Β’ σκέλος του αγώνα ARC+
Από το Mindelo, Sao Vicente, Cape Verde στην Sant Lucia, West Indies Καραιβική 2.100 ΝΜ (15 ημέρες, 5 ώρες και 20 λεπτά)
Ημέρες 11η έως 16η
Σάββατο 29 Νοεμβρίου 2014 – 11η ημέρα
00.00 Μισοκοιμισμένη ακόμη ψάχνω για το κινητό μου, να δω την ώρα:Ωραία! Ξύπνησα 10 λεπτά πριν το ξυπνητήρ. Σηκώνομαι με μεγάλη προσπάθεια και όσο ντύνομαι και φοράω τον εξοπλισμό παλεύω, χωρίς μεγάλη επιτυχία, με την φυσική μου κλίση προς την γκρίνια
-“Το βασίλειο μου για έναν οκτάωρο ύπνο…” μουρμουράω.
Διασχίζω το εσωτερικό του σκάφους που φωτίζεται απαλά από ένα μοναδικό κόκκινο φωτάκι, πάνω από το ψυγείο στην κουζίνα. Βγαίνω στο κόκπιτ. Ο Γιώργος, με βλέπει και χαμογελάει ξαφνιασμένος. Είναι ξαπλωμένος στο κάθισμα και φοράει ακουστικά.
-“Καλώς το μωρό μου! Άκουγα Ρίτσο και ήμουν απορροφημένος. Κοιμήθηκες καλά?”
-“Κοιμήθηκα βαθιά”, λέω και συμπληρώνω από μέσα μου “αλλά λίγο”. Μου δίνει το τηλέφωνο και τα ακουστικά για να ακούσω και πάει για ύπνο. Το απαλό αεράκι χαιδεύει το πρόσωπό μου και παίρνω μια απολαυστική βαθιά ανάσα. Κοιτάζω τα όργανα: η ταχύτητά μας είναι 5 κόμβοι, ο άνεμος συνεχίζει ανατολικός βορειοανατολικός με ένταση 12 με 15 κόμβους, οπότε αφού πλέουμε downwind (πρίμα) νιώθω τον φαινομενικό άνεμο μόνο 7 ως 9 κόμβους. Το θερμόμετρο δείχνει την θερμοκρασία του νερού στους 26°!
Η νύχτα είναι μαγική ακόμη και τώρα που το φεγγάρι έχει δύσει. Το Φιλίζι πλέει σαν νυχτοπεταλούδα πάνω σε πουπουλένια κύματα μέσα σε φωσφορισμούς από ένα κύμα, κάποιο αφρό, ένα ψάρι. Ο ουρανός, καθαρός σαν μαύρο κρύσταλλο, αποκαλύπτει μεγαλειώδεις αστερισμούς και μακρινούς γαλαξίες. Ο χρόνος γλυστρά αργά, πάνω στα σκοτεινά νερά. Κάποια στιγμή ένα φωτάκι αχνοφαίνεται στον ορίζοντα και μετά από λίγο χάνεται. Σκάφος? Κατεβαίνω και ψάχνω στο AIS τίποτα – φαίνεται πως με γέλασαν τα μάτια μου.
Σκέφτομαι πως σύντομα θα φτάσουμε στην Θάλασσα της Καραιβικής, πως θα αρχίσουμε να εξερευνούμε τα νησιά – χώρες, αλλά αυτή την φορά όχι σαν τουρίστες αλλά σαν θαλασσοπόροι -ταξιδευτές και μου φαίνεται σαν ψέμα οτι θα έχουμε μετρήσει μίλι -μίλι την διαδρομή από την Ελλάδα ως την Αμερικάνικη Ήπειρο. Κλείνω τα μάτια μου και νιώθω απόλυτα πως είμαι πάνω στον πλανήτη Γη. Τί βραδυά γλυκειά. Ακόμη και η Περκάν απολαμβάνει τα υπνάκια της κοντά μου, εδώ στο κόκπιτ.
02.30 Ανάβει το φωτάκι στην καμπίνα του Γιάννη και σε λίγο είναι στην κουζίνα, ετοιμάζει καφέ και στρίβει τσιγάρο. Έρχεται έξω φρέσκος και ευδιάθετος, καλοκοιμήθηκε! Μετά από λίγο σηκώνεται και ο καπετάν Γιώργος. Στις 3 πμ ξαπλώνω στην καμπίνα μας, κοιμάμαι βαθιά, και βλέπω όνειρα πολλά. Στις 7πμ σηκώνομαι, πηγαίνω ως το χατς μα ο καπετάνιος λέει
-“Κοιμήσου λίγο ακόμη, είμαι καλά” οπότε γυρνάω στο κρεββάτι και ξανακοιμάμαι αμέσως
08.00 Ξυπνάω με έντονο πόνο στον αυχένα αλλά μόλις βλέπω την ώρα χαμογελώ ευχαριστημένη: πέντε ώρες ύπνος! Έπεσε το swell και κοιμήθηκα υπέροχα. Μόλις βγαίνω από την καμπίνα συναντάω τον Γιάννη που πηγαίνει για ύπνο: αλλαγή βάρδιας. Ο Γιώργος στην κουζίνα δουλεύει το προζύμι του για να φτιάξει ψωμί. Έχει ζεσταθεί, έχει ιδρώσει από την προσπάθεια, τα παράθυρα είναι όλα κλειστά, είναι κουρασμένος, και είναι εκνευρισμένος, λέει, γιατί άνοιξε μια συσκευασία βιολογικό αλεύρι και βρήκε μέσα μαμούνια. Ανοίγω ένα παράθυρο και η δροσιά τον συνεφέρει κάπως. Βγαίνω στο κόκπιτ και κοιτάζω τα όργανα: το ΧΤΕ έχει γίνει 19,35 ΝΜ. Ρωτάω τον καπετάνιο μήπως θα έπρεπε να κάνουμε αλλαγή πλεύσης.
-“Όχι, να αφήσουμε τα πανιά ως έχουν, πεταλούδα. Ο άνεμος θα αλλάξει, αλλάζει συνεχώς το έχουμε δει.” λέει και αφού τοποθετεί το βαζάκι με το προζύμι σε ένα σημείο που το χτυπάει ο ήλιος για να φουσκώσει, μου δίνει ένα φιλί και πηγαίνει για ύπνο.
Κάθομαι πίσω απ’το τιμόνι και προσπαθώ να συνεφέρω τον αυχένα μου στρίβοντας απαλά το κεφάλι δεξιά & αριστερά. Τα δάχτυλα του δεξιού χεριού μου είναι ακόμη μουδιασμένα. Και εγώ που νόμιζα πως η κρίση του αυχενικού πέρασε. Φτιάχνω έναν κρύο decaf και ανοίγω την τέντα για να μην με ψήνει ο ήλιος. Κατεβαίνω, φοράω το μαγιώ μου και ξαναβγαίνω. Σκουπίζω το κόκπιτ με το σκουπάκι, και μετά έχω ζεσταθεί τόσο πολύ που γεμίζω έναν κουβά με θάλασσα και μπουγελώνομαι. Αχ και να μπορούσα να κάνω μια βουτιά. Είμαι τόσον καιρό περιτριγυρισμένη από απέραντη και ζεστή θάλασσα – το θερμόμετρο τώρα γράφει 26,5° – κι έχω να κολυμπήσω πάνω από τρείς εβδομάδες. Κοιτάζω τον ωκεανό γύρω, σκέφτομαι για αλλη μια φορά πόσα πλάσματα κρύβονται κάτω από την επιφάνεια του νερού και ανατριχιάζω: εγώ στον ωκεανό δεν θα βουτούσα με τίποτα – μάλλον έχω δει πολλές ταινίες με καρχαρίες όταν ήμουν μικρή. Τα αγόρια δηλώνουν πως θα κολυμπούσαν με μεγάλη χαρά εάν οι συνθηκες το επέτρεπαν, άν είχε άπνοια και τα κύματα δεν ήταν τόσο μεγάλα. Εγώ δεν πιστεύω πως θα το τολμούσα…
09.00 – Ο άνεμος έχει πέσει στα 8-11 kts και η ταχύτητά μας το ίδιο. Ευτυχώς το swell είναι μικρό και έτσι δεν χτυπάνε τα πανιά μας ούτε κουνιόμαστε πολύ. Κάνω τον έλεγχο γύρω απ΄το σκάφος και όλα φαίνονται εντάξει. Ανοίγω το laptop για να κάνω την σύνδεση με το δορυφορικό, μα αλλάζω γνώμη γιατί σκέφτομαι πως ίσως ο καπετάνιος να χρειάζεται τον καιρό σε μορφή grib. Έτσι, προετοιμάζω το μειλ προς το mailasail για τον καιρό και γράφω ένα προσωπικό email στην φίλη μου την Βαλέρια να της πω οτι όλα πάνε καλά.
11.00 Μετά από διόμιση ώρες ησυχίας ακούω την φωνή του καλού μου: ξαπλωμένος στο κρεββάτι και φωνάζει όλο παράπονο “Καφέ!!!”. Η Περκάν που κοιμόταν δίπλα του, τον σκούει, σηκώνεται και τρομερά νυσταγμένη παραπατά ώς την καμπίνα του Γιάννη! Εγώ, πολύ χαρούμενη που δεν είμαι πια μόνη, φτιάχνω έναν διπλό ελληνικό και βάζω σε ένα μπώλ μούσλι για πρωινό. Σε λίγο καθόμαστε παρέα στο κόκπιτ κουβεντιάζοντας για την πλεύση μας. Μετά από μισή ωρίτσα, που βλέπω οτι έχει ξυπνήσει καλά, του δείχνω τα μειλ που έχω ετοιμάσει και λέει πως προτιμά να πάρουμε αύριο το grib file. Συνδέω το mac με το iridium και μέσα σε 3 λεπτά έχουμε στείλει και έχουμε λάβει όλα τα μηνύματα. Σύμφωνα με το yellow brick του ARC έχουμε ακόμη 685 ναυτικά μίλια για την St Lucia, κάναμε 134 ΝΜ το προηγούμενο 24ωρο και ανεβήκαμε άλλες δυο θέσεις. Μελετάμε το δελτίο και αποφασίζουμε να ανεβάσουμε το ασύμμετρο πανί αφού ο άνεμος έχει πέσει και δεν προβλέπεται να δυναμώσει..
Φέρνουμε πάνω το πανί και το πάμε στην πλώρη, δένουμε τις σκότες και τις περνάμε με πολλή προσοχή (το μυστικό είναι να μην γίνει λάθος στο πού περνάνε οι σκότες). Η διαδικασία μας φαίνεται τόσο πιό εύκολη σήμερα αφού την έχουμε κάνει άλλες τρείς φορές πρόσφατα. Μαινάρουμε την τζένοα και μαζεύουμε το wisker. Το δέρμα που βάλαμε για να προστατευτεί η σκότα της τζένοας από την τριβή με το wisker έχει τρυπήσει εντελώς αλλά το σχοινί έχει μείνει ανέπαφο. Την έκανε την δουλειά του το δέρμα.
Με το που μαζεύουμε την genoa η ταχύτητα του σκάφους πέφτει ακόμη περισσότερο και ο Γιώργος δεν αφήνει την ευκαιρία να πάει χαμένη. Ανάβει την μηχανή, ξεκομπλάρει τον άξονα και βάζει ανάποδα. ώστε να γυρίσει η προπέλα από την αντίθετη φορά. Ξαφνικά, η θάλασσα πίσω απ την πρύμνη μας γεμίζει με φύκια Sargassum, κλωνάρια τεράστια που όλα πρέπει να ήταν μπλεγμένα γύρω από τον άξονά μας. Τρομακτικό θέαμα αλλά δεν έχουμε χρόνο να το κουβεντιάσουμε τώρα, πρέπει να ανεβάσουμε το ασύμμετρο. Δένουμε το μαντάρι, τραβάω το σχοινί σηκώνεται η κάλτσα και το πανί φουσκώνει με μεγαλοπρέπεια μπροστά από την πλώρη μας.
13.00 – 11η ημέρα Η ταχύτητα μας ανεβαίνει στα 5 kts με φαινομενικό άνεμο 7 kts και η πλεύση είναι σταθερή και γαλήνια. Την στιγμή που καθόμαστε να ξαποστάσουμε από όλα αυτά βλέπω τον Γιάννη κάτω στο σαλόνι να μελετά προφανώς τα μειλ της διοργάνωσης. Μετά από λίγο με καφεδάκι στο φλυτζάνι και τσιγαράκι στο στόμα έρχεται έξω.
-“Πονάει η κοιλιά μου από την πείνα” λέει ο καλός μου.
Με την καθοδήγησή του ο Γιάννης ετοιμάζει δυο πιατάκια sashimi. Μετά το bruch, ο Γιάννης προτείνει να διαβάσουμε το βιβλίο, και όταν λέω πως νυστάζω τρομερά μου υπόσχονται οτι δεν θα διαβάσουν αλλά θα περιμένουν να ξυπνήσω.
14.30 Ξυπνάω μετά από μίας ώρας ύπνο βαθύ από ένα τρίξιμο σχοινιού, που υποψιάζομαι πως είναι το σχοινί του tac του ασύμμετρου που τρίβεται πάνω στο μπαλκόνι. Μια υπέροχη – σχεδόν συγκινιτική – μυρωδιά φαγητού γεμίζει το σκάφος. Καταλαβαίνω πως η μυρωδιά είναι το ψαράκι και για άλλη μια φορά συνειδητοποιώ πως η όσφρηση είναι η αίσθηση με την εντονότερη μνήμη. Βγαίνω και λέω στον Γιώργο, που βρίσκεται στην κουζίνα, τα καθέκαστα για το τρίξιμο.
