Τετάρτη 19 Νοεμβρίου 2014 –16°53Ν 24° 59W
Η ώρα είναι 13.00 και η σειρήνα της εκκίνησης σφυρά. Φυσάει άνεμος βορειοδυτικός 5 μποφώρ και με τα πανιά μας για δευτερόπριμα, πιάνουμε αμέσως τα 7kts!
Το θέαμα γύρω είναι υπέροχο: τα πενήντα σκάφη αποπλέουν με τις σημαίες τους ν’ανεμίζουν και τα πανιά τους ανοιγμένα, οι αποχαιρετισμοί των φίλων συνταξιδιωτών, τα πλατιά χαμόγελα και οι ευχές για καλό ταξίδι.
Δίπλα μας βρίσκεται το όμορφο και γρήγορο σκάφος Lydia με τους νέους μας φίλους Donald, Richard και Mathew. Ένα κοπάδι δελφίνια μας περικυκλώνει ακριβώς την στιγμή που βγαίνουμε από τον κόλπο του Μιντέλο και ο ενθουσιασμός μας είναι μεγάλος για το υπέροχο κατευόδιο.
Η πλέυση είναι γρήγορη και δεν υπάρχει κύμα, είμαστε ακόμα προστατευμένοι στο βορρά από το νησί Sao Antao. Είμαστε και οι τρεις σε μεγάλα κέφια, λέμε ιστορίες, γελάμε και απολαμβάνουμε το ξεκίνημα της περιπέτειάς μας. Λίγο αργότερα, αφήνω τους άντρες στο κόκπιτ και κατεβαίνω να μαγειρέψω – ένα spicy μπριαμ και χαλβά σιμιγδαλένιο.
Την ώρα που ψιλοκόβω κεφάτη τα λαχανικά, συνειδητοποιώ πόσο χαλαρή είμαι, κάπως σαν να ξεκινάμε από το Καλαμάκι για την Σέριφο. Φόβο δεν νιώθω καθόλου και σκέφτομαι πως αν υπάρχει, πρέπει να έχει τρυπώσει σε κάποια γωνιά του μυαλού μου, κρυμμένος πολύ, μα πολύ βαθιά. Ας μείνει εκεί καλύτερα. Γιατί άλλωστε να φοβηθώ? Ο καιρός είναι καλός, γλυκός και είναι απίθανο τέτοια εποχή να πέσουμε σε φοβερή καταιγίδα. Βέβαια πάντα θυμάμαι τις τρομακτικές ιστορίες που έχω διαβάσει σε ναυτικά περιοδικά, ιστορίες για σκάφη που ανατράπηκαν όταν η καρίνα τους (OXI ΕΓΩ) κόπηκε γιατί χτύπησε πάνω σε ένα κοντέινερ, που είχε πέσει από ένα καράβι που βρέθηκε σε μεγάλη φουρτούνα, και άλλες ιστορίες πολλές. Είμαι σίγουρη όμως πως αυτά συμβαίνουν σπάνια και πως στην πραγματικότητα η οδήγηση στην Εθνική Οδό Αθηνών – Λαμίας είναι πιό επικίνδυνη. Για να μην αναφερθώ στην Αθηνών – Πατρών.
15.00 Ο άνεμος έχει πέσει αρκετά και αποφασίζουμε, μετά το φαγητό, να μαζέψουμε την τζένοα και να ανεβάσουμε το ασύμμετρο, μήπως μας δώσει δρόμο. Μόλις ανεβαίνει το πανί ο άνεμος σπάει ακόμα περισσότερο, πάμε αργά 4 με 5 kts το πανί μια φουσκώνει, μια χάνει τον αέρα του και μοιάζει πως θα βουτήξει όλο μέσα στο νερό. Ο Γιώργος έχει βάλει τον αυτόματο και στέκεται πίσω απ’το τιμόνι, με τα μάτια στο πανί και τα όργανα, σε κατάσταση επιφυλακής. Στο βάθος του ορίζοντα κάποια καταμαράν προχωρούν με τα μπαλόνια τους φουσκωμένα. Ισως εκεί να βρήκαν αέρα.
17.50 Το ασύμμετρο κατεβαίνει, κρατάμε μόνο τη μαίστρα για σταθεροποίηση στο κύμα και ανάβουμε μηχανή. Ο άνεμος έχει πέσει εντελώς. Η πορεία με την πυξίδα είναι 268° αλλά ταξιδεύουμε 278° λόγω της μαγνητικής απόκλισης. Ο ήλιος δύει και – απίστευτο – μέσα σε λίγα λεπτά σκοτεινιάζει.
Πλησιάζουμε το νότιο κάβο του Sao Antao και το νησί μας φέρνει φρέσκο αέρα, βοριά γύρω στα 5 μποφώρ. Σηκώνουμε πανιά πάλι και ταξιδεύουμε με 8 kts με μια απολαυστική πλαγιοδρομία. Στις 20.00 μόλις ο Γιάννης κατεβαίνει στην καμπίνα του, η Περκάν στήνεται στο άνοιγμα του χατς, σημάδι πως θέλει να μπει μέσα. Την κατεβάζω και αμέσως μπαίνει στην καμπίνα του φίλου μας. Η προδότρα, όλο τους φιλοξενούμενους προτιμά… Ο άνεμος σπάει μα η πλεύση μας συνεχίζεται σταθερή και γρήγορη. Στις 21.00 κατεβαίνω να ξαπλώσω.
23.00 – Ανοίγω τα μάτια και κοιτάζω την ώρα, είναι νωρίς ακόμη για την βάρδια μου. Βλέπω το κόκκινο φωτάκι κεφαλής του Γιώργου να φωτίζει το chart table – είναι σκυμένος στο iPad.
-“Πώς είσαι μωρό μου?” τον ρωτώ.
-“Καλά. Μέχρι πριν λίγο δεν μπορούσα να κρατήσω τα μάτια μου ανοιχτά απ΄τη νύστα, αλλά έκανα διάφορες δουλειές και ξεχάστηκα. Έχει ωραίο αεράκι και πάμε συνέχεια με 7 kts. Ο Γιάννης θα ξυπνήσει στις 02.00″
Καταλαβαίνω απ’ τη φωνή του πόσο κουρασμένος είναι. Σηκώνομαι και ντύνομαι σβέλτα.
-“Πήγαινε να ξαπλώσεις, εγώ ξεκουράστηκα μια χαρά” λέω φορώντας το σωσίβιό μου. Εκείνος βγάζει τα ρούχα του και πέφτει στο κρεββάτι χωρίς αντιρρήσεις.
Βάζω κλασική μουσική στα ακουστικά και βγαίνω έξω στην αστρόφωτη νύχτα. Τα νησιά βρίσκονται πια πίσω μας και μπροστά υπάρχει μόνο ο Ατλαντικός Ωκεανός και πέρα από αυτόν η Αμερικανική ήπειρος. Λίγα μίλια πιο πέρα προπορεύονται οι φίλοι μας του Lydia, τους είδα στο AIS. Κάθομαι στο κάθισμα του καπετάνιου, κοιτώ τα φουσκωμένα μας πανιά, τις ενδείξεις στα όργανα και καμαρώνω για το Φιλιζάκι που ανεβοκατεβαίνει στα κύματα με τόση χάρη. Μας αγκαλιάζει ένας καθαρός, χωρίς φεγγάρι ουράνιος θόλος, διάσπαρτος με ολόλαμπρα αστέρια. Νιώθω πραγματικά ευλογημένη τη νύχτα αυτή.
Πέμπτη 20 Νοεμβρίου 2014 – 2η ημέρα
02.00 Μοναχική βάρδια τέλος – ανάβει το φως στην καμπίνα του Γιάννη και σε λίγο τον βλέπω γελαστό στο χάτς:
-“Καλημέρα Ocean crosser! ” λέει και γελάμε “Φιάχνω καφέ και έρχομαι. Θέλεις?”.
Κουνάω το κεφάλι, όχι. Σε λίγο έρχεται έξω με τον μοσχομυριστό ελληνικό του και ανάβει τσιγαράκι.
-“Ωραία πάμε¨ συνεχίζει κοιτώντας στο ταχύμετρο τα 7kts SOG “αλλά βλέπω ένα βαρύ σύννεφο πίσω. Ίσως έρχεται μπουρίνι !”
Γυρνώ και βλέπω το τεράστιο γκρί σύννεφο που σκοτεινιάζει τον έναστρο ουρανό στα βορειοανατολικά. Μπαίνω μέσα και ανάβω το radar. Πράγματι πίσω μας φαίνεται μια μάζα σα να υπάρχει νησί, δείγμα πως πέφτει βροχή σε εκείνο το σημείο. Βάζω τον κέρσορα της οθόνης του ραντάρ στην άκρη του σύννεφου και γυρνάω στον Γιάννη
-“Ας παρακολουθήσουμε πώς κινείται το σύννεφο και άν φανεί οτι πλησιάζει, μουδάρουμε ” προτείνω.
– “Νομίζω πως πρέπει να ξυπνήσουμε τον καπετάνιο!” απαντά εκείνος.
