάτος με φωτεινά ποτάμια και το θέαμα μοναδικό!  Το Milky Way, ο Γαλαξίαςαπίστευτα λαμπρός, φωτίζει τα  κύματα. Πιο πέρα ο Rigel απ΄τον αστερισμό του Κενταύρου,αντανακλά ασημένιο μονοπάτι πάνω στην θάλασσα.  Ο Σταυρός του Νότου όλο και γέρνει. Ο Δίας κυριαρχεί, φορώντας ένα φωτεινό halo σαν στέμμα. Δεν μου κάνει καρδιά να διαβάσω σε αυτή την βάρδια. Βάζω μουσική και αρχίζω να χορεύω. Πάνω στον ουρανό τ’ άστρα με βλέπουν και γελούν.

Παρασκευή  Αυγούστου 2019.
08.15 Πέρασε και η Τρίτη νύχτα εν πλώ, με βροχούλα και ελαφρύ άνεμο. Βρισκόμαστε  πια 23 ΝΜ από το Niue μα ο ουρανός είναι τόσο βαρύς που το νησί δεν φαίνεται.  Και τότε ξαφνικά, δώρο από το νερό και το φώς, ένα τεράστιο, λαμπρό,  μεγαλειώδες ουράνιο τόξο εμφανίζεται  μπροστά απ΄την πλώρη. Προχωράμε μαγεμένοι προς την ονειρική, ουράνια πύλη  που μας φαίνεται καλωσόρισμα στο παράξενο μοναχικό νησί – βράχο του Ειρηνικού  Ωκεανού, το Niue.

Archive

Loading

0 Comments

Translate »