-“Χμ! Νομίζω πως ξέρω πως θα το φτιάξω μα όχι τώρα, αφού φάμε” Σκύβει, κοιτάζει τον φούρνο και λέει .
“Κύριο Χάλεντ, το φαγητό είναι σχεδόν έτοιμο! Στρώσε τραπέζι”
Ρίχνω κι εγώ ματιά μέσα στον φούρνο και βλέπω πατατούλες να ροδίζουν και δυο φιλέτα ψάρι να τσιτσιρίζουν. Για να φάω μαζί τους, κόβω στα γρήγορα ένα μεγάλο αβοκάντο, το περιχύνω με χυμό λεμόνι και ελαιόλαδο, βάζω και την υπόλοιπη κινόα από χτές σε ένα πιάτο.
Κάθομαστε για φαγητό και τα παιδιά σχολιάζουν με κάθε μπουκιά ¨τέλειο!” και “θεική γεύση και “το πιο νόστιμο ψάρι του κόσμου”, τέτοια. Ευτυχώς που το ψάρι φαγώθηκε, σκέφτομαι, βαρέθηκα με τις σαλάτες και τα ρύζια. Αύριο θα φιάξω μια μακαρονάδα σπέσιαλ.
15.30 Τρώμε γαλήνιοι και χαλαροί, η σημερινή πλεύση με το ασύμμετρο έχει μια σπάνια ηρεμία, ο ωκεανός και τα κύματά θυμίζουν σήμερα έρημο με αμμόλοφους – σχεδόν δεν κουνιόμαστε και το γαλανόλευκο πανί μας τραβά μπροστά απαλά.
Μαζεύουμε το τραπέζι, ο Γιάννης πλένει τα πιάτα και εγώ με τον Γιώργο πάμε στην πλώρη για να διορθώσουμε το σχοινί του tack . Μετά από δέκα λεπτά βολευόμαστε όλοι στο κόκπιτ και ο Γιάννης ξεκινάει πρώτος να διαβάζει το …”audiobook”. Ό ήρωάς μας είναι απερίγραπτος, τα βάσανα, το θάρρος και η αντοχή του μας έχουν συγκλονίσει. Διαβάζουμε όλοι εναλλάξ. Μετά από λίγο τα μάτια του καλού μου έχουν βασιλέψει.
-“Μήπως να πάς να ξαπλώσεις?” του λέω απαλά.
Εκείνος ανοίγει τα μάτια, μου χαμογελάει και ανασηκώνεται.
-“Πώς βλέπεις τα πράγματα κύριο Χάλεντ?”
-“Το ασύμμετρο μας ταξιδεύει άψογα. Πάμε συνέχεια με 5,5 kts!” απαντά ο Γιάννης
-” Επιτέλους γίνεται απόσβεση” λέει ο καλός μου, γελώντας.
-‘Μέχρι πότε λές να κρατήσουμε το πανί?” ρωτάω εγώ.
Το συζητάμε και αποφασίζουμε να το κατεβάσουμε τα μεσάνυχτα, πριν μείνω μόνη στην βάρδια. Μετά, ο καλός μου κατεβαίνει για ύπνο: είναι με 3,5 ώρες ύπνο.
17.45- 11η ημέρα Μένουμε μόνοι με τον Γιάννη και απολαμβάνουμε μια πλεύση γλυκειά με ταχύτητα 6,5-7 kts αθόρυβη και ακούραστη – καταπληκτική ταχύτητα για τόσο λίγο άνεμο. Σιγά σιγά ο ήλιος γέρνει στην δύση του και το υγρό μας σύμπαν πλυμμυρίζει χρώματα. Λίγο μετά, τα ροζ συννεφάκια που αρμένιζαν στην βελούδινη άκρη του ορίζοντα εξαφανίζονται και τη θέση τους στην μαγική σκηνή παίρνουν αστέρια που τρεμοσβήνουν και ένα γελαστό μισοφέγγαρο. Η θερμοκρασία θυμίζει μια ονειρεμένη καλοκαιρινή βραδιά και η ζεστή θάλασσα λάμπει στο φεγγαρόφωτο.
19.00 – 14°42 80 Ν – 049° 11 60W
– “Λές να μας πάει έτσι ωραία όλη νύχτα?” λέει ο Γιάννης.
Η απάντηση δεν αργεί να έρθει. Σαν σε ταινία, ένα δευτερόλεπτα μετά έρχεται μια πολύ δυνατή σπηλιάδα, το πανί φουσκώνει απότομα και στροβιλίζεται βγάζοντας έναν τρομερό θόρυβο. Το σκάφος ορτσάρει, γέρνει και η ταχύτητα ανεβαίνει στα 8,5kts. Ως δια μαγείας, το επόμενο δευτερόλεπτο ο καπετάν Γιώργος έχει πεταχτεί από το κρεββάτι έξω, έχει αρπάξει το τιμόνι, ξύπνιος και όρθιος, φωνάζοντας οδηγίες και φαίνεται σίγουρος πως το πανί έχει σκιστεί. Ανακτά τον έλεγχο, ο άνεμος πέφτει και το πανί – που δείχνει εντάξει – ξαναπαίρνει το σχήμα του. Έχουμε μείνει να τον κοιτάμε με ανοιχτό το στόμα εγώ και ο Γιάννης. Μα για πότε ξύπνησε και βγήκε έξω….
Ανάβω τον φακό κεφαλής και πηγαίνω στην πλώρη, ελέγχω το πανί από κοντά και δεν βλέπω κανένα πρόβλημα. Κρατάμε λίγο ακόμη την πλεύση μα ο αέρας ξαναδυναμώνει.
-” Το ασύμμετρο πρέπει να κατέβει τώρα. Ακούστε πως θα το κάνουμε” λέει ο Γιώργος. “Θα ξεμουδάρουμε την μαίστρα, θα αμολήσουμε την σκότα της να ανοίξει ώστε να κλέψει τον αέρα από το ασύμμετρο. Η Καρίνα το κατεβάζει και εσύ Γιάννη είσαι στο μαντάρι. Πάμε!”
Η ομάδα πιάνει αμέσως δουλειά, ενώ ο άνεμος φορτώνει λεπτό με λεπτό.
-” Δεν πάς στην πλώρη χωρίς ιμάντα ασφαλείας” μου λέει και μου τον δίνει “Να δεθείς!!”
Πάω μπροστά στην πλώρη, κάθομαι κάτω και οργανώνω τα σχοινιά. Προσπαθώ να κατεβάσω την κάλτσα του πανιού μα μου είναι αδύνατον: οι δυνάμεις είναι τεράστιες.
-“Πρέπει να με βοηθήσετε. Λάσκα την δεξιά σκότα” φωνάζω με δύναμη για να μην πάρουν ο άνεμος και τα κύματα την φωνή μου
Ο Γιώργος δίνει οδηγίες στον Γιάννη:
-“Ανέβασε το μαντάρι ένα μέτρο, τράβα το πράσινο σχοινί του tack και τρέχα να βοηθήσεις την Καρίνα” Εκείνος τις εκτελεί πιστά, το πανί τεντώνεται, χάνει την καμπυλότητά του και μέρος από τον αέρα του. Ο καπετάνιος στρίβει λίγο το τιμόνι και με το ορτσάρισμα ξεφουσκώνει πολύ.
-“Τώρα!” φωνάζει ο Γιώργος.
Αρχίζω να τραβάω ρίχνοντας όλο μου το βάρος στο σχοινί που κατεβάζει την κάλτσα του πανιού, και, για αντίσταση, έχω στηρίξει τα πόδια μου στο σπινακόξυλο, που είναι δεμένο στα ρέλια. Το πανί είναι ακόμη γεμάτο με αέρα, και αρχίζει να με τραβά προς τα πάνω. Άν δεν κρατιόμουν απ’ τα ρέλια θα είχα …απογειωθεί.
-“Χάλεντ έλα να το πιάσουμε μαζί” Ο Γιάννης τραβά μαζί μου το σχοινί και τα καταφέρνουμε. Το πανί κατεβαίνει και με τα πολλά καταφέρνουμε να το βάλουμε στην τσάντα του, χωρίς δυστυχώς να ταχτοποιήσουμε όπως πρέπει όλα τα σχοινιά του. Πάμε πίσω στο κόκπιτ και ο καπετάνιος φεύγει στην πλώρη για να ετοιμάσει το wisker για να ανοίξουμε την genoa. Μετά από λίγη ώρα έχουμε έτοιμα τα πανιά μας σε πλεύση πεταλούδα (wing – to -wing) με το preventer της και με τα όλα της. Καθόμαστε να ξαποστάσουμε και να ξειδρώσουμε .
-“Πόση ώρα κοιμήθηκα?” ρωτάει ο Γιώργος
-“Μία ώρα και 15 λεπτά” απαντώ. Αρχίζει να διηγείται πως έβλεπε ένα όνειρο και στο όνειρο ένιωσε να επιταχύνουμε και πετάχτηκε έξω!
20.00 – Συνεχίζουμε την πορεία στην όμορφη βραδιά. Ο άνεμος έχει πέσει στα 4 μποφώρ και είναι πια καθαρά ανατολικός.
-“Πείνασα!” λέει ο καλός μου
-“Κι εγώ” λέω.
-“Εγώ είμαι ακόμη σκασμένος από το μεσημέρι. Πάω να ξαπλώσω” λέει ο Γιάννης και μας αφήνει.
Κατεβαίνω στην κουζίνα να δω τί μπορώ να οργανώσω. Έχει περισσέψει ένα μεγάλο φιλέτο ψαριού απ’το μεσημέρι, ένα κομμάτι blue marlin λευκό και αφράτο και φαίνεται τόσο νόστιμο που σχεδόν με βάζει για λίγο σε πειρασμό. Το σερβίρω κρύο μαζί με μαγιονέζα και σαλάτα για τον καλό μου και για μένα βάζω σαλάτα με αυγό βραστό. Μετά το φαγητό, αφού μαζεύω την κουζίνα, αράζουμε αγκαλίτσα στην φεγγαράδα. Πόσο όμορφη είναι η θάλασσα φωτισμένη, πόσο δυνατή λάμψη έχει αυτό το μικρό φεγγάρι. Μιλάμε για το τί θα κάνουμε όταν φτάσουμε απέναντι. Κάποια στιγμή τα βλέφαρά μου βαραίνουν και ξαπλώνω στο κόκπιτ. Ο καλός μου φέρνει μια κουβερτούλα και με σκεπάζει αλλά δεν βολεύομαι καλά και στις 21.30 κατεβαίνω για ύπνο.
23.30 – Πετάγομαι στον ύπνο μου: η ήχος του νερού κάτω από το σκάφος ακούγεται πάρα πολύ δυνατά. Μα πόσο γρήγορα πηγαίνουμε. Πετάγομαι έξω να δω τί γίνεται. Ο Γιώργος κάθεται πίσω από το τιμόνι και φοράει ακουστικά. Βλέπει το ανήσυχο ύφος μου και λέει γελαστός:
-“Δεν είναι τίποτα μωρό μου, η ταχύτητά μας είναι γύρω στα 6,6kts. Μια στιγμή μόνο ήρθε μια σπηλιάδα και επιταχύναμε.” Κάθομαι έξω κοντά του. Μου λέει οτι έχει διασκεδάσει πολύ απόψε, πως νωρίτερα άκουγε ποίηση, αλλά κάτι πατήθηκε στο ipod και ξαφνικά άρχισαν τα ελληνικά, άκουσε από Σοφία Βέμπο μέχρι Ζαμπέτα. Καθόμαστε παρέα και τον μαλώνω που κοιμάται τόσο λίγο. Όχι οτι φταίει πραγματικά αφού τον έχω ξυπνήσει τόσες φορές για να μας σώσει. Έτσι κατεβαίνει να ξαπλώσει αφού πρώτα βάζει μπρος την γεννήτρια.
Ώρες ύπνου:
Καρίνα: 5.00+1.00+2.00=8.00
Γιώργος: 2.30+1.45+1.15= 5.30
Γιάννης: 2.30+3.30+3.30=9.30
Κυριακή 30 Νοεμβρίου 2014 – 12η ημέρα
00.00 – Η νύχτα είναι ήσυχη και η πεταλούδα μας ταξιδεύει με έναν ελαφρύ ανατολικό. Το φεγγαράκι ετοιμάζεται να δύσει. H ασημένια λάμψη του παίρνει για λίγο μια χάλκινη απόχρωση και την επόμενη στιγμή σβήνει και αμέσως, ο ουρανός μοιάζει να γέμιζει με αστέρια και ο ωκεανός με φωσφωρισμούς. Το κόκκινο φωτάκι στην καμπίνα μας ανάβει. Ο καλός μου έρχεται έξω.
-“Πάμε πολύ γρήγορα?” ρωτάει ανήσυχος.
-” Δυστυχώς όχι, πάμε αργά” απαντώ και σκέφτομαι πως πρέπει να ξύπνησε απ’ τον κρότο που έκανε η genoa όταν την ταρακούνησε το κύμα. Ρίχνει μια ματιά στο plotter, βλέπει και την ταχύτητά μας μόνο 5,5kts και ξαναπηγαίνει για ύπνο.