Εγώ δεν το θεωρώ απαραίτητο και πολύ λυπάμαι να ξυπνήσω τον καλό μου, που έχει κοιμηθεί λιγότερο από τρεις ώρες, όμως ο Γιάννης έχει αγχωθεί, οπότε συμφωνώ: ας τον ξυπνήσει. Ο Γιώργος σηκώνεται νυσταγμένος και πάει στο ραντάρ: το σύννεφο πλησιάζει και δεν ξέρουμε άν απλά κουβαλάει βροχή ή άν είναι δυνατό μπουρίνι. Με σκεπτικό better safe than sorry μαζεύουμε τα πανιά, βάζουμε μηχανή, σηκώνουμε το sprayhood και ξεδιπλώνουμε την τέντα. Πάνω στην ώρα. Σε δυο λεπτά αρχίζει μια καταρρακτώδης βροχή που κρατάει ένα τέταρτο. Ορατότης μηδέν και όλα μούσκεμα! Η επόμενη μια ώρα περνάει έτσι, πότε δυνατές μπόρες, πότε λίγος αέρας και τα αγόρια το… διασκεδάζουν. Τους αφήνω να δαμάσουν τα στοιχεία της φύσης και αποσύρρομαι στα διαμερίσματά μου, να ανακτήσω δυνάμεις. Λέω στην Περκάν να έρθει μαζί μα εκείνη κάνει πως δεν ακούει – προτιμάει να μείνει στο κόκπιτ. Ανταρσία σήμερα το Πέρκανι.
03.00 Κατεβαίνω στην καμπίνα, βγάζω τα ρούχα μου και ξαπλώνω στο κρεββάτι που λικνίζεται ρυθμικά. Προσπαθώ να βολευτώ και όλο κατρακυλώ, οπότε ψάχνω την κατάλληλη στάση για να μην κουνιέμαι τόσο. Τελικά κάποια στιγμή αποκοιμιέμαι με τον ήχο της βροχής και τα γέλια των αγοριών στα αυτιά μου.
05.30 Ανοίγω τα μάτια και ψάχνω στο σκοτάδι το κινητό μου για να δω την ώρα. Ανάβω το κόκκινο φωτάκι, ντύνομαι μηχανικά και βγαίνω στο κόκπιτ. Είναι ακόμα σκοτάδι. Ο Γιώργος είναι μισοξαπλωμένος στο κάθισμα και ο Γιάννης κάθεται πίσω από το τιμόνι. Με καλημερίζουν και ο Γιώργος με φιλά και με ενημερώνει.
-“Έχει ρίξει τρεις – τέσσερις μπόρες δυνατές μα σύντομες. Πάμε τέλεια με βόρειο άνεμο 14-18 μίλια και δεν έχουμε πέσει κάτω από 7 κόμβους την τελευταία ώρα.”
Κοιτάζω τα όργανα, τα πανιά μας και το πρόσωπο του καλού μου.
-“Ωραία! Να πας να ξεκουραστείς τώρα μωρό μου, και εσύ Γιάννη. Άντε! Νάνι time“ λέω και ο Γιάννης, χωρίς πολλά κατεβαίνει να κοιμηθεί. Ο καλός μου μένει μαζί μου, με πεθύμισε λέει! Σε λίγο ξεσπάει δυνατή βροχή πάλι – ορατότης μηδέν ξανά – αλλά κρατάει μόνο πέντε λεπτά. Έχω γίνει μούσκεμα απ’ τη μέση και κάτω γιατί δεν πρόλαβα να φορέσω το παντελόνι της νιτσεράδας μου. Κατεβαίνω και αλλάζω τα βρεμένα ρούχα.
Στις 6.30 ανατέλλει ο ήλιος πίσω από μεγαλιώδη καταιγιδοφόρα σύννεφα κατακόρυφης ανάπτυξης (στρωματοσωρείτες/cumulonimbus). Ο ουρανός έχει μια άγρια υπέροχη ομορφιά.
16°46 Ν 026°48 W – 07.00 Συνεχίζουμε την πλαγιοδρομία με την πυξίδα στις 280°. Στο AIS βλέπουμε πως τα σκάφη OYNAS & FORTUNE COOKIE είναι κοντά μας και ψάχνουμε τον ορίζοντα να τα εντοπίσουμε, όμως δεν διακρίνονται ούτε με γυμνό μάτι, ούτε με κυάλια. Σε λίγο ο καλός μου πηγαίνει να κοιμηθεί στην καμπίνα μας και παίρνει μαζί του την Περκάν. Κατεβάζω το sprayhood, μαζεύω την τέντα και χαίρομαι το ελεύθερο οπτικό πεδίο στα πανιά, τον ουρανό και τη θάλασσα. Τα χελιδονόψαρα αρχίζουν τις πρωινές τους πτήσεις και κάθε που ένα κοπάδι απογειώνεται μέσα απ’ τα κύματα, σαν ένα σμήνος από ασημένια μικρά πουλιά, μένω να τα θαυμάζω.
Τα κύματα έχουν μεγαλώσει, πρέπει να είναι 2-3 μέτρα και όποτε κοιτώ πίσω την πρύμνη, αναρρωτιέμαι άν κάποιο απ’ αυτά θα μπει ζωντανό μέσα στο κόκπιτ. Δένω τον ιμάντα ασφαλείας στα ρέλια και προσεκτικά κάνω μια βόλτα γύρω στο ντεκ, ψάχνοντας μήπως δω κάποιο πρόβλημα. Όλα φαίνονται εντάξει και η πλαγιοδρομία συνεχίζεται σταθερά. Φέρνω έξω το τετράδιό μου, το ακουμπάω στα γόνατα και ξεκινώ να γράφω το Ημερολόγιο. Με τόσο κούνημα σε αυτή τη στάση το μολύβι μου χορεύει πάνω στις σελίδες και αναρρωτιέμαι άν θα διαβάζονται αυτά τα γράμματα….
Ο ήλιος ανεβαίνει καυτός, αρχίζω να ψήνομαι. Απλώνω την τέντα μα δεν με προστατείει γιατί ο ήλιος είναι ακόμα χαμηλά. Φοράω αντιηλιακό, το καπέλο μου και αντιηλιακό μακρυμάνικο μπλουζάκι. Και είναι Νοέμβριος!
09.30 Ο Χάλεντ βγάζει το κεφάλι του από το χάτς, ρωτάει άν θέλω καφέ και πάλι απαντώ όχι. Στην πραγματικότητα πολύ θα’ θελα έναν μοσχομυριστό ελληνικό μα λέω να τον αποφύγω στη διάρκεια του διάπλου γιατί η καφείνη δυσκολεύει τον ήδη δύσκολο ύπνο. Η πλεύση είναι στρωτή, και έτσι αράζουμε στο καναπεδάκι κουβεντιάζοντας. Στις 10.15 σηκώνεται ο Γιώργος, του φιάχνω καφέ και κατεβαίνω να ξαπλώσω. Είμαι κουρασμένη μα δεν καταφέρνω να κοιμηθώ Στριφογυρνάω για μια ώρα και σηκώνομαι, είναι χάσιμο χρόνου. Φιάχνω σαντουιτσάκια με χαμόν σεράνο, αυγό, ισπανικό τυρί curado, αγγούρι, λίγο μουστάρδα και φρεσκοτριμένο πιπέρι για τ’ αγόρια και χωρίς χαμόν για μένα. Βγαίνω στο κόκπιτ και το πεινασμένο πλήρωμα πολύ χαίρεται που με βλέπει.
Περιμένουμε να περάσει η 12η ώρα και συνδέουμε το mac με το iridium για να πάρουμε τα email του ARC+. Περιέργως η διοργάνωση δεν έχει στείλει τα γνωστά email μόνο ένα που αφορά το radio net του SSB – αδιάφορο για μας αφού δεν έχουμε SSB. Στέλνουμε email στο Mailasail και ζητάμε δελτίο σε μορφή GRIB Η απάντηση έρχεται σχεδόν αμέσως. Καμμιά αλλαγή, θα έχουμε άνεμο Β- ΒΑ 11-18 μίλια.
2η μέρα – 13.00 16°46 Ν 027°29 W Συνεχίζουμε την πλαγιοδρομία. Το πρώτο 24ωρο του αγώνα ήδη πέρασε και έχουμε διανύσει 148,5 ναυτικά μίλια. Ο μέσος όρος ταχύτητάς μας είναι 6,8 kts. Καθόλου άσχημα. Not bad!
Στρώνουμε τραπέζι για το μεσημεριανό μας: μπριάμ από χτες- που όλοι συμφωνούμε οτι σήμερα είναι πιο νόστιμο – με φέτα καλαθάκι Λήμνου και αλατσοελιές απ’τα Χανιά. Ο ωκεανός έχει ένα γαλάζιο, φιλόξενο χρώμα παρ’ όλο που το βάθος του είναι πάνω από 4.000 μέτρα. Είμαστε χαρούμενοι. Ο καιρός είναι υπέροχος.
18.00 Ταχύτητα 7,5 kts άνεμος ΒΑ 5 μποφώρ. Η πλεύση είναι μας είναι τέλεια και τα κύματα παρ’ όλο που είναι πολύ μεγάλα δεν τα νιώθουμε. Το καταμαράν Purrfect βρίσκεται σχεδόν δίπλα μας. Ο Γιώργος φέρνει την ΝΙΚΟΝ και τους φωτογραφίζει. Το θέαμα είναι εντυπωσιακό, κάποιες στιγμές το σκάφος χάνεται πίσω από τα ωκεάνια κύματα και το μόνο που φαίνεται είναι το κατάρτι! Ο Γιώργος με πιέζει να πάω για ύπνο και κατεβαίνω απρόθυμα. Είναι τόσο όμορφα έξω και δεν νομίζω πως νυστάζω. Περιέργως κοιμήθηκα αμέσως και ούτε όνειρα, ούτε κούνημα διέκοψαν τον βαθύ ύπνο μου.
2η μέρα – 23.30 Ανοίγω τα μάτια και δεν μπορώ να πιστέψω πως κοιμήθηκα 4 ολόκληρες ώρες και 30 λεπτά. Σηκώνομαι με δυσκολία. “Με τον πολύ ύπνο γίνεσαι μαλθακή”, σκέφτομαι και φοράω το σωσίβιό μου.
Ο καπετάνιος μου με καλωσορίζει, είναι φανερό από το χαμόγελό του πως χαίρεται πάρα πολύ που με βλέπει. Με ενημερώνει :
-“Ο άνεμος έχει σπάσει, ο φαινομενικός έχει πέσει στα 12 με 14 kts και πάμε με 6kts περίπου”.
