Μαρτινίκ, 20 Φεβρουαρίου 2016
Βρισκόμαστε στο Marin της Μαρτινίκ, στην Καραιβική. Το Φιλίζι είναι στην άγκυρα έξω από την μαρίνα. Ο Γιώργος κι εγώ έχουμε βγεί με το βαρκάκι για δουλειές. Μαζί με τον Gaeton τον rigger περπατάμε προς το Caraibe Marine, ένα μαγαζί με ναυτιλιακά, ψάχνοντας για κάποιο ανταλλακτικό. Η μέρα είναι συννεφιασμένη, κάνει πολλή ζέστη ενώ κάπου – κάπου ρίχνει και μια ολιγόλεπτη μπόρα. Προχωράμε λοιπόν κουβεντιάζοντας για την επισκευή μας όταν ξαφνικά, ο Gaeton ζητάει συγνώμη και τρέχει να προφτάσει μια γυναίκα. Η γυναίκα είναι λεπτή και μικροκαμωμένη. Φοράει βερμούδα, τζάκετ με την κουκούλα φορεμένη στο κεφάλι της και φυσικά απορώ με το ντύσιμό της με τόση ζέστη.
Όταν ο Gaeton επιστρέφει, των ρωτώ ποια είναι – είναι έφηβη ή μεγάλη γυναίκα, πραγματικά δεν μπορούσα να ξεχωρίσω.
-«Πρόκειται για μια εξαιρετική περίπτωση» απαντά εκείνος. «Η Birgitt έφτασε μόλις χτες στην Μαρτινίκ κάνοντας το πέρασμα του Ατλαντικού ολομόναχη, με ένα σκάφος μόλις 21 πόδια. Και είναι 71 χρονών!»
Ακούω τα λόγια του και ενθουσιάζομαι.
-«Πρέπει οπωσδήποτε να την γνωρίσουμε. Προχωρήστε και έρχομαι» λέω και τρέχω να την προφτάσω.
Την πλησιάζω και της λέω καλημέρα. Εκείνη με κοιτά και γελά:
-“Εσύ? Σε είδα χτες το απόγευμα στον ντόκο, με την φούξια μπλούζα σου και το φούξια καροτσάκι της λαικής και σκέφτηκα πως είσαι αδερφή ψυχή. Και το σκάφος μου φούξια το έχω βάψει. Το ήξερα πως θα γνωριστούμε.»
Ξαφνιάζομαι με την ζεστασιά στο βλέμμα της. Της συστήνομαι, εξηγώ οτι είμαστε ιστιοπλόοι, πως έχουμε κάνει το πέρασμα ως εδώ στην Καραιβική από την Ελλάδα και την ρωτάω άν θα ‘θελε να βρεθούμε και να τα πούμε. Εκείνη δέχεται με χαρά, μου λέει που ακριβώς είναι δεμένο το μικρούλι ιστιοπλοικό της, που το λέει POCOLOCO και δίνουμε ραντεβού.
Την επομένη, πήγαμε να την βρούμε και πράγματι: είναι τυρκουάζ και φούξια!
Καθόμαστε για μπύρες στο Coco-a-Rum. Η Birgitt είναι γεννημένη στην Γερμανία, αλλά όπως λέει, δεν νιώθει Γερμανίδα μα Ευρωπαία. Το σκάφος της είναι ένα Muscadet 21,26’ (6,48 μ.) κατασκευασμένο στην Γαλλία την δεκαετία του ‘70.
–«Είναι ένα μικρό ιστιοπλοικό με μεγάλες επιδόσεις.» εξηγεί.
Εμείς την βομβαρδίζουμε με ερωτήσεις για να μάθουμε την ιστορία της.
-«Μπήκα πρώτη φορά σε ιστιοπλοικό όταν ήμουν 45 χρονών και αμέσως το λάτρεψα. Εκείνη την εποχή, ήμουν πια χωρισμένη, τα παιδιά μου (σ.σ. έχει έναν γιο και μια κόρη) σπούδαζαν και δεν είχα υποχρεώσεις. Μέχρι τότε πίστευα πως η ιστιοπλοία είναι ένα σπορ που αφορά μόνο τους πλούσιους και εγώ χρήματα πολλά δεν είχα. Για να μάθω έπρεπε να εργαστώ σε σκάφος και αυτό ακριβώς έκανα. Μετά από πέντε χρόνια δουλειάς είχα πια μάθει να κάνω τα πάντα και μπορούσα να ταξιδέψω και μόνη. Κάποτε, βρέθηκα στον Παναμά, στο καρνάγιο του Shelter Bay Marina. Εκεί, παρατημένο και σε κακή κατάσταση, ήταν ένα μικρό σκάφος, 6 μ μήκος και για μένα ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά. Στην αρχή, ούτε που τολμούσα να σκεφτώ πως θα μπορούσα να το αγοράσω. Δούλεψα για δύο χρόνια, μαζεύοντας χρήματα και το μικρό σκαφάκι παρατημένο με περίμενε. Και τελικά κατάφερα και το πήρα. Ήταν πρώτο μου σκάφος. Το επισκεύασα με σκληρή προσωπική δουλειά. Και επειδή ήμουν η μόνη γυναίκα που έμενε και δούλευε το σκάφος της στο καρνάγιο, ήταν αρκετοί εκείνοι που μου πρότειναν να παρατήσω το σαραβαλάκι μου και να ταξιδέψω μαζί τους στα άνετα ιστιοπλοικά τους. Εγώ πάλι ήθελα να είμαι καπετάνισσα.