Εγώ μένω πάλι μόνη στην βάρδια και δεν έχω να κάνω πολλά πέρα από το να εποπτεύω τον αυτόματο πιλότο. Ο άνεμος έχει ένταση γύρω στα 15kts και δυστυχώς δεν είναι αρκετός για να γεμίσει τα πανιά μας στην πλεύση πρίμα. Το κύμα και το swell μας κουνούν δεξιά αριστερά σαν εκρεμμές, η genoa φουσκώνει, ξεφουσκώνει και κάποιες φορές όταν επανέρχεται και τεντώνει, βγάζει ένα ήχο τόσο δυνατό σαν να σκίζεται στα δυο. Όταν συμβαίνει αυτό, το reefing σείεται, ο πρώτονος τραντάζεται δυνατά και κάτω στην καμπίνα όλοι αυτοί οι ήχοι φτάνουν πολλαπλασιασμένοι.
Σε λίγο ένα σύννεφο μεγάλο μας πλησιάζει από τα ανατολικά και φέρνει μαζί του άνεμο πιο δυνατό. Όσο το σύννεφο μένει μαζί μας το Φιλίζι πηγαίνει σταθερά και γρήγορα σαν τραίνο. Μόλις μας προσπερνά, ο άνεμος χάνεται πάλι. Η genoa τινάζεται. Δοκιμάζω να παίξω με τις μοίρες στον αυτόματο – είμαστε οριακά στις 170° starboard – ποδίζω λίγο αλλά μάταια, τίποτα δεν βοηθάει.
Παίρνω βαθιά ανάσα για να χαλαρώσω και να μην ανησυχώ. Τα βλέφαρά μου είναι βαριά και τα μάτια μου με τσούζουν. Βάζω μουσική στο ipod, φοράω τα ακουσικά και αρχίζω να κάνω βόλτες γύρω από το τραπέζι και το τιμόνι για να ξυπνήσω.
02.30 – 12η ημέρα – Με χαρά μεγάλη βλέπω το φωτάκι στην καμπίνα του ΓΙάννη να ανάβει. Σε λίγο έρχεται έξω με το καφεδάκι του και για λίγο κουβεντιάζουμε για την πορεία και τον άνεμο. Μετά, φοράει τα ακουστικά του και βυθιζόμαστε ο καθένας στον κόσμο του. Η νύχτα είναι ζεστή και το φεγγάρι έχει δύσει
04.00 – Ο καλός μου βγάζει κεφαλάκι από το χάτς
-“Πώς τα πάει το πλήρωμα?”
Του ζητάω να ξαναπάει στο κρεββάτι, μα αρνείται:
-“Εσύ να πας για ύπνο μωρό μου!” μου λέει και όταν ο καπετάνιος δίνει εντολή….
Ξαπλώνω στο κρεββάτι και με το που ακουμπάω στο μαξιλάρι με παίρνει ο ύπνος. Captain’s Logbook ο άνεμος συνεχίζει ανατολικός 4 μποφώρ. Η νύχτα είναι ζεστή με δυο τρία μικρομπουρίνια. Είδαμε ένα αεροπλάνο!
Σηκώνομαι στις 7πμ, βγαίνω έξω να δω τί γίνεται. Ο Γιάννης είναι στο τιμόνι και ο καπετάνιος ξεκουράζεται, σκεπασμένος με μια κουβερτούλα έξω στο κόκπιτ. Με διαβεβαιώνει πως όλα είναι μια χαρά και με στέλνει να κοιμηθώ λίγο ακόμη. Ξαναγυρνάω στο κρεββάτι και αποκοιμιέμαι στο λεπτό.
08.00 – 12η ημέρα Ξυπνάω με δυνατό πόνο στον αυχένα και μουδιασμένο χέρι. Σηκώνομαι και βρίσκω τον Γιώργο να ξεφουρνίζει μια φρατζόλα ψωμί. Το σκάφος μοσχοβολά και το στομάχι μου γουργουρίζει.
-“Καλημέρα! Τί μας έφτιαξες πάλι μωρό μου!”
-“Εχω ετοιμάσει ψωμάκι και μια ζύμη για πίτσα. Δες!” λέει ο καλός μου, σηκώνει μια πετσέτα και βλέπω ένα ωραιότατο ζυμαράκι τυλιγμένο σαν μωρό. Του κλαψουρίζω για τον αυχένα μου και με παρηγορεί
-” Σε λίγο θα σου περάσουν όλα, μήν φοβάσαι. Θα κολυμπάς κάθε μέρα και θα γίνεις περδίκι!”
Κοιτάω έξω στο κόκπιτ, ο Γιάννης είναι έξω στο τιμόνι.
-“Καλημέρα και γεια σας, να πάτε για ύπνο και οι δύο αμέσως” λέω με ύφος διαταγής και εκείνοι κατεβαίνουν στα κρεββατάκια τους στο λεπτό. Γράφω ημερολόγιο και κοιτάζω τον ωκεανό που είναι γεμάτος με φύκια sargasum πάλι. Αναρρωτιέμαι από πού να έχουν ξεκινήσει και άν ακολουθούν το golf stream.
Το Φιλίζι επιταχύνει, κοιτάζω πίσω μας και βλέπω ένα μεγάλο & βαρύ σύννεφο να πλησιάζει. Ο Γιώργος έρχεται έξω βιαστικός.
-“Πάμε πολύ γρήγορα? Τί τρέχει?” λέει φορώντας το t-shirt που κρατούσε στο χέρι.
-“Προς το παρόν πάμε με 5,6kts. Πλησιάζει ένα σύννεφο βροχής και ο αέρας δυνάμωσε λίγο” απαντώ δείχνοντας πίσω μας.
-“Άναψε το ραντάρ να δούμε πως κινείται”. Κατεβαίνω ανάβω το ραντάρ βάζω τον κέρσορα πάνω στο σύννεφο και το παρακολουθώ για λίγο.
-“Δείχνει πως θα περάσει στα αριστερά μας”
‘”Καλό αυτό, αφού θα περάσει στα αριστερά μας (σ.σ. νότια) θα μας δώσει αέρα για να ανέβουμε λίγες μοίρες. Άν περνούσε στα δεξιά μας θα μας γυρνούσε προς το νότο” εξηγεί ο καπετάνιος. Στο μεταξύ το σύννεφο μας έχει φτάσει και αρχίζει να βρέχει. Βγαίνω γρήγορα και βοηθάω να σηκώσουμε το sprayhood και το bimini και μαζεύω τα μαξιλάρια. Σε δέκα λεπτά η βροχή σταματά και βγαίνει ένας λαμπερός ήλιος. Ο καλός μου κατεβαίνει να ξαπλώσει.
09.15 – Κοιτάω το ρολόι μου 9:15 δηλαδή UTC 12:15 ,ήρθε η ώρα να πάρω τα email του ARC+. Κάνω την συνδέση, στέλνω το αίτημα για grib file στο mailasail και σε λίγο παίρνω τον καιρό, την απάντηση από την Βαλέρια – γιούπι ! – και τον καιρό του ARC. Το Possition for all Vessels, το email με τις θέσεις των σκαφών δεν υπάρχει! Μα την φάλαινα με την διχαλωτή ουρά. Χάσαμε το μέιλ! Τρώω ένα μπωλ μούσλι και πάω ξανά στο κόκπιτ. Ο άνεμος έχει δυναμώσει και η πεταλούδα δουλεύει καλύτερα. Οι πρωινοί ακροβάτες του ωκεανού, τα χελιδονόψαρα, πηδούν γύρω ακατάπαυστα. Το θέαμα είναι καταπληκτικό
10.30 – 12η ημέρα Ο κάπτεν ξυπνάει και φτιάχνει καφέ για τους δυο μας. Του λέω για το χαμένο μέιλ και ξανασυνδέω το mac. Επιτέλους το μήνυμα έρχεται και με την ευκαιρία στέλνω ξανά μήνυμα στην φιλενάδα μου να μιλήσει με την μαμά και να της πει πως είμαστε μια χαρά. Διαβάζουμε τα μηνύματα.Μένουν 415 ΝΜ για την St Lucia δηλαδή διανύσαμε 143 ΝΜ το προηγούμενο 24ωρο με μέση ταχύτητα 5.7kts.
13.00 Ο Γιώργος βάζει το καρβέλι στον φούρνο και μπαίνει να κάνει ντούς – Κυριακή σήμερα. Έξω ο άνεμος φορτώνει και πάμε ωραία με 6,6-7,0 kts. Μετά από λίγο φρέσκος και καθαρός έρχεται στο κόκπιτ και εγώ ανάβω την γεννήτρια, βάζω το ηλεκτρικό σκουπάκι και καθαρίζω το σκάφος.
Η μυρωδιά του ψωμιού με έχει ζαλίσει και σκέφτομαι μήπως αντί για μακαρονάδα φτιάξω αυγά τηγανητά και πατάτες. Το λέω στον καλό μου και συμφωνεί με χαρά. Κόβω πατάτες ροδέλες, τις βάζω στο microwave για 5 λεπτά και μετά τις ψήνω στον φούρνο στο tefal ταψί. Όσο ψήνονται κάνω και εγώ ντούς και πολύ το ευχαριστιέμαι. Η αλήθεια είναι πως καμιά από αυτές τις μέρες δεν ένιωσα βρώμικη, Ίσως να είναι ο καθαρός αέρας, τί να πω. Οταν βγήκα ο Χάλεντ έχει ξυπνήσει και διαβάζει το μειλ με το δελτίο καιρού. Είναι πεινασμένος και αυτός οπότε βάζουμε αμέσως τα αυγά στο τηγάνι.
Σε λίγο είμαστε όλοι στο τραπέζι και η Περκάν που έχει χωθεί από κάτω ζητάει και παίρνει κεράσματα με νάζια και γλύκες. Μετά από λίγο βγαίνει έξω από το κόκπιτ, κοιτάζει για τον ορίζοντα μπροστά σηκώνει την μουσούδα προς τα πάνω και αρχίζει να οσμίζεται τον αέρα. Την κοιτάω καλά καλά. Είμαι σίγουρη οτι μύρισε την στεριά!
15.00 Πρέπει πάλι να πάρουμε το δείγμα νερού για το Ocean Conservation σήμερα. Φέρνω έξω τον καθαρό κουβά και το ειδικό μπουκάλι. Ο Γιάννης τραβάει βίντεο την όλη διαδικασία. Για την ταινία μας, λέει.
16.00 – 12η ημέρα Ο Γιάννης ξεκινάει να διαβάζει το βιβλίο του Bombard μα εγώ παρ’ολο που προσπαθώ να μείνω για να ακούσω την συνέχεια, νιώθω πολύ κουρασμένη και σύντομα κατεβαίνω να ξαπλώσω. Κοιμάμαι για μια ώρα και όταν ξαναβγαίνω η ανάγνωση συνεχίζεται και είναι απολαυστική. Σύντομα ο Γιάννης κατεβαίνει να ξεκουραστεί και λέω στον Γιώργο να πάει κι αυτός να ξαπλώσει. Δεν προλαβαίνει να κατέβει και μας πλησιάζει ένα σύννεφο με αέρα δυνατό και το Φιλίζι επιταχύνει στα 8kts. Ξαναβγαίνει έξω, μου βάζει τις φωνές, δεν κατάλαβα γιατί και πάει για ύπνο. Η κούραση …
18.00 Μένω μόνη μου και είναι αυτή η υπέροχη ώρα λίγο πριν το δειλινό. Τα κύματα βάφονται κόκκινα από τον ήλιο που χάνεται. Το φεγγάρι που είναι στον ουρανό από νωρίς είναι ακόμα πια μεγάλο και φωτεινό απόψε και ο ουρανός με τα μικρά άσπρα συννεφάκια έχει ένα βαθύ μπλέ χρώμα. Τα κύματα τώρα φαίνονται ολοκάθαρα ασημένια. Ο άνεμος συνεχίζει ανατολικός γύρω στα 5 μποφώρ. Κάποια στιγμή δυναμώνει πολύ και μουδάρω προληπτικά, μετά ξαναπέφτει ξεμουδάρω και σε κάθε αλλαγή της έντασης αλλάζουμε και κατεύθυνση. Στο τέλος αποφασίζω να αφήσω τα πανιά ως έχουν, βάζω Μπαχ στα ακουστικά και χαλαρώνω στο μαξιλάρι ρεμβάζοντας.
19.00 Τα αγόρια ξυπνάνε και έρχονται παρέα έξω να απολαύσουν το φεγγαρόφωτο. Λένε οτι πεινούν και τους φτιάχνω σαντουιτσάκια με το ωραίο φρέσκο ψωμί του Γιώργου.Μετά καθαρίζω μήλα, τα ψήνω στο microwave και τα τρώμε με μέλι και καρύδια. Στις 20.30 πηγαίνω για ύπνο, το ίδιο και ο Γιάννης και ο καπετάνιος μένει για βάρδια.