Είναι πολύ κουρασμένος και συμφωνεί να τον σκατζάρω μια ώρα νωρίτερα. Κατεβαίνει, σημειώνει δυο γραμμές στο LOGBOOK και μπαίνει στην καμπίνα. Παρακολουθώ τις κινήσεις του απ΄το κόκπιτ εξω που βρίσκομαι, πως βγάζει τον εξοπλισμό και τα ρούχα του με αργές κουρασμένες κινήσεις, σχεδόν νιώθω την χαρά του μόλις ξαπλώνει στο ζεστό κρεββατάκι. Το επόμενο λεπτό το κόκκινο φωτάκι του σβήνει. Είμαι μόνη, εγώ το Φιλιζάκι και ο Ωκεανός.
Η ένταση του ανέμου μεταβάλλεται διαρκώς και τις στιγμές που πέφτει πολύ και καθώς τα μεγάλα κύματα κλυδωνίζουν το σκάφος τα πανιά χάνουν το σχήμα τους, η τζένοα ζαρώνει και μετά τεντώνεται με έναν δυνατό κρότο, η μαίστρα με τη μάτσα χτυπιούνται και ο αυτόματος συνέχεια σφυράει μπιπ μπιπ wind shift αφού αλλάζει ο φαινομενικός άνεμος. Στέκομαι όρθια στο τιμόνι προσπαθώντας να ισορροπήσω και διορθώνω τον αυτόματο μια μοίρα κάθε που σφυρά. Ψάχνω στο κινητό μου για μουσική μα τελικά διαλέγω να ακούσω τον Κωστή Παλαμά να απαγγέλει ποιήματά του. Τι καλύτερο θα μπορούσε να ακούσει ένας άνθρωπος, μια μοναχική νύχτα κάτω από τα αστέρια και πάνω στα κύμματα από ποίηση?
Ώρες ύπνου
Καρίνα 2.00 + 4.30= 6.30
Γιώργος 3.15+4.00 +1.00= 8.15
Γιάννης 5.00+3.00+4.00=12.00
Παρασκευή 21 Νοεμβρίου 2014, 3η μέρα
01.30 Το φως στην καμπίνα του Γιάννη ανάβει και σε λίγο έρχεται έξω. Προσπαθούμε – χωρίς αποτέλεσμα όμως – να βελτιώσουμε τα πανιά που χτυπιούνται. Χρειάζεται άνεμος καλός στα πρίμα τί να μας κάνει ένα τεσσαράκι (μποφώρ) με αυτά τα κύματα? Στο μεταξύ, πυκνά σύννεφα έχουν κρύψει τα αστέρια στον ουρανό και κατεβαίνω να ανάψω το ραντάρ. Ο Γιάννης ακολουθεί κάτω, βάζει καφέ στο μπρίκι και στρίβει ένα τσιγάρο.
– “Δεν βλέπω τίποτα στο ραντάρ – το σβήνω να μη μας τρώει την μπαταρία” του λέω. Η σουρτούκα η Περκάν – που κοιμόταν ως τώρα στην καμπίνα του – βλέπει την κινητικότητα στην κουζίνα και έρχεται. Κάθεται μπροστά στην στάση “καλό σκυλί”- σούζα δηλαδή- γλύφεται και με κοιτάει στα μάτια με το ύφος “πεινάω”.
Από την ανοιχτή πόρτα της καμπίνας, ακούγεται η φωνή του Γιώργου
-“Πώς πάμε? Όλα καλά?”
-” ‘Όλα καλά είναι, μείνε ήσυχος” του απαντώ και κόβω δυο φετούλες ζαμπονάκι για την Περκάν.
Εκείνη το τρώει λαίμαργα και μετά στέκεται στην βάση της σκάλας κοιτώντας έξω σαν μαγνητισμένη.
– “Θέλεις τα “μπράβο“ σου καλή μου?” τη ρωτάω και της φοράω το σωσίβιό της. Την σηκώνω απ’ τον ιμάντα του σωσιβίου της, πιάνομαι γερά από το χερούλι της σκάλας και ανεβαίνουμε μαζί, κρατώντας δύσκολα ισορροπία. Φέγγω μπροστά της με τον φακό και προχωράμε για την πλώρη. Είμαι δεμένη με τον ιμάντα και τον κλιπάρω διαδοχικά στα ρέλια. Τρέμω μην σκοντάψει η Περκάν και φύγει στην θάλασσα αν και μάλλον εγώ έχω μεγαλύτερη πιθανότητα για στραβοπάτημα. Τα βήματά της στο ταξίδι αυτό είναι ως τώρα αλάθητα. Στέκεται ατρόμητη πάνω από το στρίτσο της άγκυρας, πάνω στο κατάστρωμα που όλο ταλαντεύεται και όλο αλλάζει κλίσεις, δίπλα στην τζένοα που ξεφουσκώνει και ξαναφουσκώνει με κρότο και εγώ τρέμω από ανησυχία. Μετά από κάμποσες προσπάθειες να σταθεί ακίνητη, καταφέρνει και κάνει τα “μπράβο” της:
–“Μπράβο Πέρκανε!”, λέω χαιδεύοντάς της το κεφάλι (σ.σ.να πώς βγήκε το “τα μπράβο της”). Περιμένω να περάσει μπροστά μου και την ακολουθώ φωτίζοντας τον δρόμο της με τον φακό, ώσπου μπαίνει στο κόκπιτ και ξαπλώνει δίπλα στα πόδια του Γιάννη. Ουφ…
Ο ουρανός έχει καθαρίσει, τα σύννεφα μας προσπέρασαν και ταξιδεύουν προς την Καραιβική. Κοιτάζω προς τον βορρά, η Μεγάλη Άρκτος μοιάζει γυρισμένη ανάποδα και με ξαφνιάζει γιατι έτσι δεν την έχω ξαναδεί ποτέ. Θα περιμένω να ξυπνήσει ο καλός μου να το κουβεντιάσω μαζί του.
02.30 Ο καπετάν Γιώργος σηκώνεται και μένουμε όλοι παρέα. Με πορεία 285° στην πυξίδα ο άνεμος γυρνά λίγο και ταξιδεύουμε πιο στρωτά, με 6 kts και τα πανιά στις 130° με τον άνεμο. Στις 4.00 κατεβαίνω για ύπνο και κοιμάμαι 2,5 ώρες. Μια χαρά.
3η μέρα – 06.30 Ένας απέραντος ουρανός, μια μαγευτική ανατολή και τρία αγαπημένα πλάσματα με υποδέχονται μόλις βγαίνω στο κόκπιτ – ευτυχία!
-“Καλημέρα παιδιά! Καλημέρα Πέρκανι! Καλημέρα Ωκεανέ!”.
Κοιτάζω γύρω και θαυμάζω: αφράτα συννεφάκια – αυτά τα άκακα που η μετεωρολογία αποκαλεί σωρρείτες ή cumulus – σχηματίζουν ένα στεφάνι που κυκλώνει και τις 360 μοίρες του γαλανού ουράνιου θόλου, χαμηλά εκεί που ακουμπά με την θάλασσα. Τί ευλογία να μπορεί ο άνθρωπος να ζει κοντά στην φύση.
Μετά από λίγο ο Γιάννης πηγαίνει για ύπνο και η Περκάν μας δείχνει οτι θέλει να κοιμηθεί μαζί του και την κατεβάζουμε. Πριν περάσει μισή ώρα, ο ουρανός στα βορειοανατολικά σκεπάζεται από μαύρα, καταιγιδοφόρα σύννεφα που κινούνται γρηγορότερα από εμάς. Μέσα σε λίγα λεπτά, αρχίζει μια μπόρα φοβερή και ο άνεμος σπάει εντελώς. Τα πανιά μας κρέμονται άδεια, βαριά απ’ το νερό και τα μαζεύουμε. Σε μισή ώρα η βροχή σταματά και σαν σε μαγική εικόνα ο αυρανός καθαρίζει εντελώς.
08.00 Ο άνεμος έχει γυρίσει ανατολικός- βορειοανατολικός με ένταση 8-10 kts και ετοιμαζόμαστε να ανοίξουμε πανιά.
“Μήπως βάλουμε το ασύμμετρο?” προτείνω στον καπετάνιο κι εκείνος πετάει τη σκούφια του:
-“Ωραία ιδέα! Όλα είναι στη θέση τους από προχτές, οπότε η δουλειά μας θα’ ναι πανεύκολη. Σήμερα όμως, έτσι όπως φυσάει, πρέπει να σηκώσουμε το πανί απο αριστερά” απαντά ο καλός μου.
Φοράει τα γάντια του, βάζω και εγώ τα δικά μου και πηγαίνουμε στην πλώρη. Μετακινούμε τον σάκο με το πανί, τις σκότες και το τακ απ’ την δεξιά στην αριστερή πλευρά. Μετά εκείνος γυρνάει στο κόκπιτ, τραβάει το μαντάρι και ανεβάζει ψηλά το ασύμμετρο κλεισμένο μέσα στην κάλτσα του. Το κύμα είναι μεγάλο, οι κινήσεις μας πρέπει να είναι γρήγορες για να μην γίνει το πανί …κοκορέτσι. Αμέσως, τραβώ το σχοινί της κάλτσας και αυτή ανεβαίνει στην κορυφή του καταρτιού. Το ασύμμετρο βγαίνει από μέσα, φουσκώνει και απλώνεται καμαρωτό με τα γαλανόλευκα τετράγωνά του. Πλέουμε στις 125° με τον άνεμο, το Φιλίζι παίρνει αμέσως δρόμο και η ταχύτητά μας πάει στα 5,5 kts, ίση με τον φαινόμενο άνεμο. Ο καπετάνιος ρυθμίζει τις σκότες και το clue και σε λίγο αφήνει πάλι τον αυτόματο να συνεχίσει το τιμόνεμα. Το κύμα όλο μας κουνά και το πανί όλο κάνει σκέρτσα αλλά τελικά στέκεται στο ύψος του. Την μαίστρα δεν την ανοίγουμε γιατί θεωρούμε πως ο άνεμος έχει μάλλον πτωτική τάση. Ένα κοπάδι μικρόσωμα δελφίνια έρχεται δίπλα μας, όμως δεν κάθονται πολύ, λείπει και η Περκάν που με τα γαβγίσματά της τα ξετρελαίνει. Η πλεύση είναι χαλαρή, κατάλληλη να φιάξουμε νερό. Ο Γιώργος βάζει μπρος την γεννήτρια και τον αφαλατωτή και σε περίπου 1 ώρα και 45′ φτιάχνουμε 150 λίτρα. Τα τάνκια μας είναι και πάλι γεμάτα.
3η μέρα – 10.00 16° 32 Ν 029°42 W Βαριά σύννεφα εμφανίζονται στον ορίζοντα και κατεβαίνω να δω το ραντάρ. Μόλις η οθόνη ανάβει, ένα τεράστιο σύννεφο βροχής διαγράφεται πίσω μας. “Πρέπει να κατεβάσουμε το ασύμμετρο γρήγορα” λέω στον Γιώργο και εκείνη τη στιγμή εμφανίζεται ο Γιάννης.
“Καλημέρα κύριο Χάλεντ! Πάνω στην ώρα ήρθες να βοηθήσεις!” λέμε στο φίλο μας που παρ’όλο που μόλις ξύπνησε δείχνει πανέτοιμος. Φοράει το σωσίβιο του και έρχεται έξω σβέλτος. Ο άνεμος φρεσκάρει λεπτό το λεπτό. Ψάχνω μια κατάλληλη στιγμή που το πανί δεν είναι τόσο φουσκωμένο και τραβάω το σχοινί της κάλτσας. Ο αέρας όμως έχει δυναμώσει, η κάλτσα δεν κατεβαίνει, και νιώθω το σχοινί να με τραβάει, είμαι έτοιμη να απογειωθώ.
-“Βοήθεια Γιάννη” φωνάζω και ο Γιάννης τρέχει, και τραβάμε μαζί το σχοινί. Ευτυχώς! Παρά λίγο να πετάξω! Το πανί κατεβαίνει και μπαίνει στην θήκη του. Ίσα που προλάβαμε.
Το μπουρίνι ξεσπά με πολλή βροχή και αέρα δυνατό. Πλέουμε ξυλάρμενοι με την μηχανή σε χαμηλές στροφές για τα επόμενα είκοσι λεπτά ώσπου η βροχή σταματά τόσο απότομα όσο ξεκίνησε. Κάτω από τη νιτσεράδα ο ιδρώτας μου τρέχει ποτάμι. “Κάποια στιγμή πρέπει να πάρω καινούργια νιτσεράδα, απ’αυτές που αφήνουν το δέρμα να αναπνέει” σκέφτομαι και ανοίγω το φερμουάρ να την βγάλω.
-” Πεινάω σαν λύκος” λέει ο Γιώργος.
– “Και εγώ, κι εγώ” λέει ο Γιάννης.
“Και εγώ το ίδιο” συμπληρώνω και κατεβαίνω για να φιάξω πρωινό. Ρίχνω όπως όπως τα βρεμένα μου ρούχα στο μπάνιο πάνω από αυτά των αγοριών και έχει δημιουργηθεί ένα βουναλάκι από νιτσεράδες και από κάτω μια λίμνη απ’ τα νερά που στάζουν. Το σκάφος, με τα παράθυρά όλα κλειστά είναι χαμάμ κανονικό και μόλις ετοιμάζω τα σάντουιτς, βγαίνω τρέχοντας έξω να πάρω αέρα. Η ατμόσφαιρα έχει καθαρίσει και βγήκε ήλιος. Σηκώνουμε μαίστρα και τζένοα μα ο αέρας συνεχίζει τις αυξομοιώσεις. Κουνιόμαστε και χτυπιόμαστε. Στις 12.15 ξαναμπαίνω στο “χαμάμ” για να πάρω τα email από την διοργάνωση και αυτά κατεβαίνουν αμέσως και χωρίς πρόβλημα. Βλέπω το μήνυμα Θέσεις Σκαφών και δεν μου αρέσει που είναι με αλφαβητική σειρά, έτσι φιάχνω ένα νέο αρχείο, χωρίζω τα σκάφη στις κατηγορίες τους 5A,4A, 1B,1C και μετά τα κατατάσω ανάλογα με την απόσταση που έχουν καλύψει. Είμαστε 10οι από 13 στην κατηγορία μας την 1C και μας μένουν 1.806,28 ΝΜ για να φτάσουμε στην Καραιβική. Φυσικά δεν ξέρουμε πόσο χρησιμοποιούν οι άλλοι την προπέλα. Η πραγματική κατάταξη θα φανεί στην St Lucia, όπου κάθε κάθε σκάφος θα δηλώσει ώρες μηχανής με προπέλα. Βλέπουμε το στίγμα μας στο IPAD: έχουμε διανύσει 290 ΝΜ μέσα σε 48 ώρες, η μέση ταχύτητά μας είναι 6 kts – σωστά τα λέει το YELLOW BRICK ο μικρός κατάσκοπος που η διοργάνωση έχει τοποθετήσει στο Φιλίζι :
321,Roxana,At Sea,1B,21/11/2014 12:00:00,16° 49.6′ N,030° 29.7′ W,1768.68,6.8
318,Lydia,At Sea,1B,21/11/2014 12:00:06,16° 42.3′ N,030° 21.0′ W,1776.81,6.8
328,Infinity B,At Sea,1B,21/11/2014 12:00:06,17° 05.0′ N,030° 20.1′ W,1778.11,6.6
342,Delphia,At Sea,1B,21/11/2014 12:00:07,16° 53.3′ N,030° 09.4′ W,1788.08,6.1
329,Time Bandit,At Sea,1B,21/11/2014 12:00:00,16° 46.1′ N,030° 04.0′ W,1793.22,6.2
343,Reberth,At Sea,1B,21/11/2014 12:00:06,16° 47.8′ N,030° 04.0′ W,1793.23,6.2
311,Hugur,At Sea,1B,21/11/2014 12:00:00,17° 02.5′ N,030° 00.4′ W,1796.91,6.1
334,Fortune Cookie, ,1B,21/11/2014 12:00:06,16° 19.4′ N,029° 59.7′ W,1797.16,6.1
344,Exody,At Sea,1B,21/11/2014 12:00:00,17° 07.1′ N,029° 57.0′ W,1800.31,6.0
339,Filizi,At Sea,1B,21/11/2014 12:00:06,16° 32.7′ N,029° 50.2′ W,1806.28,6.0
350,Purrr-fect,At Sea,1A,21/11/2014 12:00:00,16° 25.0′ N,029° 48.6′ W,1807.76,5.9
335,Oynas,At Sea,1B,21/11/2014 12:00:06,16° 45.2′ N,029° 48.0′ W,1808.49,5.5
340,TimeOut,At Sea,1B,21/11/2014 12:00:25,16° 11.8′ N,029° 45.8′ W,1810.47,5.5
3η μέρα – 13.00 16°30 Ν 030°03W Δύσκολο να διατηρήσουμε αυτή την ταχύτητα με τόσο λίγο άνεμο. Το κύμα μας κουνάει πολύ, τα πανιά κοπανιούνται. Ο Γιάννης και ο Γιώργος κάθονται κάτω στο σαλόνι με το mac και αναλύουν το δελτίο.
-“Ο άνεμος θα δυναμώσει τις επόμενες μέρες” αποφαίνεται ο Γιάννης, ο υπολογιστής σβήνει και σηκώνονται από το τραπέζι.
–“Τί θα λέγατε για μια μακαρονάδα aglio e oglio?” προτείνει ο Χάλεντ και κανείς μας δεν έχει αντίρρηση – είναι άλλωστε από τις σπεσιαλιτέ του.
-“Τέλεια ιδέα! Να την κάνεις καυτερή.” ζητάω εγώ
-“Και κοίτα να μην τσιγκουνευτείς το σκόρδο. Κανείς στον κόσμο δεν θα μας μυρίσει!” λέει ο Γιώργος. Δίνω κατσαρολικά στον Γιάννη και όσο εκείνος ετοιμάζει τα μακαρόνια, κόβω μια περιποιημένη χωριάτικη. Στρώνουμε το τραπέζι με τα αντιολισθητικά, χωρίς αυτά δεν γίνεται να φάμε άλλωστε και καθόμαστε για φαγητό. Η απόλαυση μας είναι μεγάλη, το φαγητό νοστιμότατο και φαίνεται απίστευτο οτι ζούμε τέτοιες στιγμές καταμεσίς του Ατλαντικού.
-“Πλοίο!” φωνάζει ο καπετάνιος και δείχνει μια κουκίδα στον ορίζοντα μπροστά μας. Όταν το πλοίο πλησιάζει ο Γιάννης τραβάει βίντεο:
-” Ετοιμάζω το υλικό για να φιάξουμε μια ταινία για το ταξίδι μας” λέει
16.00 Hava dindi – άνεμος μηδέν! Μαζεύουμε τα πανιά και βάζουμε μπρος την μηχανή. Δύσκολο πράγμα η άπνοια, ειδικά όταν συνδυάζεται με μεγάλο κύμα και swell…
3η μέρα – 18.00 Ανεμος ανατολικός – βορειοανατολικός 3-4 μποφώρ. Ανοίγουμε πανιά πεταλούδα με wisker στη τζένοα και preventer στη μαίστρα. Μια πεταλούδα για πολύ γερά νεύρα. Μέγιστη ταχύτητα μας 4 kts. Ο Γιάννης προτείνει να βάλουμε μπρος τη μηχανή να μας δώσει ταχύτητα. Ο καπετάνιος δεν συμφωνεί,
– “Ιστιοπλοία κάνουμε” λέει και γελάει. Οτι πει ο καπετάνιος μας.