Ώρες ύπνου
Καρίνα:3.00+1.00+3.50=7.30
Γιώργος: 4.00+2.00+1.30=7.30
Γιάννης: 1.30+3.30+2.00=7.00
Δευτέρα 1 Δεκεμβρίου 2014 – 13η ημέρα
00.30 Ξυπνάω από έναν εφιάλτη. Ημουν στην Αθήνα, στον Λυκαβηττό και ο Γιώργος κάτι μου έδειχνε στον ορίζοντα. Πήγα στην άκρη του βράχου για να το δώ και ξαφνικά ένωσα να πέφτω αλλά κρατήθηκα από το χέρι ενός αγάλματος. Παράξενο όνειρο. Ντύνομαι όσο πιο γρήγορα μπορώ, φοράω σωσίβιο και φακό και βγαίνω έξω. Ο Γιώργος είναι τόσο κουρασμένος, κάτι μου λέει μέσα από τα δόντια του για μια φθορά που βρήκε στις σκότες και κατεβαίνει αμέσως να κοιμηθεί.
Αχ πόσο όμορφη βραδιά είναι κι απόψε. Βλέπω πως το φεγγαράκι θα δύσει σύντομα, μα τώρα φωτίζει ολόκληρο τον ορίζοντα και ένα ποτάμι από ασήμι λάμπει πάνω στα κύματα. Στον ουρανό φωσφωρίζουν κάτασπρα μικρά σύννεφα και κάποια λίγα δυνατά, θαρραλέα αστέρια. Βάζω μουσική στα ακουστικά, στέκομαι πίσω από το τιμόνι και ισορροπώ μια στο δεξί μια στο αριστερό πόδι ακολουθώντας την κίνηση του σκάφους. Ο άνεμος έχει γυρίσει από λίγο πιο βόρεια κατεύθυνση και μας πάει πιο νότια, μα δεν έχει σημασία – ξέρω πια πως αργότερα θα ξαναλλάξει. Το ΧΤΕ είναι 7,4 ΝΜ μηδαμινό για την απόσταση που διανύουμε οπότε είμαι ευχαριστημένη. Κάθομαι με τα πόδια πάνω στο μαξιλάρι, βάζω στα ακουστικά Μανώλη Αναγνωστάκη. Οταν τελειώνει η απαγγελία ξαναπηγαίνω στην πυξίδα. Πόσες νύχτες έχω περάσει κοιτώντας αυτήν την πυξίδα? Πόσες νύχτες πλέει το Φιλίζι ξύνοντας με την καρένα του την πλάτη του ωκεανού? Κι ο ωκεανός μοιάζει να είναι ένα όλον, ένα ενιαίο πλάσμα υδάτινο, ενώ είναι ένας άγνωστος κόσμος γεμάτος μύριες άλλες ζωές. Κάτω από την τρικυμισμένη του επιφάνεια η ζωή γεννιέται και χάνεται, πλάσματα όλων των ειδών παλεύουν να επιβιώσουν, να αναπτυχθούν, να πολλαπλασιαστούν.
Ω! Πόσο νυστάζω…
03.00 Ο Χάλεντ ξυπνά και έρχεται να μου κάνει παρέα. Πλέουμε αργά, ο ουρανός είναι ολοκάθαρος και ο άνεμος μαλακός. Αποφασίζουμε να κάνουμε υπερμεταμεσονύκτια προβολή και να αφήσουμε τον καπετάνιο να κοιμηθεί όσο θέλει. Η νύστα μου χάθηκε. Μετά την ταινία βάζουμε μουσική και χορεύουμε στο κόκπιτ. Party time!
06.00 – 13η ημέρα Ο Γιώργος ξυπνά και παραπονιέται οτι πονάει ο λαιμός του. Του δίνω βιταμίνη C με εχινάσεα και φτιάχνω ένα φλυτζάνι τσάι ζεστό. Η καινούργια μέρα ξημερώνει. Το στεφάνι του ορίζοντα έχει χωριστεί στα τρία, τρεις ομάδες σύννεφα, με διαφορετικό χρώμα, ύψόμετρο και ταχύτητα. Στα βόρεια, σύννεφα στο χρώμα του μολυβιού υψώνονται κατακόρυφα σε μεγάλα ύψη, σύννεφα βαριά, γεμάτα βροχή και καταιγίδες. Στα νότια σύννεφα λευκά, αρμενίζουν καραβάκια με ανοιχτά πανιά στα μέσα του ουρανού. Και στ’ ανατολικά, ένα χαμηλό στεφάνι από κοκκινόχρυσα σύννεφα που θαρρείς φλέγονται μου κόβει την ανάσα με την ομορφιά του. Νιώθω την ψυχή μου να γεμίζει, να φουσκώνει από απέραντη ευγνωμοσύνη.
Κοιτάζω τον Γιώργο που κάθεται δίπλα μου. Εκείνος μου πιάνει το χέρι και μου λέει απαλά:
-“Να πας να ξεκουραστείς, μωρό μου, θα μείνουμε βάρδια παρέα με τον Γιάννη” .
Ξαπλώνω στις 7 πμ και πρέπει να κοιμήθηκα αμέσως.
08.45 Τα αγόρια έχουν πιάσει δουλειά, έχουν ρίξει σ’ όλο το ντεκ κουβάδες θαλασσινό νερό και το έχουν τρίψει με σκούπα και βούρτσα. Ετοιμάζω πανόστιμο πρωινό, το υπέροχο ψωμί του Γιώργου με μέλι και ταχίνι και τρώμε με τρομερή όρεξη όλοι. Ο Χάλεντ όλο λέει να πάει για ύπνο και όλο κάτι γίνεται και το αναβάλλει.
Συνδέω τον υπολογιστή για να πάρω τα μειλ και φαίνεται οτι το μάτιασα γιατί αυτή τη φορά το irridium δεν βρίσκει καθόλου σήμα – ίσως οι δορυφόροι δεν βρίσκονται στο σημείο. Ξαναδοκιμάζω μετά από 15 λεπτά και τα καταφέρνω. Μόλις ακούει ο Γιάννης οτι ήρθαν τα μηνύματα, παίρνει τις σημειώσεις του και κάθονται μαζί με τον καπετάνιο να τα μελετήσουν. Βλέπουν πως ο άνεμος θα πέσει τις επόμενες δύο μέρες. Μένουν ακόμη 415 ΝΜ κάναμε 143 ΝΜ το προηγούμενο 24ωρο με μέση ταχύτητα 5,7 kts. Άν οι καιρικές συνθήκες δεν αλλάξουν υπολογίζουμε να φτάσουμε στην St Lucia, σε λιγότερο από τρία 24ωρα δηλαδή την Πέμπτη. Μελετάμε παρέα το μειλ με τις “θέσεις σκαφών” και δεν υπάρχει κάποια αλλαγή, έχουμε πίσω μας 14 σκάφη.
10.00 – 13η ημέρα – 1η Δεκεμβρίου – 14°32 70Ν 053°50 30W Ο Γιάννης πηγαίνει για ύπνο και εγώ ξεκινάω να μαγειρέψω την φασολάδα που μου έχει παραγγείλει ο κάπτεν και μια πικάντικη σάλτσα ντομάτα για την πίτσα που θα φάμε για μεσημεριανό. Σπαζοκεφαλιάζω με την χύτρα ταχύτητας που αποφασίσαμε να δοκιμάσουμε για να κάνουμε οικονομία στο γκάζι. Δεν μπορώ να υπολογίσω πόση ώρα χρειάζεται το φαγητό με αποτέλεσμα, τα φασόλια δυστυχώς παράβρασαν. Στεναχωρημένη για τον άδικο κόπο – πάλι θα πει ο Γιώργος οτι δεν ξέρω να μαγειρεύω φασολάδα – πηγαίνω να ξαπλώσω και για πρώτη φορά ανοίγω όλα παράθυρα της καμπίνας. Η δροσιά είναι μαγική – είχα σχεδόν ξεχάσει την υπέροχη αίσθηση που έχει ο φρέσκος αέρας στο πρόσωπό μου όταν κοιμάμαι. Ξυπνώ μετά από μια ώρα από ένα δυνατό τίναγμα της τζένοας.
13.00 Ο Γιώργος ετοιμάζει την pizza που μας έχει υποσχεθεί από χθές, μια παραλληλόγραμμη pizza margherita, με spicy σάλτσα και ανανά. Όνειρο. Μετά το φαγητό διαβάζουμε το βιβλίο μας και βρισκόμαστε στο σημείο που ο ταλαίπωρος Bombard νομίζει οτι φτάνει στην Καραιβική αλλά έχει κάνει λάθος με το στίγμα του. Έχει χάσει πάρα πολύ βάρος και είναι εξαντλημένος αλλά δεν χάνει το κουράγιο του. Διαβάζουμε τα βάσανά του Bombard, αραγμένοι αναπαυτικά στα μαξιλάρια του Φιλίζι που συγκριτικά με το δικό του βαρκάκι μοιάζει …υπερωκεάνειο και δεν γίνεται παρά να νιώθουμε ασφαλείς και μέσα στις ανέσεις. Και το σκαφάκι μας με τα πανάκια του πάντα πεταλούδα, μας πηγαίνει κουνιστό-λυγιστό στην άλλη άκρη του κόσμου χωρίς να ασχολούμαστε καθόλου, σήμερα τουλάχιστον! Φαντάζει απίστευτο.
15.00 – 13η ημέρα Το σώμα μου σήμερα έχει ανάγκη από ύπνο – τα μάτια μου κλείνουν . Κατεβαίνω στην καμπίνα και μετά από λίγο έρχεται και ο Γιώργος για σιέστα δίπλα μου – πρώτη φορά στο πέρασμα – Γιάννης έχει μείνει στην βάρδια. Ξυπνάω μετά από 3,5 ολόκληρες ώρες – η αγκαλιά έκανε δουλειά φαίνεται. Τα αγόρια έχουν σερβιριστεί φασολάδα – ο καλός μου κοροιδεύει την μαγειρική μου αλλά ευτυχώς ο Γιάννης κρατάει ένα επίπεδο. Βάζω και εγώ ένα πιάτο και ναι μεν εμφανισιακά είναι χάλια η σούπα αλλά από γεύση δεν πάει άσχημα. Πάντως δεν είναι τυχαίο που από παιδί σιχαινόμουνα τις χύτρες ταχύτητας.
18.30 – Πλέοντας απαλά με τα πανιά πεταλούδα το μοναχικό μας σκαφάκι κατευθύνεται προς την δύση και ο ήλιος ξαναβουτάει στην θάλασσα χαρίζοντάς μας άλλο ένα μαγευτικό δειλινό στον ωκεανό.. Ο άνεμος έχει πέσει στα 4 μποφώρ, η ταχύτητά μας είναι 4,0 με 4,5. Ξαφνικά νά’τος πάλι ο γνωστός κραδασμός στον άξονα – λογικό- πρέπει να μπλέχτηκαν πάλι φύκια sargasum πάνω στον άξονα και την προπέλα – η θάλασσα άλλωστε είναι γεμάτη από αυτά. Ο Γιώργος παίρνει το τιμόνι στο χέρι, γυρνάει το σκάφος όρτσα για να μειώσουμε ταχύτητα και βάζει εμπρός την μηχανή. Όταν η ταχύτητα πάει κάτω από 4 kts, μετακινεί τον λεβιέ από νεκρά στο ανάποδα και στην στιγμή η θάλασσα πίσω από την πλώρη γεμίζει με φύκια!
-“Όλα αυτά είχαν μπλεχτεί στην προπέλα μας? Τρομερό!” λέω σοκαρισμένη, “..τόσο πολλά…”. Η μηχανή σβήνει και ο κραδασμός έχει χαθεί.
Το φεγγάρι μεγαλώνει μέρα με την μέρα, τα απαλά κύματα είναι λουσμένα στο ασήμι του. Ο Ατλαντικός απόψε έχει μια ομορφιά σαγηνευτική. Ο Γιώργος βάζει δυνατά στα ηχεία το Come Ulisse, ένα τραγούδι που ανακαλύψαμε στην Σικελία και μιλάει – για τί άλλο – για αγάπη και ταξίδια – και χορεύουμε έξω στο κόκπιτ. Ο Γιάννης ανάβει το strobe light στο κινητό του για φωτορυθμικά. Τραγουδάμε το ιταλικό τραγούδι με άσχετους στίχους και γελάμε πολύ. Μετά, βάζουμε ταινία στο mac και την βλέπουμε έξω στο κοκπιτ κάτω από το φεγγαρόφωτο. Σινεμά ο Παράδεισος!
22.00 – 13η ημέρα Τα αγόρια πάνε να κοιμηθούν και μένω για βάρδια. Φυσάει ελάχιστα, τα πανιά μια κρέμονται άδεια, μια γεμίζου με αέρα. Και τα πάντα φωτίζονται απ’ το φεγγάρι άν και είναι κρυμμένο πίσω από μικτά μικτά ημιδιάφανα συννεφάκια. Θαυμάζω την μεγάλη ομορφιά, με μάτια ορθάνοιχτα. Κοίτα, νιώσε, ανάπνευσε.
Ώρες ύπνου
Καρίνα:1.30 +3.30=5.00
Γιώργος: 6.00+0.30+1.30=8.30
Γιάννης: 3.00+2.00+2.00=7.00
Τρίτη 2 Δεκεμβρίου 2014 , 14η ημέρα
00.00 – Ο Γιώργος ξυπνά – με το ξυπνητήρι του – και έρχεται έτοιμος για βάρδια. Δένει τον ιμάντα του στον επίτονο και κοιτάζει τα όργανα. Εγώ προσπαθώ να κρατηθώ λίγο ακόμα, να μείνω κοντά του να μιλήσουμε, μα δεν αντέχω και μάλλον το καταλαβαίνει γιατί με διώχνει, να πάω λέει να ξαπλώσω, να βάλω ξυπνητήρι στις 3 πμ και να ‘ρθω για βάρδια.