19.30 Ο ήλιος δύει. Ο Γιάννης κατεβαίνει στην καμπίνα του, να πάρει δυνάμεις για την νυχτερινή βάρδια. Πλέουμε ακολουθώντας το ηλιοβασίλεμα στο βάθος του ορίζοντα. Στα νότια, λευκά συννεφάκια αρμενίζουν στον ουρανό που έχει ένα βαθύ γαλάζιο-μωβ χρώμα.
– “Κοίτα Καρίνα! Αυτός ο ουρανός, αυτά τα σύννεφα, σαν ζωγραφιά από παιδικό βιβλίο δεν μοιάζει? Σκηνή από παραμύθι. Εξωπραγματικό!” λέει ο Γιώργος μαγεμένος.
Πιο βόρεια ένα τεράστιο λευκό σύννεφο σε σχήμα γιγάντιας ορχιδέας ρίχνει την βροχή του. Οι σταγόνες της παίζουν με τις τελευταίες ακτίνες του ήλιου και βάφονται ουράνιο τόξο. Νιώθω συγκίνηση από το υπερθέαμα που παρακολουθούμε. Πόσο τυχεροί είμαστε που βλέπουμε τέτοια ομορφιά…
20.00 Έχει σκοτεινιάσει για τα καλά – είναι μεγάλες οι νύχτες σε τούτα τα γεωγραφικά πλάτη. Κατεβαίνω να κοιμηθώ – τα μεσάνυχτα έχω βάρδια. Βγάζω τα ρούχα μου, ξαπλώνω στο κρεββάτι, στριφογυρνώ μα δεν μου κολλάει ύπνος. Σήμερα είναι η γιορτή της μαμάς, σκέφτομαι. Και εμείς στην μέση του Ωκεανού – θα τρελλαινόταν από αγωνία της αν ζούσε. Πετάγομαι από το κρεββάτι, θέλω να πάω κοντά στο αγόρι μου. Ντύνομαι, βγαίνω στο κόκπιτ, του δίνω ένα φιλί, ξαπλώνω στο μαξιλάρι και αποκοιμιέμαι αμέσως.
Μετά από πέντε λεπτά ξυπνάω βήχοντας πνιγμένη από το σάλιο μου. Ακούω τη φωνή του Γιώργου:
-“Καρίνα! Βοήθεια, έλα!” Τρέχω γρήγορα κοντά του στην πλώρη. Τον βλέπω που κρατάει στο χέρι το μαντάρι.
-“Έσπασε το snap shackle!” λέει και μου δείχνει το ανοξείδωτο κλειδί που συνδέει το μαντάρι με το σπινακόξυλο wisker. “Σε φώναζα να λασκάρεις το μαντάρι – αλλά δεν άκουγες. Τελικά κατάφερα και το έλυσα. Φέρε ένα μεσαίο κλειδί απ’ το κουτί”.
Τρέχω λοιπόν κάτω και σε λίγο επιστρέφω με 2 κλειδιά για να διαλέξει. Παρακολουθώ τον καλό μου που προσπαθεί να ξαναδέσει το wisker με την τζένοα που χτυπιέται δυνατά με το κούνημα του σκάφους. Επικίνδυνες αποστολές!
– “Ευτυχώς που η ζημιά έγινε σήμερα που ο άνεμος είναι λίγος” λέει ο Γιώργος.
-“Μάνα, ακόμα μας προσέχεις ” σκέφτομαι με μελαγχολία. Κοιτάζω τον κουρασμένο μου άντρα.
“Ξάπλωσε να πάρεις δυνάμεις. Θα μείνω εγώ στο τιμόνι”, του λέω
-“Εντάξει, Θά θελα να ισιώσω λίγο το κορμί μου. Θα πέσω εδώ, κοντά σου” λέει εκείνος και ξαπλώνει στο κόκπιτ προσπαθώντας να βολέψει τα μακριά πόδια του. Σε δυο λεπτά τα χαρακτηριστικά του χαλαρώνουν. Αποκοιμήθηκε.
21.00 Κοιτάζω την φωτεινή πυξίδα που παίζει μια 265° και μια 280°. Τράμπα, τραμπαλίζομαι….μουρμουράω στον ρυθμό των κυμάτων αλλά η σκέψη της μητέρας μου τριγυρνά ακόμη στο μυαλό. Η γιορτή, οι λαχταριστές τούρτες που έφιαχνε η γιαγιά Μαργαρίτα για τη μοναχοκόρη της, το δώρο που ήθελα να της πάρω όταν ήμουν μικρή και μάζευα χρήματα, το γλέντι, τα τραγούδια που τραγουδούσε και έπαιζε στο πιάνο, εκείνα τα δάχτυλα που έτρεχαν πάνω στα πλήκτρα ανέμελα γεμάτα ταλέντο και θεικό χάρισμα.
“Άγγελέ μου, πόσο μου λείπει το χαμόγελό σου” ψιθυρίζω σιγανά και τα κύματα με ακούν
Ξαφνικά κάτι αστράφτει πίσω μου.
-“Μα, τί?” λέω ξαφνιασμένη. Γυρνώ το βλέμμα πίσω στα ανατολικά και βλέπω εκεί χαμηλά στον ορίζοντα ένα αστέρι που λάμπει δυνατά, ένα αστέρι ολομόναχο μέσα στην κατασκότεινη νύχτα. Το κοιτώ παραξενεμένη και αυτό φωτίζει τόσο που ζωγραφίζει ένα ασημένιο ποτάμι πάνω στην θάλασσα. Από την άκρη του ορίζοντα ως το Φιλίζι. Ως εμένα.
-“Εσύ?| ψυθιρίζω και ανατριχιάζω.
-“Καρίνα?” ακούγεται η φωνή του Γιώργου και εγώ πετάγομαι ως επάνω.
-“Τί έπαθες μωρό μου? Συγνώμη αν σε ξάφνιασα! λέει εκείνος μισογελώντας.
-” Τίποτα, τίποτα. Κάτι σκεφτόμουν….” απαντάω “Διψάω¨ λέω και πιάνω το μπουκάλι.
-“Πήγαινε να ξεκουραστείς. Θα έχεις βάρδια σύντομα”
Κατεβαίνω, και προχωρώντας προς την καμπίνα πρέπει να κρατιέμαι καλά να μην πέσω, τόσο φοβερό είναι το κούνημα απόψε. Βγάζω τα ρούχα μου, ξαπλώνω και κοιτάζω την ώρα στο κινητό: πήγε ήδη 22.30. Μακάρι να μπορέσω να κοιμηθώ λιγάκι….
23.30 16°21Ν 030°36W Captain’s Logbook Άνεμος ανατολικός- βορειοανατολικός 10-15kts. Πορεία στις 265°. Συνεχίζουμε την πεταλούδα με wisker & preventer. Το κύμα και ο λίγος άνεμος είναι δοκιμασία για γερά νεύρα. Κάπου – κάπου, μικρά μπουρίνια δίνουν ένα τόνο περιπέτειας στην κουνιστή πλεύση μας μέσα στο υγρό σκοτάδι.
Ώρες ύπνου
Καρίνα 2.30+1.30 = 4.00
Γιώργος 2.00+1.00+ 0.30=3.30
Γιάννης 2.00+2.00+4.00=8.00
Σάββατο 22 Νοεμβρίου 2014 – 4η μέρα
04.30 Ξυπνάω και πιάνω αμέσως το κινητό να δω την ώρα. Κοιμήθηκα έξι ολόκληρες ώρες! Απίστευτο! Νιώθω υπέροχα, ξεκούραστη, κεφάτη, τέλεια! Βγάζω κεφάλι στο κόκπιτ: o Γιάννης κάθεται στο τιμόνι και ο Γιώργος είναι μισοξαπλωμένος στο κάθισμα. Ο Γιώργος με βλέπει
-“Πήγαινε να κοιμηθείς, εμείς εδώ είμαστε μια χαρά” λέει. Όμως εγώ χόρτασα ύπνο οπότε ντύνομαι, φοράω σωσίβιο και βγαίνω έξω.
-“Φάγαμε μια πολύ καλή μπόρα” λέει ο Γιάννης “όμως τελικά καταλάβαμε πως αυτά τα σύννεφα φέρνουν μαζί και αέρα. Έτσι τις τελευταίες ώρες κυνηγάμε τα σύννεφα αντί να τα αποφεύγουμε και πάμε γρήγορα” συνεχίζει γελώντας.
-“Και η πορεία μας έχει γίνει λίγο πιο νότια” συμπληρώνει ο καπετάνιος. Κατεβαίνω στην κουζίνα, φτιάχνω ένα διπλό καφέ και γυρνάω στο κόκπιτ πανέτοιμη για βάρδια.
05.30 Ο καλός μου πηγαίνει για ύπνο. Ανάβουμε το ραντάρ για να παρακολουθούμε τα σύννεφα βροχής και αμέσως το control του solar panel αρχίζει τα μπίου μπίου, οι μπαταρίες χρειάζονται φόρτιση. Ακούω ένα θόρυβο πίσω μου, έναν ήχο που δεν αναγνωρίζω. Πιάνω τον φακό, φωτίζω γύρω και σε λίγο εντοπίζω τί συμβαίνει: έχει χαλαρώσει ένα από τα σχοινάκια που δένουν το kayak μας και αυτό κουνιέται. Το δένω γερά, όλα εντάξει. Σε λίγο αρχίζει να χαράζει, και το ραντάρ δεν μας χρειάζεται πια. Ταξιδεύουμε με ταχύτητα 5 kts και όταν τα σύννεφα πλησιάζουν κοντά μας η ταχύτητά μας φτάνει μέχρι και 9,5 kts –καταπληκτικό!