03.00 Ξυπνάω με το ξυπνητήρι αυτή την φορά, σηκώνομαι με τεράστια δυσκολία και βγαίνω στο κόκπιτ. Το φεγγαράκι έχει δύσει και αστέρια λάμπουν στον ουρανό. Τα αγόρια είναι εκεί μαζί, ξαπλωμένοι στα μαξιλάρια. Μόλις με βλέπει μου λέει
-“Κοιμήσου ως τις 6. Ξεκουράσου.” Ξαναπηγαίνω στο κρεββάτι ευτυχής.
04.00 Λόγια και κινητικότητα, ήχοι διαφορετικοί μέσα στο σκάφος και το marine sleep διακόπτεται. Σηκώνομαι να δω τί συμβαίνει, βγαίνω έξω και αντιλαμβάνομαι αμέσως τα φώτα μέσα στον σκοτεινό ωκεανό.
– “Πλοίο!” Είναι το πρώτο που συναντάμε μετά από μια ολόκληρη εβδομάδα.
-“Είναι ένα τάνκερ και είναι τεράστιο, έχει μήκος 948 πόδια!” λέει ο Γιάννης και δείχνει την οθόνη του AIS στο ipad. Επιστρέφω στην καμπίνα και ξαπλώνω.
06.00 – Ανοίγω τα μάτια μου με μια περίεργη αγωνία, σαν να έχω αργήσει σε κάποιο σημαντικό ραντεβού. Βρίσκω τον άντρα μου και τον Γιάννη όρθιους στο κόκπιτ :
-“Καλώς την καπετάνισσα! Ξεκουράστηκες ελπίζω!” λέει ο καλός μου και με φιλά. Μετά συνεχίζει:
“Αλλάξαμε τα πανιά σε δευτερόπριμα για καμιά ώρα, για να πάμε πιο βόρεια και πιο γρήγορα. Τώρα τα ξαναγυρίσαμε πεταλούδα, όπως βλέπεις. Πάω να ξαπλώσω για μια ώρα και όταν ξυπνήσω θα σηκώσουμε ασύμμετρο.” Τάδε έφη ο καπετάνιος και κατέβηκε στην καμπίνα για ύπνο. Ο ήλιος ανεβαίνει γρήγορα στον καθαρό, ασυννέφιαστο ουρανό. Ο άνεμος πνέει με 10-15 kts και το swell δεν είναι μεγάλο. Ο Γιάννης κάνει ένα τσιγάρο μαζί μου και κατεβαίνει για ύπνο. Έχω μείνει να αγναντεύω τον ωκεανό, αλλά η καρδιά και η σκέψη μου είναι πίσω στο όμορφό μου κρεββατάκι. Άκου εκεί ξεκουράστηκα. Πώς αμέ? Σήμερα ειδικά που κοιμήθηκα ένα πεντάωρο, με μικρά διαλείμματα, έστω, δεν βλέπω την ώρα να ξανακοιμηθώ. Αν δεν με ξυπνούσε ο πόνος στον αυχένα θα κοιμόμουν ακόμη. Ίσως
πάλι να με ξύπνησε εκείνο τ’ όνειρο, δεν το θυμάμαι όμως ήταν ένα όνειρο δυσάρεστο.
Ένα κοπάδι από χελιδονόψαρα ξεπηδούν στα δεξιά μου και είναι τόσο κοντά που βλέπω καθαρά την μπλέ λάμψη στο σώμα τους και τα ασημένια τους φτερά. Με μιας ξανανιώθω ευδιάθετη, δυνατή και πάντα μαγεμένη με την ομορφιά της φύσης. Κατεβαίνω στην κουζίνα και φτιάχνω έναν διπλό ελληνικό για τον καλό μου. Την στιγμή που χτυπάει το ξυπνητήρι ο καφές αχνίζει ήδη στο φλυτζάνι του.
07.00 Σε λίγο βγαίνει στο κόκπιτ χαμογελαστός . “Πόσο καλά δείχνει με μια ώρα ύπνο” σκέφτομαι.
-“Ευχαριστώ για το καφεδάκι, μωρό μου. Λοιπόν, λέω να ανεβάσουμε το ασύμμετρο σε λιγάκι. Μετά πρέπει να ζυμώσω – το φάγαμε όλο το ψωμί. Μα πόσες δουλειές πια…” λέει και χασμουριέται.
Σε λίγο βάζουμε μπρος να σηκώσουμε το ασύμμετρο. Το σχοινί, το διαβολόσχοινο είναι μπλεγμένο από προχθές, όμως ο κάπτεν κάνει μια ταχυδακτυλουργική κίνηση και το φέρνει στα ίσια του ως δια μαγείας. Το ασύμμετρο σηκώνεται, από την αριστερή πλευρά και για τις επόμενες δυο ώρες ο Γιώργος προσπαθεί να το τριμάρει. Τελικά, μόλις φερμάρουμε το μαντάρι & την αριστερή σκότα έρχεται σε ισορροπία και ο αυτόματος το κρατάει καλά. Η μαίστρα είναι ανοιγμένη και αυτή αριστερά, παρ’ όλο που ο άνεμος είναι λίγος.
-“Μας δίνει η μαίστρα” απαντάει στις αμφιβολίες μου ο καλός μου.”Μας δίνει σίγουρα ένα μίλι”. Κάποιες στιγμές το πανί χάνει τον αέρα του, στροβιλίζεται και μοιάζει να ετοιμάζεται για βουτιά στο νερό, όμως ο Otto ευτυχώς το επαναφέρει. Ο άνεμος έχει πέσει αισθητά, ο φαινομενικός είναι μόνο 4,5 kts και η ταχύτητα SOG μόνο 4kts.
09.30 – Τρίτη 2/12 – Εννιά συν τρία ίσον δώδεκα η ώρα UTC. Κάνω την σύνδεση και κατεβάζω τα email του ARC+ . Το δελτίο καιρού μιλάει για ίδιες συνθήκες με πιθανότητα νέας εξασθένησης του ανέμου στην περιοχή, μπήκαμε πια στην περιοχή που η διοργάνωση έχει ορίσει στον χάρτη ως QQ. Μένουν ακόμη 303 ΝΜ για να φτάσουμε. Η μέση ταχύτητά μας το προηγούμενο 24ωρο έπεσε πολύ ήταν μόνο 4,4 kts. Το ίδιο όμως συνέβει στα περισσότερα άλλα σκάφη.
Ο Γιάννης σηκώνεται και αρχίζουμε να διαβάζουμε – με αγωνία ομολογουμένως – την συνέχεια του βιβλίου. Ο Bombard έχει πέσει σε άπνοια, για είκοσι ολόκληρες ημέρες δεν φυσάει καθόλου. Κάποια στιγμή συναντάει επιτέλους ένα πλοίο και μαθαίνει πως βρίσκεται 600 ΝΜ πίσω από ότι νόμιζε. Νιώθει απόγνωση? Όχι. Οταν του ζητούν να τον πάρουν μαζί τους, αυτός αρνείται και συνεχίζει παρ’όλο που είναι εξαντλημένος και αποστεωμένος από τις στερήσεις.
14ο 24ωρο 12.00 – 14°18 30Ν 055°46 20 W – Μεσημέριασε, τ’αγόρια πείνασαν και κατεβαίνω να μαγειρέψω ενώ ο Γιάννης συνεχίζει την ανάγνωση, λίγο πιο δυνατά για να ακούω από μέσα. Βράζω μακαρόνια Garofallo – τα πιο αγαπημένα μας – φτιάχνω μια παραδοσιακή καρμπονάρα για τα αγόρια με μπέικον και αυγό και μια σάλτσα με μανιτάρια και λάδι τρούφας για μένα. Ο Γιώργος ανοίγει την σακούλα με τα τυριά στο ψυγείο και τρίβει μια καταπληκτική παρμεζάνα που μας συσκεύασαν στο Trapani. Το φαγητό μας είναι απολαυστικό και το σκηνικό γύρω μας μόνο ωκεανό δε θυμίζει αφού το swell είναι ελάχιστο και η θάλασσα καταγάλανη και αστραφτοκοπά κάτω από τον ήλιο. Το απαλό αεράκι χαιδέυει το δέρμα μας. Το ασύμμετρο μας ταξιδεύει αργά και αθόρυβα.
-“Κυκλάδες?” ρωτάω
-“Σαρονικός!” απαντά ο Γιώργος και γελάμε.
Μαζεύουμε το τραπέζι, κάνω τα πιάτα και ο Γιάννης ξαναρχίζει το διάβασμα. Ο Bombard φτάνει στο Barbados ! Ουφ! Ησυχάσαμε. Αποκοιμιέμαι ακουμπισμένη πάνω στα πόδια του Γιώργου. Εκείνος με σηκώνει απαλά και με συνοδεύει ως το κρεββάτι.
15.30 – Τρίτη 2/12 Ο πόνος στον αυχένα με ξυπνά – πάλι καλά κοιμήθηκα μιάμιση ώρα. Ντύνομαι και βγαίνω έξω. Το γαλανόλευκο πανί μας είναι καλά φουσκωμένο, ο Otto είναι στο τιμόνι και μας ταξιδεύει. Στις 16.15 τα παιδιά κατεβαίνουν να ξεκουραστούν και κάθομαι βάρδια. Μετά από λίγο, ακούω τον Γιώργο να σφυράει. Βάζω το κεφάλι στο χάτς για να τον ακούσω:
-“Πάμε πολύ γρήγορα?” ρωτάει
-“Πάμε με 4,5 kts. Ξεκουράσου.” του απαντώ
Γύρω στις 16.45 το ασύμμετρο κάνει ένα παιχνίδισμα και ο κάπτεν έρχεται τρέχοντας έξω. Το πανί επανέρχεται μόνο του.
-“Τί θα κάνεις για να μην κάνει broach εάν ο άνεμος δυναμώσει?” ρωτάει. Το σκέφτομαι
-“Θα ποδίσω” λέω χωρις να νιώθω πολύ σίγουρη για την απάντηση
-‘Οχι! Θα πρέπει να χαλαρώσεις την σκότα!” λέει εκνευρισμένος. “Θα το σκίσεις το πανί!”
-“Σωστά! Πήγαινε να κοιμηθείς, μωρό μου”
– “Δεν κοιμάμαι καθόλου” λέει.
Ανταλλάσουμε μερικές κουβέντες γεμάτες ένταση. Μετά από λίγο ντύνεται και έρχεται στο τιμόνι. Kατεβαίνω στην καμπίνα εκνευρισμένη και κλείνω την πόρτα πίσω μου. Είναι αδύνατο να κοιμηθώ σε τέτοια κατάσταση. Βάζω μια αγαπημένη μου ταινία στο laptop και προσπαθώ να χαλαρώσω.
18.00 Ο Γιάννης με φωνάζει να κατεβάσουμε το ασύμμετρο – ο άνεμος δυνάμωσε. Βγαίνω και το κατεβάζουμε παρέα με τον Γιάννη και το ταχτοποιούμε καλά μέσα στον σάκο του. Ανοίγουμε τα πανιά πεταλούδα με την genoa ασπινάκωτη. Όταν όλα είναι έτοιμα κατεβαίνω για να γυρίσω στην καμπίνα. Η Περκάν με κοιτάει στα μάτια. Σκύβω, την χαιδεύω και ακούω με μεγάλη ανησυχία την τρομερά γρήγορη ανάσα της.
Είναι η ώρα του φαγητού της, πάντα τρώει γύρω στις 6.30 -7.00 μμ. Βάζω ένα ποτήρι από τις αγαπημένες της κροκέτες στο μπωλ μα εκείνη δεν το πλησιάζει παρά το κοιτά με παράξενο ύφος. Βάζω λίγες κροκέτες στην παλάμη μου και της δίνω – τις τρώει μα στο πιάτο δεν πλησιάζει. Τελικά έφαγε όλο το φαγητό της απ’το χέρι μου, κάτι που δεν έχει ξαναγίνει ποτέ. Εξαιρετικά προβληματισμένη μπαίνω στην καμπίνα και η μικρή με ακολουθεί.. Ο Γιώργος με ρωτάει απ’ έξω απ’την κλειστή μου πόρτα άν θέλω μακαρόνια.
-“‘Οχι ευχαριστώ” απαντώ. Σε λίγο βυθίζομαι σε ένα βαθύ, ανήσυχο ύπνο.
Έξω ο άνεμος έχει δυναμώνει, γίνεται ανατολικός 6 μποφώρ αλλά η genoa χτυπάει χωρίς το whisker και την μαζεύουν. Μπουρίνια μικρής διάρκειας φέρνουν βροχή και άνεμο 25 kts. Ο ουρανός καθαρίζει και ο άνεμος μοιάζει πιο σταθερός. Η τζένοα ανοίγει και πάλι χωρίς σπινάκωμα.
23.00 – Ξυπνάω και κοιτάζω το ρολόι: κοιμήθηκα τέσσερις ώρες. Σηκώνομαι, ντύνομαι και βγαίνω έξω. Η νύχτα είναι φωτεινή, ένα υπέροχο φεγγάρι 3/4ων μεσουρανεί και στην βάρδια είναι ο κάπτεν ξαπλωμένος με μια κουβέρτα. Τα πανιά είναι για δευτερόπριμα και η πορεία είναι μάλλον εκτός πορείας μα η ταχύτητα είναι 6 kts
-“Θα το κρατήσουμε έτσι, τί λες?” τον ρωτάω.
-“Να δοκιμάσουμε να γυρίσουμε πεταλούδα” λέει εκείνος και σηκώνεται.
Αλλάζουμε τα πανιά μας μα ο άνεμος δεν μας κάνει την χάρη, μετά από λίγο πέφτει και η πλεύση σπάει νεύρα. Ξαναγυρνάμε τα πανιά για δευτερόπριμα και ο καπτεν κατεβαίνει να ξαπλώσει – έχει κοιμηθεί ελάχιστα, μόλις δυο ώρες όλες κι όλες.
Ώρες ύπνου:
Καρίνα: 5.0+1.30+3.00=9.30
Γιώργος: 2.00
Γιάννης: 3.30+4.00=7.30
Τετάρτη 3 Δεκεμβρίου 2014 – 15η ημέρα
00.00 Μένω μόνη στην βάρδια, κουρασμένη και λυπημένη όμως σιγά σιγά το φεγγάρι που μεσουρανεί μου γλυκαίνει την καρδιά. Όπου και να κοιτάξω, τα πάντα είναι λουσμένα στο φως του: η θάλασσα, τα κύματα, τα λευκά σύννεφα, τα πανιά. Ακούω μουσική ξαπλωμένη κοιτάζοντας τον ασημένιο ωκεανό, αυτόν που για αιώνες βλέπουν οι ναυτικοί. Την ίδια εικόνα, το ίδιο ακριβώς θέαμα θα αντίκρυσαν οι ναύτες του Μαγγελάνου στον ωκεανό μια κάποια νύχτα σαν και τούτη, τρεις μέρες πριν απ΄την πανσέληνο.
01.30 Σηκώνομαι και ρίχνω μια ματιά στην πυξίδα, την απόκλιση από την πορεία, την θερμοκρασία του νερού που έχει ανέβει στους 27,5°! Ο άνεμος πέφτει μια στιγμή και η τζένοα ξεφουσκώνει και ξανατεντώνει μ’ένα δυνατό χτύπημα. Από μέσα ακούγεται δυνατά η φωνή του Γιώργου:
-“Άν πάμε πολύ γρήγορα να μουδάρεις την τζένοα!” φωνάζει.
“Δεν κοιμάται!” σκέφτομαι.
Μετά από κάποια ώρα ο άνεμος πράγματι δυναμώνει, ανεβαίνει στα 20 kts και η ταχύτητά μας πάει 7.0-7.5 kts. Μουδάρω 2 βόλτες την genoa για ασφάλεια. Όσο η ταχύτητα μεγαλώνει, μεγαλώνει και ο κραδασμός στον άξονα, νιώθω το πάτωμα κάτω από τα πόδια μου να τρέμει και βλέπω την κονσόλα με τα όργανα να τρέμει κι αυτή. Είμαι βέβαιη πως έχουν μπλεχτεί πάλι κλωνάρια ολόκληρα από φύκια στην προπέλα και τον άξονά μας. Είναι αδύνατο να ξεφύγουμε- βρισκονται παντού. Ανησυχώ μην γίνει ζημιά, κατεβαίνω στην καμπίνα, στον Γιώργο. Του εξηγώ την κατάσταση.
-“Έρχομαι σε ένα λεπτό” λέει και ντύνεται.
Σε λίγο έχει το τιμόνι στα χέρια και φέρνει το σκάφος όρτσα, κόντρα στον άνεμο. Τα πανιά παίζουν και η ταχύτητα πέφτει κάτω από 4kts. Πιάνει τον λεβιέ της μηχανής, σιγουρεύει οτι είναι στο neutral και μετά τον πάει πίσω στο ανάποδα. Ο άξονας κομπλάρει και η κίνησή του σταματά και αμέσως σταματάι ο κραδασμός. Δεν είναι η λύση είναι όμως το καλύτερο που μπορεί να γίνει για την ώρα. Χωρίς πολλά λόγια ο καπετάνιος ξανακατεβαίνει για ύπνο. Η διάθεση είναι βαριά και η κούρασή του επίσης.
02.00 Ο Γιάννης ξυπνάει, φτιάχνει καφέ και έρχεται έξω. Ανταλλάσουμε δυο κουβέντες μετά φορά τα ακουστικά του και καπνίζει το τσιγάρο του με το βλέμα στον ωκεανό. Τον καταλαβαίνω. Μια εικόνα, μια στιγμή τόσο μοναδική ένας άνθρωπος χρειάζεται να την βιώσει μόνος. Όταν μετά από ώρα μου μιλά, αναπηδώ ξαφνιασμένη
-“Μήπως να ανοίξεις το ραντάρ? Έρχεται βροχή νομίζω.”
Γυρνάω το βλέμμα να δω: ένα μεγάλο μαύρο σύννεφο είναι ακριβώς πίσω μας. Ανάβω το ραντάρ – στην οθόνη φαίνεται λίγη βροχή. Μαζεύουμε τα μαξιλάρια, απλώνουμε την τέντα και σηκώνουμε το sprayhood. Βέβαια αυτό που μας απασχολεί περισσότερο δεν είναι η βροχή μα ο αέρας που φέρνει το σύννεφο. Έχουμε ανοιγμένη ολόκληρη την μαίστρα- η οποία έχει παραμορφωθεί από την καταπόνηση του downwind και μουδάρει δύσκολά αλλά ξεμουδάρει ακόμη δυσκολότερα.
-“Έρχεται μεγάλο σύννεφο, ίσως και ομίχλη.” λέει ο Γιάννης κοιτώντας το ραντάρ “Να ξυπνήσουμε τον Γιώργο”. Δεν βλέπω τον λόγο πραγματικά αλλά ο Γιάννης επιμένει και καταλαβαίνω οτι αγχώνεται χωρίς τον καπετάνιο.
-¨Είναι άυπνος, εγώ δεν θέλω να τον ξυπνήσω, Αν θέλεις, μίλα του εσύ.” του λέω. Εκείνος κατεβαίνει στην καμπίνα και σε λίγο ο Γιώργος είναι πάλι στο τιμόνι. Ο άνεμος δυναμώνει λίγο, η ταχύτητά μας πάει 5,5-6,0 kts και ξαναπέφτει. Το σύννεφο πλησιάζει. Μουδάρουμε προληπτικά την genoa και ο κάπτεν προσπαθεί να βρει μια ισορροπία με τον αυτόματο και τα πανιά. Ο άνεμος κάνει παιξίματα, η genoa χάνει τον αέρα και χτυπά δυνατά, και το σκάφος τραντάζεται ολόκληρο- λες πως ο πρώτονος θα ξεκολήσει από το deck.Τελικά την μαζεύουμε εντελώς και μένουμε μόνο με την μαίστρα με τα preventer της. Αρχίζει να ψιλοβρέχει. Ο καπετάνιος ξαναπάει στο κρεββάτι. Ελπίζω να μην ξαναχρειαστεί να τον ξυπνήσουμε, πρέπει να είναι εξαντλημένος. Αλλά δεν παραπονιέται το γλυκό μου. Ανάβω την γεννήτρια για να φορτίσουν οι μπαταρίες.
02.45 – Τετάρτη 2/12 Το φεγγάρι κρύβεται για λίγο πίσω από τα σύννεφα και μετά από λίγο δύει. Το τεράστιο σύννεφο μας φτάνει τελικά. Μαζί του έρχεται μια ψιλή, πυκνή βροχή και ένας υπέροχος αέρας 18-20 -25kts που φουσκώνει την μαίστρα μας και μας ταξιδεύει με 7-8,3kts . Φοράω την νιτσεράδα μου και κάθομαι να παρακολουθώ την ένταση του ανέμου. Άν δυναμώσει περισσότερο θα πρέπει να μουδάρω και την μαίστρα. Τα κύματα μεγαλώνουν και στις κορυφές τους ξεπηδούν αφροί λευκοί, Το καραβάκι μας ταλαντεύεται όλο και πιο πολύ μέσα σε μια θάλασσα που ολοένα αγριεύει.
Η βροχή πέφτει ασταμάτητα, και μπαίνω μέσα να προστατευτώ. Μπαινοβγαίνω και ελέγχω το πανί κάθε τόσο, το φωτίζω με τον φακό κεφαλής. Κάποια στιγμή που βγαίνω έξω ακούω έναν παράξενο ήχο, κάτι να χτυπά. Σκέφτομαι οτι μπορεί να έχει λυθεί κάποιο σχοινί. Φωτίζω προς τα κει που ακούγεται ο ήχος και βλέπω ένα χελιδονόψερο να σπαρταρά πάνω στο deck! Προσπαθώ να το πιάσω, αυτό χλυστρά και χτυπιέται. Τελικά τα καταφέρνω, το πιάνω και το πετάω στο νερό. Τυχερό ψαράκι.
Ο άνεμος και η βροχή κρατούν για μιάμιση ώρα και μετά μένει μόνο μια συννεφιά τόσο βαριά που δεν βλέπω παρά μόνο ένα αστέρι στον ουρανό. Ο άνεμος σβήνει, η μαίστρα χτυπά με ένα μεγάλο κύμα και όλα αυτά ξυπνούν τον Γιώργο που έρχεται για άλλη μια φορά έξω.
05.00 Απαρτία. Το αεράκι δυνάμωσε και πάμε ωραία με κατεύθυνση 10° πιο βόρεια από την πορεία μας και η ταχύτητα είναι γύρω στα 6,5 kts. Ανέλπιστο! Ελάτε λοιπόν καλά μου συννεφάκια, ταξιδέψτε μας! Ο Γιάννης κατεβαίνει να κοιμηθεί την ώρα ακριβώς που φάνηκε η πρώτη κόκκινη ανταύγια της ανατολής πίσω απ’ την βαριά συννεφιά.
-“Με το πρώτο φώς θα κάνουμε μια τσίμα, να γυρίσει η μαίστρα από δεξιά για να πάμε πιό νότια και μετά θα ανοίξουμε και την genoa από δεξιά και θα πάω να την σπινακώσω. Κρίμα με τόσο ωραίο αέρα να πηγαίνουμε μόνο με 5,5kts” λέει ο καλός μου.
08.00 – Τετάρτη 2/12 Ξημερώνει ένα συννεφιασμένο και γκρίζο πρωινό.
-“Κοίτα !” λέω και δείχνω στον κάπτεν ένα κατάμαυρο σύννεφο που μοιάζει να έρχεται πάνω μας. Κατεβαίνω στο ραντάρ μα δεν φαίνεται τίποτα. Αναρρωτιέμαι αν η ψιλή ψιλή βροχή -η τόσο συχνή στους τροπικούς, αυτή η βροχή που σχεδόν δεν σε βρέχει και γεμίζει τον ουρανό με ουράνια τόξα – πιάνεται από το ραντάρ.
Το σύννεφο περνάει πίσω και στα αριστερά μας. Ο Γιώργος πηγαίνει στην πλώρη και ετοιμάζει το whisker και ανοίγουμε την τζένοα. Μετά ξεμουδάρουμε την μαίστρα, όχι τόσο εύκολα όμως γιατί πάλι κόλλησε. Σε λίγο τα πανιά είναι έτοιμα, το Φιλίζι ταξιδεύει γρήγορα και στρωτά μόνο που η μέση του καπετάνιου έχει πονέσει με όλα αυτά.
-“Κοίτα δεξιά στο “και δέκα” ! Ένα σκάφος!” λέει ο κάπτεν . Κατεβαίνω και ανοίγω το AIS στο iPad: πρόκειται για το Malbrock, ένα από τα σκάφη του αγώνα.
O Γιώργος κάνει τον πρωινό έλεγχο κάνοντας ένα γύρο στο σκάφος
-” Όλα είναι ΟΚ! Σήμερα έχουμε τρία χελιδονόψαρα πάνω στο deck!” λέει γελώντας.
Κατεβαίνω να του φτιάξω καφέ και παράλληλα ταχτοποιώ λίγο. Μετά πλένω τα καινούργια μπλουζάκια ARC+ FILIZI του άντρα μου (δεν φοράει άπλυτα ποτέ!) και τα απλώνω. Θέλουμε να έχουμε εμφανίσεις ωραίες μόλις φτάσουμε στην St Lucia! Απλώνω καθαρίζω το μπάνιο και στις 8πμ πηγαίνω για ύπνο.
10.30 Ξυπνώ μάλλον από κάποιο χτύπημα του πανιού και πηγαίνω αμέσως στο mac για να πάρω τα email. Η σύνδεση και η λήψη γίνονται σε άψογα και είμαστε έτοιμοι μέσα σε δυο λεπτά. Ανοίγουμε το μήνημα ‘Θέσεις σκαφών”: κάποια σκάφη έφτασαν ήδη και άλλα φτάνουν στις επόμενες ώρες. Αν ο άνεμος κρατήσει, αύριο το απόγευμα θα φτάσουμε στην όμορφη Rodney Bay Marina. Έχουμε ξαναβρεθεί στην μαρίνα αυτή το 2012, με το σκάφος του Νίκου και της Κωλέτ και το μέρος είναι κούκλα. Μένουν μόνο 182ΝΜ ως την St Lucia. Κάναμε μέσο ώρο ταχύτητας 5,2kts το προηγούμενο 24ωρο. Ακούω από δίπλα την Περκάν, η ανασαίνει πάλι σαν λαχανιασμένη. Πρέπει να ζεσταίνεται τρομερά και να είναι πάρα πολύ κουρασμένο το καημένο το σκυλάκι μου.