06.00 Το τρίτο μας ξημέρωμα στον ωκεανό ξεκινάει και είναι συγκλονιστικό: ένας κόκκινος ήλιος, ένας φούξια ουρανός και γύρω χρυσά σύννεφα. Παρακολουθούμε το θέαμα. Η πορεία μας συνεχίζεται πιό νότια έτσι βγάζω το preventer και γυρνάω τη μαίστρα για δευτερόπριμα, με τζένοα πάντα σπινακωμένη. Τα χελιδονόψαρα αρχίζουν τις τρελλές πρωινές πτήσεις τους. Αναρρωτιέμαι άν πετούν γιατί κυνηγούν ή γιατί κυνηγιούνται. Τα μπιου μπίου συνεχίζονται, και στις 6.30 ανάβω την γεννήτρια.
4η μέρα – 07.30 Ξαναγυρνάμε τα πανιά σε πεταλούδα. Πορεία στις 300°. Πέρασε μια ώρα που η γεννήτρια φορτίζει τις μπαταρίες- ώρα να σβήσει για να ησυχάσει και το κεφάλι μας. Μόλις σταματάει ο δυνατός θόρυβος της γεννήτριας ο Γιώργος ξυπνάει… το γνωστό παράδοξο που μας συμβαίνει συχνά. Αλλαγή βάρδιας, ο Γιώργος φιάχνει καφέ και ο Γιάννης πηγαίνει να κοιμηθεί. Μετά τον καφέ του ο καπετάνιος βγαίνει για τον πρωινό έλεγχο του rigging.
-“Ολα καλά, μόνο το preventer θέλει λίγο σφίξιμο” αποφαίνεται επιστρέφοντας στο κόκπιτ. Ο ήλιος ανεβαίνει γρήγορα ψηλά, καυτός, ανελέητος. Τρία- τέσσερα πουλιά του ωκεανού πετούν γύρω μας και τα φτερά τους περνούν με απίστευτη ακρίβεια λίγα εκατοστά πάνω από την επιφάνεια των κυμάτων. Ψάχνουν την τροφή τους. Κάποια στιγμή, όταν εντοπίσουν το θήραμά τους, κάνουν αστραπιαία βουτιά, μα δεν βρέχουν παρά μόνο το ράμφος τους. Σε δευτερόλεπτα πετούν και πάλι ψηλά. Στέκομαι όρθια πίσω από το τιμόνι και συντονίζομαι στην κίνηση του σκάφους, στην κίνηση των κυμάτων. Γύρω παντού γαλήνια απεραντοσύνη και απέραντη γαλήνη.
09.30 Πορεία στις 280° και πηγαίνουμε καρφί για Saint Lucia. Το κύμα έχει σπάσει αισθητά. Ο Γιώργος κάθεται στο chart table και γράφει LOGBOOK. Πείνασα.
-“Θέλεις μούσλι με γάλα ρυζιού” τον ρωτάω.
-“Χμ…Ίσως λίγο από το δικό σου” απαντά απορροφημένος με το γράψιμό του. Όσο ετοιμάζω πρωινό ο καλός μου ξαναβγαίνει στο κόκπιτ. Σε λίγο φωνάζει.
-“Έλα γρήγορα,ζημιά!”
Ανεβαίνω ανήσυχη, τί να’ναι πάλι? Τον βλέπω στην πρύμνη, δίπλα στην κολώνα που έχει στην κορυφή της το ραντάρ και τις κεραίες.
-“Έσπασε το στήριγμα”. λέει και μου δείχνει: το ανοξείδωτο δαχτυλίδι που συνδέει τον αλουμινένιο σωλήνα με τα ρέλια της πρύμνης έχει σπάσει και η όλη κατασκευή στηρίζεται πλέον μόνο στην βάση της – κακή περίπτωση τώρα που το σκάφος ταλαντεύεται σαν εκκρεμές. Φέρνω ένα μακρύ σχοινί και κάνουμε ένα πολύ γερό δέσιμο. Ευτυχώς που το είδε νωρίς και δεν έγινε σοβαρότερη η ζημιά. Φτηνά την γλυτώσαμε.
4η μέρα – 12.00 Πηγαίνω στην κουζίνα και αρχίζω να μαγειρεύω, ρύζι μπασμάτι, σάλτσα ντομάτας πικάντικη, στραγγιστό γιαούρτι – στα Κανάρια το λένε γιαούρτι Greco – και μια μεγάλη σαλάτα με μαρούλι, λεπτοκομμένο καρότο, καλαμπόκι, ξυνόμηλο, τυρί έμενταλ, αυγά βραστά σε ροδέλες μαγιονέζα και λαδάκι Χανιώτικο. Οι δυο κατσαρόλες βράζουν στην κουζίνα του γκαζιού, τα παράθυρα είναι όλα κλειστά, λίγο για την βροχή λίγο για λόγους ασφαλείας, το Φιλιζάκι κουνιέται, ο ήλιος των τροπικών καίει οπότε χύνω πολύ ιδρώτα. Στολίζω την σαλάτα την τυλίγω με wrap την βάζω στο ψυγείο και σβήνω τα μάτια. Το φαγητό είναι έτοιμο. Βγαίνω να πάρω αέρα.
-“Πεινάω, λυποθυμάω” λέει ο καλός μου.
-“Και εγώ πολύ, πάρα πολύ” απαντώ. “Τί θα κάνουμε? Θα περιμένουμε να ξυπνήσει ο Γιάννης?” ρωτάω. Το κουβεντιάζουμε και λέμε να περιμένουμε λίγο.
13.00 16°07Ν 031°59W Φέρνω το mac έξω στο cockpit, συνδέουμε το Iridium, στέλνουμε μειλ στο mailasail για να πάρουμε τον καιρό σε μορφή GRIB. Κατεβάζουμε τα δυο μηνύματα του ARC+ και το grib έρχεται. Ο άνεμος δείχνει πως θα δυναμώσει 11-21 kts βορειοανατολικός. Μακάρι !!!
Μας μένουν 1.682 ΝΜ λέει το Yellow Brick, και πράγματι, έχουμε διανύσει 408 ΝΜ μέσα σε 72 ώρες – ΜΟ 5,2 kts. Ο Γιάννης ακόμα να ξυπνήσει. Δεν αντέχουμε, θα στρώσουμε τραπέζι και θα φάμε. Βγάζω έξω τα πιάτα και μόλις ο καλός μου βλέπει την σαλάτα, λέει
-“Α, όλα κι όλα! Πρέπει και ο Χάλεντ να δει την σαλάτα που είναι έτσι ωραία “. Πάει στη κουζίνα και μεταφέρει προσεκτικά ένα μέρος της σαλάτας σε ένα πιάτο. “Ετοιμη” λέει την τυλίγει με wrap και την βάζει στο ψυγείο.
“Βρήκα και ένα τυράκι brie” λέει και το φέρνει στο τραπέζι. Απόλαυση.
Πριν τελειώσουμε το φαγητό ο Χάλεντ (ο Γιάννης) ξυπνά τελικά, έρχεται και τρώει μαζί μας. Αράζουμε για λίγο και τα αγόρια συζητούν για τις επισκευές που πρέπει να γίνουν. Μαζεύουμε. Ο Γιάννης πλένει τα πιάτα και εγώ τα σκουπίζω.
Πηγαίνω στην καμπίνα να ξεκουραστώ, ξαπλώνω, αλλά ύπνος δεν με παίρνει με τίποτα. Τελικά σηκώνομαι και μόλις βγαίνω τα χάνω με το χάος που βασιλεύει στο σαλόνι: οι εργαλειοθήκες ανοιχτές στο πάτωμα, γύρω παντού εργαλεία, τα παράθυρα και τα χατς ορθάνοιχτα. Έχει μια υπέροχη δροσιά μέσα στο σκάφος και αυτή την αίσθηση πολύ την είχα επιθυμίσει. Τα παιδιά είναι έξω στο κόκπιτ και μαστορεύουν.
-“Κοίτα τί φτιάξαμε!” λέει ο Χάλεντ και μου δείχνει μια κατασκευή σαν νάρθηκα που έχουν κάνει για να ενισχύσουν την κολώνα του ραντάρ, χρησιμοποιώντας τρία σκουπόξυλα και σχοινιά.
-“Είσαστε Μαγκάιβερ εντελώς, εύγε!” λέω γελώντας.
Ο Γιώργος μου δείχνει την εξαγωγή του εξαερισμού της μηχανής:
–“Επισκευάσαμε και αυτό. Τέλειο έγινε. Είναι πολύ μεγάλος, ο κύριο Χάλεντ!”
Μέχρι να τελειώσουν τα μαστορέματα κάθομαι στο δροσερό σαλόνι και γράφω στο mac απολαμβάνοντας το αεράκι που έχω ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά.
4η μέρα – 16.00 Σήμερα πρέπει να πάρουμε δείγμα νερού για την έρευνα Marine Microplastics του Ocean Conservation. Φέρνω από την ντουλάπα την τσάντα με τα μπουκάλια: έχουν μείνει ακόμη 4 άδεια. Ξεκινάμε την διαδικασία και την εξηγούμε στο Γιάννη. Κουβάς πλύσιμο, δείγμα νερού στο μπουκάλι, γράψιμο στοιχείων δείγματος στο μπουκάλι και στο ειδικό φυλλάδιο. Απλά πράγματα.