-“Πάμε πάνω Πέρκανε?” της ρωτάω και την πλησιάζω με το σωσίβιό της για να της το φορέσω. Εκείνη μου ξεγλυστράει, μπαίνει στην καμπίνα του Χάλεντ και ξαπλώνει.
-” Κατάλαβα δεν θέλεις να βγούμε” της λέω και εκείνη αφού με κοιτάει με τρομερά ένοχο ύφος, κλείνει τα μάτια και κάνει τον ψόφιο κοριό! Με πιάνουν τα γέλια και απομακρύνομαι να μην ξυπνήσω τον Γιάννη. Βγαίνω στο κόκπιτ
12.00 – 15ο 24ωρο 14°35 00Ν 057°52 30W Ο άνεμος συνεχίζει νοτιοανατολικός 5 μποφόρ και ο αυρανός έχει καθαρίσει εντελώς. Η ταχύτητά μας έχει σταθεροποιηθεί στα 6 kts τις τελευταίες ώρες.
-¨Τί έχει το μενού σήμερα?” ρωτάει ο καλός μου
Δεν το έχω σκεφτεί ακόμη αυτό και εκεί που το σκέφτομαι να και ο Γιάννης έξω.
-“Μήπως θέλετε να σας φτιάξω λαχανόρυζο αγιορίτικο?” προτείνει και φυσικά αποδεχόμαστε με χαρά. Τον βοηθώ δίνοντας του τα απαραίτητα και ξεκινάει την μαγειρική κάνοντας πρώτα μαθηματικούς υπολογισμους για να αλλάξει την συνταγή από 8 ατόμων σε τριών – είναι και δύσκολη διαίρεση. Σε λίγο το Φιλίζι μοσχοβολά από το κίμινο της συνταγής. Εγώ σημειώνω την συνταγή και ο Γιάννης ο καημένος έχει γίνει μούσκεμα από την ζέστη της κουζίνας.
Το φαγητό είναι έτοιμο και πρέπει να μείνει τουλάχιστον 30 λεπτά για να δεσει η γεύση. Εμείς με τον Γιάννη βγαίνουμε να πάρουμε αέρα και ο Γιώργος κατεβαίνει να κάνει ντούς
Γ-‘Αντε!. Αν φυσάει έτσι ωραία, ίσως φτάσουμε αύριο το απόγευμα” λέει ο Γιάννης
Κ-“Ας ελπίσουμε να φτάσουμε πριν σκοτεινιάσει!’
Γ-“Δέκατη τέταρτη ημέρα σήμερα, είναι πολλές οι μέρες, αλλά μοιάζει σαν μια βδομάδα μόνο.
Κ-“Είδες? Πράγματι πώς πέρασαν οι μέρες ούτε που το κατάλαβα!”
Γ-“Δυο εβδομάδες είναι μια χαρά” συνεχίζει ο Γιάννης, “για παραπάνω όμως, όχι.”
Κ-” Άν δεν είχαμε βρει θέση στο ARC+ και κάναμε το ARC, θα είμασταν τώρα στα 2/3 του ταξιδιού”
Γ-“Λες δηλαδή οτι θα άντεχες να ταξιδέψεις ακόμα μια εβδομάδα? Αφού δεν κοιμάσαι αρκετά και σου κάνει κακό στα νεύρα.”
Τον κοιτάω καλά καλά να δω άν κάνει πλάκα αλλά βλέπω οτι μιλάει σοβαρά.
-“Μια χαρά κοιμάμαι. Και θα άντεχα και μια και δυο εβδομάδες ακόμη. Και θα μου άρεσε πάρα πολύ μάλιστα” του απαντάω θιγμένη.
-“Σιγά μην άντεχες” συνεχίζει. Θύμωσα αλλά ευτυχώς βγήκε ο Γιώργος από το ντους εκείνη την στιγμή, έβαλε τα γέλια με την κουβέντα μας και η ατμόσφαιρα χαλάρωσε. Ο Γιάννης πάει κάτω, πρέπει λέει να βάλει μπουγάδα.
“Θα κάνουμε εμφανίσεις από αύριο!” λέει γελώντας.
Κατεβαίνω, κάνω κι εγώ ντούς και ξεκινάω να φτιάξω chesecake. Ανάβω την γεννήτρια για να θρυματίσω τα μπισκότα με το multi και πριν περάσουν δυο λεπτά, αυτή κάνει έναν δυνατό θόρυβο . Ο καπετάνιος πετάγεται πάνω
-“Τί τρέχει? Τί ήταν αυτό?” λέει ανήσυχος. Τρέχω αμέσως και την σβήνω. Συνεχίζω και ετοιμάζω τα γλυκά σε ποτηράκια και τα βάζω να παγώσουν στο πιο παγωμένο σημείο του ψυγείου.
15.00 – Καθόμαστε για φαγητό. Το Φιλίζι πλέει γρήγορα και απολαυστικά πάνω από τα κύματα. Διαβάζουμε τις τελευταίες σελίδες του βιβλίου του Bombard. Μετά τα αγόρια κατεβαίνουν για ύπνο. Μένω μόνη στην βάρδια και παίζω κιθάρα. Απολαμβάνω την ομορφιά του ωκεανού, σε αυτές τις πιο αγαπημένες μου ώρες το απομεσήμερο ώς το ηλιοβασίλεμα. Ο ήλιος βασιλεύει πίσω από μια κορδέλα από μικρά συννεφάκια σε χρώμα ροζ μωρουδιακό- τρελλό θέαμα και πάλι. Το φεγγάρι είναι ήδη ψηλά – θα είναι μια πανέμορφη βραδιά και απόψε. Συνεχίζουμε την ιστιοπλοία με 6kts και τα πανιά δευτερόπριμα. Αυτά είναι!
20.00 Ο Γιώργος έρχεται για βάρδια και μετά από λίγο κατεβαίνω για ύπνο. Η πλεύση συνεχίζει ίδια με τον άνεμο νοτιοανατολικό στα 4 μποφώρ από τις 125° με τα πανιά μας. Το cheesecake έχει παγώσει και ο καπετάνιος το απολαμβάνει δεόντως μαζί με την μαγική φεγγαράδα.
Ώρες ύπνου:
Καρίνα:2.30+3.30=6.00
Γιώργος:1.00+3.30+0.30+1.30=6.30
Γιάννης 1.00+2.00+1.00=4.00
Πέμπτη 4 Δεκεμβρίου 2014
00.30 Σηκώνομαι, φοράω σωσίβιο και ανεβαίνω στο κόκπιτ. Ο Γιώργος είναι ξαπλωμένος έξω, σκεπασμένος με ένα λευκό fleece κουβερτάκι και το πρόσωπό του είναι όμορφο, γαλήνιο, και μοιάζει με αγγελούδι έτσι λουσμένο από το φεγγαρόφωτο. Του δίνω ένα φιλί στο μέτωπο και ανοίγει τα μάτια
-“Ομορφιά, ε?” ρωτάει
Τα πανιά είναι πάντα δευτερόπριμα και πλέουμε με 5,7-6,0 kts με κατεύθυνση λίγο πιο νότια απ΄την πορεία. Κουβεντιάζουμε για την στρατηγική της πλεύσης και αποφασίζουμε να συνεχίσουμε δευτερόπριμα γιατί είναι πιο γρήγορα και πιο ήσυχα, τώρα που ο άνεμος είναι λίγος, μόνο 13 kts και όταν ξυπνήσει ο Γιώργος το πρωί να γυρίσουμε τα πανιά πεταλούδα ή και ασύμμετρο. Οι μπαταρίες έχουν πέσει, ακούμε τα χαρακτηριστικά μπιπ του ρυθμιστή 1,2,3… όμως την γεννήτρια δεν θέλουμε να την ανάψουμε – μετά από εκείνο τον θόρυβο φοβόμαστε μήπως έχει πάθει κάποια βλάβη. Για να φορτίσουμε λοιπόν πρέπει να ανάψουμε την μηχανή και πρώτα πρέπει να ξεκομπλάρουμε τον άξονα, που είναι στο ανάποδα. Ο καπτάν Γιώργος πιάνει το τιμόνι και ποδίζει, για μειώσουμε ταχύτητα. Μετά, ξεμπλοκάρει τον άξονα, βάζει εμπρος με λίγες στροφές και αμέσως νιώθουμε έντονο κραδασμό. Ξαναποδίζει, ξαναπέφτει η ταχύτητα και μόλις πάει 3kts, βάζει τον λεβιέ στο “ανάποδα”.
-“Άναψε τον φακό και φώτισε πίσω!” λέει και τον ανάβο στα γρήγορα.
Πίσω από την πρύμνη, ένα τεράστιο κλωνάρι φύκια, μεγάλο σαν θάμνος ολόκληρος, ξεπροβάλει κάτω απ’το σκάφος. Μετά βγαίνουν κι άλλα πολλά, μικρότερα. Τρομερό πρόβλημα το sargassum.
Γυρνάει σε πρόσω με χαμηλές στροφές, αλλά χωρίς προπέλα. Παρακολουθεί για λίγο την μηχανή και μόλις σιγουρεύεται οτι όλα βαίνουν καλώς , κατεβαίνει για ύπνο, λέγοντάς μου να την σβήσω σε 40 λεπτά. Κοιτάω κάθε τόσο την ώρα στο κινητό. Είναι πολύ όμορφη η βραδιά και ο θόρυβος της μηχανής αλλιώνει την μαγεία της.
02.00 Το φεγγάρι παίζει κρυφτούλι με τα σύννεφα και τα πανιά μας. Είμαι λυπημένη γιατί σκέφτομαι την φάση με τον Γιάννη, λυπάμαι που μπήκα σε κουβέντα αντί να αφήσω τον λόγο του να πέσει παρ΄όλο που είχε άδικο. Υπάρχει η κούραση όμως, Κούραση μηνών μαζεμένη. Τέλος! Αποφασίζω να μην το ξανασκεφτώ.
03.30 Ο Χάλεντ σηκώνεται, φτιάχνει το καφεδάκι του και έρχεται για βάρδια έτοιμος ντυμένος με τον εξοπλισμό του.
-“Πώς πάμε?” ρωτάει
-“Πάμε με 4,5 kts στις 20° πιο νότια από την πορεία μας” του απαντώ. Με το βλέμμα κολλημένο στην πυξίδα μαγνητίζομαι και υπνωτίζομαι. Αύριο βράδυ που θα φτάσουμε, θα κοιμηθώ ένα συνεχόμενο 8ωρο, σκέφτομαι. Μα από την άλλη λυπάμαι που φτάνουμε.
-“Πρέπει να πάμε τα ρολόγια μας 1 ώρα πίσω” λέει. “Μήπως τ’αλλάξουμε τώρα που είναι 4 το πρωί όπως κάνουμε στην Ελλάδα?”
Συμφωνώ και το κάνουμε. Η ώρα ξαναγυρνάει 3 πμ. Μεγάλη βάρδια θα είναι αυτή, μόνο στα μπαράκια μας άρεσε η αλλαγή της ώρας.
04.30 Με την νέα ώρα ο καπετάνιος ξύπνησε με τις κότες και ήρθε για βάρδια. Ο Γιάννης κατεβαίνει για ύπνο.
-“Μόλις φέξει να δούμε τί θα κάνουμε με τα πανιά” λέει και κατεβαίνει κάτι να σημειώσει στο logbook. Κατεβαίνω κι εγώ για να του φτιάξω καφέ και την ώρα που του λέω πως αλλάξαμε την ώρα, νιώθω την κίνηση του σκάφους να αλλάζει: ο άνεμος δυνάμωσε. Πηγαίνουμε έξω βλέπουμε την κατάσταση και αποφασίζουμε προς το παρόν να αλλάξουμε τα πανιά σε πεταλούδα.
Ο κάπτεν λασκάρει το preventer, εγώ παίρνω μέσα με την μανέλα όλη την σκότα της μαίστρας, εκείνος ποδίζει 30° και τότε αφήνω λάσκα την σκότα αριστερά . Ο Γιώργος έχει το τιμόνι στο χέρι, το ισορροπεί και βάζει τον αυτόματο πιλότο. Πάμε αργά και τώρα πιο βόρεια. Κρατάμε την πλεύση έτσι για 2-3 ώρες.
07.00 Ατλαντικός Ωκεανός τέλος, από εδώ και στο εξής πλέουμε στην Caribbean Sea!
09.00 -“Πάω για μια ωρίτσα ακόμη. Όταν σηκωθώ θα ξαναδούμε τα πανιά” λέει ο κάπτεν και κατεβαίνει να ξαπλώσει. Ο ήλιος καίει και έχει πολλή ζέστη. Αναρρωτιέμαι πότε θα φανεί την στεριά και ψάχνω τον ορίζοντα προσεκτικά. Τρία όμορφα πουλιά με μεγάλα φτερά και μακριές ουρές – πρέπει να είναι frigate birds, περνούν αριστερά μας, κάνουν έναν κύκλο γύρω από το σκάφος και φεύγουν μακριά.