17.00 Ο καπετάνιος πηγαίνει να ξαπλώσει, το ίδιο και ο Γιάννης. Μένω βάρδια μόνη με την κιθάρα μου. Το καταπληκτικό στην πλεύση πεταλούδα και την πορεία δυτικά είναι οτι από το μεσημέρι και μετά, τα πανιά κρύβουν τον ήλιο και στο κόκπιτ έχει σκιά και σχετική δροσιά. Αλλά πόσο δύσκολο είναι να στηριχτώ με την κιθάρα με τέτοιο swell.
4η μέρα – 18.30 Ο άνεμος είναι λίγος, πολύ λίγος, η ταχύτητά μας 4-5 kts. Ο καλός μου ξυπνά. Δεν κοιμήθηκε καλά, το χτύπημα των πανιών τραντάζει ολόκληρο το σκάφος και ανησυχεί πολύ. Τα πανιά ταλαιπωρούνται, το rigging το ίδιο. Πηγαίνω να ξαπλώσω. Νιώθω εξαντλημένη.
21.30 Σηκώνομαι και βρίσκω τον Γιώργο να κάνει “ανάπιασμα”. Αύριο θα ζυμώσει λέει θα φάμε ψωμάκι φρέσκο. Η κουζίνα μοσχοβολάει ξυνό προζύμι και βουτυρένιο άρωμα ζυμαριού. Μιαμ.
-“Πείνασα” λέει ο καλός μου “Έχει μείνει καθόλου ρύζι?” Φυσικά και έχει μείνει και πεινάω και εγώ. Στρώνουμε στο κόκπιτ και ανάβουμε το φωτάκι του τραπεζιού. Το λευκό φώς μειώνει την νυχτερινή μας όραση – ο Ωκεανός γύρω μας φαίνεται ξαφνικά κατασκότεινος. Τρώμε με μεγάλη όρεξη. Σύμφωνα με το δελτίο ο άνεμος θα δυναμώσει από αύριο. Μακάρι. Σε λίγο κατεβαίνει να κοιμηθεί. Βάζω στα ακουστικά πάλι Κωστή Παλαμά. Ακούω ξανά και ξανά τα ποιήματά του – με έχει μαγέψει.
Ώρες ύπνου
Καρίνα 4.30+2.00=6.30
Γιώργος 1.00+2.30+1.30+1.00=6.30
Γιάννης 1.00+4.00+3.00=8.00
Κυριακή 23 Νοεμβρίου 2014 – 5η μέρα
Η πλεύση μας συνεχίζεται ίδια, αργή, με πολύ κούνημα και τράνταγμα των πανιών. Κανένα σκάφος δεν φαίνεται στο AIS, είμαστε ολομόναχοι. Το φωτάκι στην καμπίνα του Γιάννη άναψε, ξύπνησε νωρίς. Σε λίγο έρχεται έξω μ’ ένα φλυτζάνι μοσχοβολιστό καφέ. Του κλέβω μια γουλιά και βάζω τον ποιητή μου στα ηχεία να μοιραστούμε την ομορφιά των στίχων του.
01.00 Ο Γιώργος σηκώνεται και με σκατζάρει. Κατεβαίνω να ξαπλώσω. Νομίζω οτι αυτό που μας έχει κούρασει περισσότερο είναι αυτό το ασταμάτητο χτύπημα των πανιών. Ψυχολογικό δηλαδή το θέμα.
06.00 Ανοίγω τα μάτια, κοιτάω την ώρα στο κινητό, ντύνομαι στο λεπτό και βγαίνω έξω γεμάτη τύψεις. Από το κακό στο χειρότερο πάω, πέντε ώρες ύπνο η κιουρία. Ο Γιώργος με τον Γιάννη με καλημερίζουν.
-“Μπράβο μωρό μου. Χαίρομαι που ξεκουράστηκες! ” απαντάει ο Γιώργος στις συγνώμες μου που παρακοιμήθηκα και τις διαμαρτυρίες μου που με άφησαν να κοιμηθώ τόσο πολύ. Κατεβαίνω, φτιάχνω καφέ για μένα και τον Γιάννη και ξαναβγαίνω για να αναλάβω καθήκοντα. Στις 7.00 ο ήλιος ανατέλει πίσω από κατακόρυφα γκρίζα σύννεφα που φτάνουν σε πολύ μεγάλο ύψος.
Ο καπετάνιος με ενημερώνει για τα γεγονότα της νύχτας:
–“Ο άνεμος έχει γυρίσει ανατολικός και έτσι φέραμε τα πανιά για δευτερόπριμα, να διορθώσουμε και το ΧΤΕ μας- Πάμε ξανά στις 300° με 5 μιλάκια ταχύτητα. Τη νύχτα διασταυρωθήκαμε με ένα ιστιοπλοικό – εκείνοι κρατούσαν πορεία στις 270° και δεν ήταν από τον αγώνα, γιατί δεν είχαν AIS”. Πηγαίνει στο chart table και γράφει LOGBOOK.
07.30 Συνεχίζουμε δευτερόπριμα. Ο Γιώργος κατεβαίνει για ύπνο και μένω παρέα με τον Γιάννη να διαβάζουμε Νίκο Καββαδία. Πλησιάζει ένα σύννεφο, αρχίζει μια ψιλή βροχούλα και ο άνεμος δυναμώνει. Μόλις το σύννεφο προσπερνά, η βροχή σταματά και γύρω εμφανίζονται τρία ουράνια τόξα σε διαφορετικά σημεία του ορίζοντα!!
08.30 Ο Γιάννης κατεβάινει για ύπνο και μένω μόνη. Ο άνεμος δυναμώνει, γίνεται 5άρι και η ταχύτητα βελτιώνεται πολύ, πάμε με 6,5kts. Τα πανιά σταμάτησαν να χτυπούν και η πλεύση είναι υπέροχη. Κοιτάζω τα όργανα: η πυξίδα δείχνει 290°. Το plotter μετράει 500 NM στον Ωκεανό. Μέχρι εδώ όλα καλά. Ο ήλιος είναι καυτός και κάνει πάρα πολλή ζέστη. Πηγαίνω στην καμπίνα, πετάω τα ρούχα, φοράω μαγιώ και από πάνω το σωσίβιο Καλοκαίριασε εντελώς. Φέρνω το εγχειρίδιο λειτουργίας του VHF, κάθομαι στο κάθισμα του καπετάνιου και αρχίζω να διαβάζω μασουλώντας αμύγδαλα και σταφίδες.
10.30 Ο καλός μου ξυπνά και έρχεται στο κόκπιτ με το καφεδάκι του. Ο άνεμος δυναμώνει, πέφτει και ένα shower μα κρατά για δυο λεπτά – ένα συννεφάκι ήταν μόνο.
11.30 Βάρυνε πάλι ο ουρανός στα βορειοανατολικά. Ο άνεμος σπρώχνει σύννεφα μαύρα, γεμάτα με βροχή ευθεία καταπάνω μας. Φοράμε νιτσεράδες, μπουφάν και παντελόνια και παίρνουμε μια μούδα στη μαίστρα. Ο Γιάννης εμφανίζεται χαμογελαστός στο χατς! Φέρνει τον καφέ και το κινητό του και αρχίζει να τραβάει βίντεο αψηφώντας τις σταγόνες της καταρρακτώδους βροχής.
12.30 Το σύννεφο μας προσπερνά, η βροχή σταματά και ο άνεμος πέφτει λίγο. Πιάνω να ξεμουδάρω τη μαίστρα όμως έχει κολλήσει – το πανί έχει φρακάρει μέσα στο furling. Μαζεύουμε την genoa, γυρνάω το σκάφος όρτσα και ο καπετάνιος δοκιμάζει μια τη σκότα, μια το outhaul, χωρίς αποτέλεσμα. Μετά πάμε σε άλλη τακτική, φέρνουμε την μαίστρα από δεξιά πλευρά, και ξαναδοκιμάζει σκότα και outhaul. Αυτό ήταν! Το πανί ελευθερώθηκε. Καπετάνιος!
Όσο γίνονται αυτά ο αέρας πέφτει εντελώς. Απόλυτη άπνοια! Έτσι είναι η θάλασσα, γεμάτη εκπλήξεις. Μαζεύουμε τα πανιά, ανάβουμε μηχανή, και απλώνουμε στον ήλια τα μουσκεμένα μας ρούχα.
Μένουν ακόμη 1.561 ΝΜ Το τελευταίο εικοσιτετράωρο η μέση ταχύτητά μας είναι 5 kts. Ανοίγουμε τα παράθυρα να μπει αέρας στο σκάφος. Ο καλός μου κατεβαίνει στην κουζίνα, παίρνει το προζύμι που έφτιαξε, το αλεύρι και πιάνει δουλειά.
-“Σήμερα θα φάμε φρέσκιο χωριάτικο ψωμί. Και το βράδυ πίτσα σπιτική” ανακοινώνει. Ο Γιάννης και εγώ επευφημούμε, καθισμένοι δίπλα του στο σαλόνι με το δορυφορικό και τον υπολογιστή μπροστά μας, έτοιμοι για σύνδεση. Με το που βάζω το iridium στο ON έρχεται sms από τους φίλους στο Lydia:
“Τρώτε τα χορταρικά της Καρίνας? Κουράγιο! Εμείς ψήνουμε το dorado (mahi mahi) που μόλις ψαρέψαμε και σας σκεφτόμαστε!” Τί τραβάω με τους …σαρκοφάγους… τέλος πάντων. Αφήνω τον Γιάννη να μελετήσει τα email του ARC και πηγαίνω προς την κουζίνα. Ο Γιώργος είναι σχεδόν έτοιμος, βάζει το άψητο καρβέλι σε ένα ταψί, το σκεπάζει με ένα άλλο ταψί και το τοποθετεί σε ένα σημείο με ήλιο για να φουσκώσει. Είμαι πολύ χαρούμενη με την εξέλιξη του αγαπημένου μου φούρναρη: όσο περνά ο καιρός το ψωμί του γίνεται όλο και πιό νόστιμο και συγχρόνως η κατάσταση της κουζίνας μετά το ζύμωμα είναι άψογη. Σχεδόν.