Ζέστη φοβερή. Κατεβαίνω να πάρω ένα μπουκάλι παγωμένο νερό και το σκυλάκι μου με κοιτάζει με μάτια παραπονεμένα. Η ανάσα της πάντα κοφτή, πολύ γρήγορη και ανησυχώ πολύ. Κάθομαι κάτω δίπλα της και της μιλάω στην γλώσσα που ξέρει.
-” Σε λίγο Πέρκανε θα πάμε βόλτα” της λέω και εκείνη ανασαίνει βαριά ενώ η ουρά της δεν δείχνει αντίδραση στα λόγια μου.Θα πρέπει να βρω γιατρό να την εξετάσει, σκέφτομαι. Συνδέω το mac και κατεβάζω τα email. Μένουν ακόμη 48,19ΝΜ για το finish line – φτάσαμε!
Ξαναβγαίνω έξω, κοιτάζω τα όργανα και ψάχνω να εντοπίσω το ιστιοπλοικό που είναι κοντά μας από χθες και Ω! Στα αριστερά στο βάθος του ορίζοντα 35 μίλια μακριά, ξεχωρίζει αμυδρά από τα σύννεφα ένας γαλάζιος κώνος.
-“Στεριά! Land Ho! Ζητοκραυγάζω με σουρντίνα και χοροπηδώ χωρίς πήδημα για μην ξυπνήσω τα παιδιά.
Καταγράφω την ώρα 09:50 St Lucia και αναλογίζομαι πως θα ένιωθαν οι ναύτες του Κολόμβου μετά από 25 ημέρες πλεύσης στο άγνωστο. ΓΗ!
10.30 Ο Γιώργος έρχεται στο κόκπιτ , του δείχνω τον αχνό όγκο της Saint Lucia στο βάθος του ορίζοντα και μοιραζόμαστε την χαρά – και πόσο πιο δυνατή είναι η χαρά όταν την μοιράζεσαι. Πλέουμε πολύ αργά και αποφασίζουμε να σηκώσουμε το ασύμμετρο αλλά αυτήν τη φορά από την δεξιά, την starboard πλευρά του σκάφους. Φοράμε τα σωσίβιά μας, πηγαίνουμε μπροστά στην πλώρη να ταχτοποιούμε το πανί και τα σχοινιά του που έχουν μείνει μπερδεμένα από το ποηγούμενο βιαστικό μάζεμα. Ο ήλιος είναι αμείλικτος και έχουμε λιώσει. Αλλάζουμε πλευρά το πανί, ξεμπερδεύουμε το άσπρο διαβολόσχοινο, αφού σηκώνουμε το πανί χωρίς όμως να σηκώσουμε την κάλτσα. Ο κάπταιν μαζεύει την genoa και βγάζει το whisker. Μόλις όλα είναι έτοιμα τραβάω το διαβολόσχοινο, η κάλτσα σηκώνεται και το πανί ανοίγει.
Δυστυχώς, ο άνεμος πέφτει ακόμα περισσότερο. Ο Γιώργος έχει πάρει το τιμόνι και παλεύει να βρει ισορροπία. Μόλις παίρνουμε 2 μούδες την μαίστρα, αμέσως όλα αλλάζουν και το ασύμμετρο φουσκώνει και μας τραβά μπροστά! Με το που κάνω να χειροκροτήσω για το πανί, ο Γιάννης ειδικός στο timing εμφανίζεται στο κόκπιτ μπανιαρισμένος, φρεκσοξυρισμένος, ντυμένος με τα φρεσκοπλυμένα του λευκά ρούχα!
“Είδαμε την στεριά κύριο Χάλεντ!” του λέει ο Γιώργος .
-“Πόσο θέλω να βγούμε στην μαρίνα και να πιούμε παρέα ένα rum punch!” λέει ο Γιάννης
– ¨Αν φτάσουμε πριν το ηλιοβασίλεμα και θα πιούμε “sundowners”, ρούμι! λέει ο Γιώργος ως πιο ειδικός στα της Καραιβικής.
Βγάζουμε αναμνηστικές φωτογραφίες, τραγουδώντας το αγαπημένο τραγούδι Kokomo, των Beach Boys. Μετά, ο Γιώργος μπαίνει στο σκάφος και σε λίγο ξαναβγαίνει έχοντας στον ώμο του την μεγάλη σημαία του ARC+ και στο χέρι την σημαία (courtesy flag) της Saint Lucia. Κατεβάζει την σημαία του Cape Verde και ανεβάζει τις καινούργιες. Ζούμε μεγάλες στιγμές…
16ο εικοσιτετράωρο
15.00 Πέμπτη 4/12/2014 – Πλέουμε με 5.0 – 5,5 kts και μένουν 20ΝΜ ακόμη δηλαδή περίπου 4 ώρες για το για να φτάσουμε στο finish line στο Rodney Bay που βρίσκεται στην υπήνεμη πλευρά του νησιού κοντά στο βόρειο ακρωτήριο του νησιού.
Ετοιμάζω μακαρονάδα με κόκκινη πικάντικη σάλτσα και τρώμε. Είμαστε πολύ ευχαριστημένοι που όλα πήγαν καλά, η αλήθεια είναι πως τώρα που η περιπέτεια φτάνει στο τέλος της, μας φαίνεται σαν να κάναμε μια μεγάλη κρουαζιέρα. Τέτοια είναι η μνήμη του ανθρώπου.
17.00 Ο ήλιας χαμηλώνει στον ορίζοντα και φωτίζει όμορφα την βλάστηση του νησιού. Βρισκόμαστε πια τόσο κοντά που βλέπουμε τα κύματα να σπάζουν στα βράχια. Ακούγεται ένας δυνατός θόρυβος, ένα ελικόπτερο μας πλη
σιάζει κάνει ένα δυο κύκλους από πάνω μας. Οι επιβάτες του μας χαιρετούν και κάποιος κρατάει κάμερα – και εικάζουμε πως είναι από την τοπική τηλεόραση. Μακάρι να μας δώσουν φωτογραφίες, λέμε όλοι.
Έχουμε σχεδόν φτάσει στο ακρωτήρι και κοιτάμε τα όμορφα σπίτια, μάλλον βίλλες πρέπει να τα πω, και τότε μας πλησιάζει ένα φουσκωτό. Πάνω ένας άνδρας με μια γιγάντια κάμερα κρεμασμένη απ’τον λαιμό του και είναι εντυπωσιακό πόσο επιδέξια μανουβράρει το φουσκωτό και συγχρόνως μας φωτογραφίζει.
-‘” Welcome to St Lucia! Welcome! φωνάζει πλησιάζοντας.
Ο ήλιος ετοιμάζεται να δύσει, ο ουρανός πλημμυρίζει από μαγευτικά χρώματα και το ασύμμετρο δείχνει πολύ όμορφο με το φως πίσω του.
-“Θα βγούν υπέροχες” υπόσχεται ο φωτογράφος και εμείς μαζευόμαστε κοντά κοντά και σκάμε χαμόγελα τεράστια. “Θα με βρείτε στην μαρίνα” συμπληρώνει και φεύγει για να προυπαντήσει το σκάφος που ακολουθεί.
– Πρέπει να κατεβάσουμε το ασύμμετρο γιατί μόλις περάσουμε το ακρωτήρι, θα στρίψουμε νότια για το Pigeon Island και το Rodney Bay” λέει ο καπετάνιος. Μαζί με τον Γιάννη και κατεβάζουμε εύκολα το πανί αφού ο άνεμος είναι λίγος, ανοίγουμε την genoa και ξεμουδάρουμε την μαίστρα.
Κατεβαίνω στο VHF για να ανακοινώσω την επικείμενη άφιξή μας. Πιάνω το ακουστικό και μιλάω με μεγάλη συγκίνηση
-“Rally Control this is Filizi! We are 2 miles from the finish line”
Ξεπερνάμε το βόρειο ακρωτήρι της Saint Lucia και παίρνουμε πορεία νοτιοδυτική. Το ωκεάνειο κύμα που μας συντρόφεψε τόσες μέρες όσο πάει και μικραίνει. Κοιτάζω γεμάτη ικανοποίηση το καταπράσινο νησί, τον προορισμό μας. Περνάμε το Pigeon island, μπαίνουμε στο Rodney Bay και στρίβουμε ανατολικά προς την γραμμή του τερματισμού που ορίζεται από ένα ιστιοπλοικό και μια σιμαδούρα. Ο αλιγής φυσάει από μπροστά μας και κάνουμε τρία τακ για να τερματίσουμε. Ακούμε την κόρνα του τερματισμού και ζητοκραυγάζουμε. Η Περκάν τρέχει προς την πλώρη κουνώντας την ουρά της – ξέρει καλά από λιμάνια το σκυλάκι μας. Μαζεύουμε τα πανιά και φέρνουμε έξω τα μπαλόνια. Η καρδιά μου χτυπάει δυνατά!
Η πρόσβαση στη μαρίνα γίνεται μέσα από ένα στενό κανάλι και το άνοιγμά του ορίζεται από δύο πλωτά φανάρια- κόκκινο και πράσινο- τοποθετημένα όμως ανάποδα από ότι έχουμε συνηθίσει: το κόκκινο φανάρι δεξιά! Στο μυαλό μου επιστρέφουν οι εικόνες από την χτεσινή μας άφιξη. Μπαίνουμε στο κανάλι, ανάμεσα στις σημαδούρες που ορίζουν την δίοδο, μια και τα νερά στις άκρες είναι ρηχά. Στην αριστερή πλευρά του καναλιού, ανάμεσα σε φοίνικες, αμυγδαλιές και bamboo βλέπουμει το Gros Islet – Μεγάλο Χωριό – με τις φτωχικές ξύλινες παράγκες του. Στην άκρη του νερού, πάνω σε μια ξεχαρβαλωμένη προβλήτα, δίπλα σε μια στοίβα από παλιά λάστιχα αυτοκινήτων και σιδερικά, μια παρέα σκουρόχρωμοι νέοι άντρες δυνατά μουσική ραπ, κάπνιζουν μαριχουάνα και κοιτούν με μάτια φλογισμένα τις μακρόστενες βάρκες με τα ξεφτισμένα χρώματα που λικνίζονταν στα σκοτεινά νερά. Απέναντί τους, στη δεξιά όχθη βρίσκεται ένα beach bar όμορφα στολισμένο με γαλάζια χριστουγεννιάτικα φωτάκια. Και παραδίπλα, η μια μετά την άλλη, βρίσκονται τρεις πολυτελείς βίλες, με φροντισμένους ολάνθιστους κήπους και πισίνες.
Το κανάλι τελειώνει και ανοίγεται μπροστά η τεράστια μαρίνα. Οι φαρδιές πλωτές της προβλήτες είναι σχεδόν γεμάτες με μεγάλα και μικρότερα σκάφη και στα περισσότερα ανεμίζει η σημαία του αγώνα.
Στο VHF ακούγεται η φωνή του Paul από το ARC :
“Welcome Filizi!! Good to see you! Proceed to pontoon D, please.”
Φτάνουμε στην θέση μας και δένουμε.
Ο Paul και ο Oscar, που φορούν πάντα τα κίτρινα μπλουζάκια της διοργάνωσης (the “yellowshirts”) μας βοηθούν. Μια ντόπια κοπέλα, κιτρινοντυμένη κι αυτή μας προσφέρει ένα καλάθι γεμάτο εξωτικά φρούτα και ένα μπουκάλι μαύρο ρούμι. Ο Paul μας καλοσωρίζει και μας προσφέρει ποτήρια με Rum Punch – το welcome drink. Τσουγκρίζουμε τα πλαστικά ποτήρια μας μέσα σε μια ατμόσφαιρα ενθουσιασμού! Η Περκάν περπατάει μουδιασμένη στην πλωτή, κουνιστή προβλήτα και ο Γιώργος λέει.
“Παιδιά ετοιμαστείτε για έξοδο. Εγώ και το σκυλάκι πάμε μια μικρή βόλτα και επιστρέφουμε γρήγορα.”
Ετοιμαζόμαστε και πριν περάσουν πέντε λεπτά ο Γιώργος και η Περκάν γυρνούν.
“Είμαι σοκαρισμένος!” λέει χαιδεύοντας την μικρή. “Μας σταμάτησε ένα τύπος με στολή και ρώτησε άν το σκυλί έχει άδεια από τον αρμόδιο κτηνίατρο της Saint Lucia. Του απάντησα οτι τον περιμένουμε αύριο και εκείνος δήλωσε με πολύ αυστηρό ύφος:
-“The dog should stay on the boat. Otherwise we will have to terminate her!”
Με μισή καρδιά ανεβάσαμε την Περκάν στο Φιλίζι. Χρειάστηκε να κατέβουμε κάτω για να την κοροιδέψουμε και να μπει και αυτή. Ανεβαίνουμε τα σκαλιά και βγαίνουμε αφήνοντάς την μέσα. Τα ματάκια της μας κοιτάζουν όλο παράπονο.
“Σε λίγο θα γυρίσουμε Πέρκανι!” της λέω μα αισθάνομαι χάλια.
Κλειδώνω την πόρτα. Θα κοιμηθεί και θα ξεκουραστεί, σκέφτομαι και πηδάω στην προβλήτα. Ο Γιάννης και ο Γιώργος δεν κρατιούνται!
-“Πάμε για sundowners! Περιμένω αυτό το ρούμι τόοοσες μέρες ! λέει ο Γιάννης και γελάμε όλοι.
0 Comments