5η ημέρα – 13. 00 16°14Ν 034°05W Ταπαιδιά βγαίνουν έξω και εγώ πρέπει να μαγειρέψω,
–“Καρίνα τσέκαρε τα παράθυρα, έρχεται βροχή” φωνάζει ο Γιώργος! Κάνω έναν γρήγορο έλεγχο στις καμπίνες και μέσα σ’ελάχιστα λεπτά αρχίζει να ρίχνει καρεκλοπόδαρα.
-“Κλείνω το χατς” ξαναλέει, τραβά το πλέξιγκλας και κλείνει τα ξύλινα πορτάκια.
“Θα λιώσω από τη ζέστη” μονολογώ ενώ βιδώνω τα ειδικά άγκιστρα και ασφαλίζω τις κατσαρόλες πάνω στην κουζίνα που κουνιέται σαν εκκρεμές. Ακουμπώ όλα τα υλικά μου σε αντιολισθητικά πάνω στον πάγκο, τοποθετημένα με τέτοιο τρόπο ώστε να μην πέσουν. Ένα κρεμμύδι δεν υπακούει, κυλάει πέρα δώθε και μ’ έχει ταράξει. Προσπαθώ να κρατήσω ισορροπία, σε στάση πόδια ανοιχτά, το ένα εμπρός,το άλλο λίγο πιο πίσω με κόντρα στην πόρτα της cabin 2. Η βροχή χτυπά με θόρυβο στα παράθυρα και τo fiberglass της οροφής.
Η ζέστη εδώ μέσα έχει γίνει αφόρητη. Τα μάτια της κουζίνας είναι και τα δυο αναμένα, οι γαλαζοκίτρινες φλογίτσες τους μισοφαίνονται κάτω απ’ τις κατσαρόλες και ο χώρος έχει γεμίσει με υδρατμούς. Σταγόνες αυλακώνουν τα θαμπωμένα παράθυρα. Σταγόνες ιδρώτα κυλούν στο πρόσωπό μου, μπαίνουν στα μάτια μου και με τσούζουν. Πάω στην καμπίνα μας, βρίσκω την μπαντάνα μου και την τυλίγω στο μέτωπο. Για να ανοίξω παράθυρο ούτε λόγος, με την βροχή. Ευτυχώς λίγο νωρίτερα ο Γιάννης πήρε ειδική άδεια από τον καπετάνιο και έβγαλε τα εξωτερικά καλύματα των παραθύρων. Τί υπέροχα που βλέπω τα κύματα όσο μαγειρέυω σκέφτομαι και απορώ πώς κάποιες φορές οι άνθρωποι ξεχνιόμαστε σε λάθος συνήθειες, Ακριβώς επειδή είναι συνήθειες.
Βράζω κόκκινη φακή μαζί με κάρρυ, κουρκουμά, σκόρδο και chilly. Θα την συνοδέψουμε με ρύζι basmati από χτές. Στο τηγάνι δίπλα καραμελώνω κρεμμύδια και στην τοστιέρα φρυγανίζω φέτες φωμί. Η βροχή κόπασε. Τα παιδιά ανοίγουν το χατς – επιτέλους φρέσκος αέρας – μπαίνουν μέσα και πετάνε τις βρεγμένες νιτσεράδες τους στο wc1..
-“Πεινάω !!! Πονάει το στομάχι μου από την πείνα!” λέει ο καλός μου και πιάνει την κοιλιά του σαν να υποφέρει φρικτά.
-“Και εγώ!”λέει ο Γιάννης ” και προτείνω να φάμε μέσα. Έξω όλα είναι μούσκεμα και είναι βέβαιο πως θα ξαναβρέξει. Άλλωστε είναι τόσο όμορφα μέσα τώρα που ανοίξαμε τις κουρτίνες”.
– “Ωραία ιδέα!” λέμε ταυτόχρονα με τον Γιώργο και ετοιμάζουμε το τραπέζι με ενθουσιασμό. “Έχουμε πάρα πολύ καιρό να φάμε μέσα”. Με πόσο απλά πράγματα μπορούμε να ευχαριστηθούμε όταν είμαστε εν πλώ.
Τρώμε καθισμένοι αναπαυτικά στον καναπέ, το φαγητό είναι νόστιμο, έξω πέφτει πάλι βροχούλα και τα ωκεάνεια κύματα αφρίζουν έξω από τα παράθυρά μας. Όνειρο. Όταν τελειώνουμε, ο Γιάννης μαζεύει το τραπέζι και πλένει τα πιάτα και εγώ από δίπλα τα σκουπίζω και τα βάζω στη θέση τους. Τα παιδιά βγαίνουν στο κόκπιτ, ο ουρανός ξάνοιξε. Φιάχνω ένα αγαπημένο μας επιδόρπιο: ξυνόμηλα ψητά. Τα βάζω σε μπωλ με το ζουμάκι τους, κανέλα, μια κουταλιά Χανιώτικο μέλι, τριμμένα αμύγδαλα και τα σερβίρω.
14.30 Ξεκινάει αεράκι ανατολικό. Ανοίγουμε πανιά σε πεταλούδα, preventer & μούδα στη μαίστρα, wisker στην τζένοα και σβήνουμε τη μηχανή. Ο Γιάννης πηγαίνει στην καμπίνα του. Ο Γιώργος μου λέει να πάω να ξαπλώσω, εγώ επιμένω οτι εκείνος χρειάζεται την ξεκούραση περισσότερο και τον νικάω.
5η μέρα – 15.00 Μένω μόνη να παρακολουθώ την πτήση μας πάνω απ’ τα κύματα με 6,5 kts. Σε λίγο πλησιάζει ένα τεράστιο σκούρο σύννεφο και κατεβαίνω για ν’ ανάψω το ραντάρ. Μέχρι να κατέβω τα σκαλιά ο άνεμος μεταβάλλεται και ο Οtto φωνάζει wind shift wind shift. Γυρνώ στο τιμόνι, αντί για τις 280° η πορεία είναι 240° με 5 kts και κουνάει τρελλά. Πατάω το stand by, παίρνω το τιμόνι στο χέρι. Ο άνεμος αλλάζει, συνέχεια ένταση και κατεύθυνση και σκέφτομαι μήπως αν πάρω τα πανιά για δευτερόπριμα η πλεύση σταθεροποιηθεί ξανά. Μένω στο τιμόνι περίπου 30 λεπτά χωρίς να μπορώ να βάλω τον αυτόματο σε σταθερή πλεύση. Αποφασίζω να ζητήσω την βοήθεια του καπετάνιου. Πηγαίνω στην καμπίνα, στέκομαι πάνω του και ψυθυρίζω. Ανοίγει αμέσως τα μάτια, και απαντά με τόση συναίσθηση της κατάστασης, σαν να ήταν ξύπνιος. Το απόλυτο marine sleep. Μέσα στην επόμενη μισή ώρα αλλάζουμε δυο φορές τα πανιά από πεταλούδα σε δευτερόπριμα και ξανά πάλι πεταλούδα. Σιγά σιγά ο άνεμος σταθεροποιείται.
17.00 Αρχίζει να βρέχει πάλι, μια παράξενη ψιλή βροχή “σαν sprey Evian!”. Ο λιγοστός άνεμος στροβιλίζει τις μικροσκοπικές, πυκνές σταγόνες και αυτές ανάλαφρες, χορεύουν σαν χιονονιφάδες και παίζουν με τις λιγοστές ηλακτίδες που ξεφεύγουν απ’την συννεφιά. Θέαμα υπέροχο. Εμείς φοράμε t-shirt και σορτσάκια και είμαστε βρεγμένοι ως το κόκκαλο μα κάνει ζέστη και είναι ωραία.
-“Μήπως να πλύναμε το σκάφος τώρα που πέφτει αυτή η ωραία βροχούλα?” προτείνω και ο καλός μου συμφωνεί. Βγάζουμε απ’ το λαζαρέττο, σκούπες και βούρτες, παίρνουμε δυο κουβάδες και ξεκινάμε: βρέχουμε το ντέκ με θαλασσινό νερό και το τρίβουμε. Μετά από 15 λεπτά το σκάφος είναι πεντακάθαρο και η βροχούλα μας ξεπλένει από το αλάτι. Ο κάπτεν με στέλνει μέσα για να τσεκάρω αν έχουν μπει νερά. Ο Γιάννης είναι ξαπλωμένος στην καμπίνα του και βλέπει στο laptop House of Cards, season1
-“Χαμός! Τελευταίο επεισόδειο!” λέει γελώντας και αφού με ξανακοιτάει καλύτερα συμπληρώνει “Μα εσύ είσαι μούσκεμα!!!”.
Του λέω γελώντας τί γίνεται έξω, μετά ανοίγω το ντουλάπι με τις λιχουδιές, πιάνω ένα πακέτο τσίπς και του το δίνω:
“Για να απολαύσεις καλύτερα το τέλος”
Στο μεταξύ, η Περκάν που κοιμόταν στην καμπίνα του Γιάννη ξύπνησε με τις κουβέντες, έχει στηθεί μπροστά μου, με κοιτάζει κατάματα (πεινάω), ζητώντας τα”τί του’χω’γώ” της (φαί). Την στιγμή που βάζωι ξηρά τροφή στο μπωλάκι της ακούγεται απ’έξω η φωνή του Γιώργου: “ΔΕΛΦΙΝΙΑ!!!” Η Περκάν βάζει αμέσως τα δυο μπροστινά της πόδια στο πρώτο σκαλί, με κοιτάζει στα μάτια και με παράξενα μπάσα φωνή λέει κάτι σαν:
“ΓΑΟΥΙΝΙΑ?”
0 Comments