Μετά από δυο χρόνια, ήμουν έτοιμη να ανοίξω πανιά. Ταξίδεψα ως την Ευρώπη και πίσω, κι από τον Παναμά ως την Γη του Πυρός. Δύσκολες οι θάλασσες στα νότια. Ημουν μαζί με έναν καλό μου φίλο, εκεί και συναντήσαμε τόσο άσχημο καιρό που κοντέψαμε να βουλιάξουμε. Μα σωθήκαμε τελικά.»
Ο Γιώργος την ρωτάει πώς ήταν το πέρασμα του Ατλαντικού.
-«Υπέροχο, ήταν, όπως πάντα,» απαντά. «Δυστυχώς, μετά το Cavo Verde κόλλησε το furling της τζένοας στο 1/3 και από εκεί και μετά ταξίδευα σαν να είχα φλόκο θυέλλης. Ας είναι όμως, πήγαινα αργά απολαμβάνοντας το ταξίδι. Ξέρεται, το Pocoloco είναι τόσο χαμηλό που, με το ένα χέρι κρατώ την λαγουδέρα και με το άλλο ακουμπάω την θάλασσα. Δεν ήταν η πρώτη φορά που διασχίζω τον Ατλαντικό άλλωστε, ήταν η έβδομη. Τώρα, περιμένω τον Gaeton να κάνει την επισκευή για να φύγω.»
Ακούω τα λόγια της και νιώθω τεράστιο θαυμασμό. Την ρωτώ πώς κοιμάται όταν ταξιδεύει μόνη.
-«Χρησιμοποιώ το ρολογάκι του αυγού», λέει γελώντας, «Το γυρνάω, κλείνω τα μάτια για 10 λεπτά, χτυπάει, ελέγχω τα πανιά και το ξαναγυρνάω.»
Το κάνει να ακούγεται τόσο απλό! Έλα όμως που δεν είναι…
Κοιτάζω το γελαστό πρόσωπό της και τα πληγιασμένα, ξεφλουδισμένα της χείλη. Εκείνη, σαν να διάβασε το βλέμμα μου, συνεχίζει.
-«Πριν δυο μέρες, ενώ ήμουν γύρω στα 70 μίλια μακριά από την Μαρτινίκ, άκουσα μια σειρήνα κινδύνου και με την άκρη του ματιού μου είδα στο βάθος ένα κόκκινο ψαράδικο. Προσπάθησα να τους πλησιάσω μα τα κύματα ήταν τεράστια και τους έχασα. Πέρασα ολόκληρη την ημέρα να ψάχνω τον ορίζοντα για να τους εντοπίσω και έπαθα έγκαυμα από τον ήλιο. Και καθυστέρησα την άφιξή μου στο Marin σχεδόν 24 ώρες» λέει απλά.
Ο θαυμασμός μας για αυτή την γυναίκα μεγαλώνει κουβέντα με κουβέντα. Κάνει τα δύσκολα να φαίνονται εύκολα και τα σπουδαία, αυτονόητα.
Ο Γιώργος την ρωτά τί αυτόματο πιλότο χρησιμοποιεί. Εκείνη γελάει ξανά, ανάβει το στριφτό τσιγάρο της και πίνει μια γουλιά μπύρα.
-«Ξέρεις, δεν έχω αυτόματο πιλότο. Χάλασε και δεν τον επισκεύασα ποτέ. Αλήθεια Γιώργο, μήπως έχεις χάρτη του Παναμά? Του Shelter Bay Marina συγκεκριμένα?» ρωτάει εκείνη εντελώς χαλαρά
-«Ναι, έχουμε χάρτες στο ipad. Μπορώ να σου στείλω με email. Εκεί πηγαίνεις?”
-«Ναι. Είναι φίλος μου ο ιδιοκτήτης της μαρίνας. Θα κάνω μια στάση και μετά θα συνεχίσω για Ταιτή. Πάω να συναντήσω το νέο μου εγγόνι, το δεύτερο!»
-«Μα πώς?» απορούμε και εκείνη εξηγεί:
-«Πριν από χρόνια, ο γιός μου αντιμετώπισε κάποιο πρόβλημα στο πανεπιστήμιο, απογοητεύτηκε, τα παράτησε και έπεσε σε μελαγχολία. Για να τον βοηθήσω, του πρότεινα να κάνουμε ένα μεγάλο ταξίδι. Περάσαμε με το σκάφος τον Ατλαντικό, διασχίσαμε την διώρυγα του Παναμά και φτάσαμε στην Moorea, το νησί της Γαλλικής Πολυνησίας, δίπλα στην Ταιτή (σ.σ. 4.470 ναυτικά μίλια από τον Παναμά!). Περιττό να σας πω οτι η ψυχολογία του ήταν πλέον πολύ ανεβασμένη και το νησί αυτό του ταίριαξε τόσο που αποφάσισε πως εκεί θέλει να ζήσει. Λίγο αργότερα γνώρισε την μέλλουσα γυναίκα του και τώρα έκαναν το δεύτερο παιδάκι τους” λέει και τα μάτια της λάμπουν.
-“Θα μείνεις πολύ καιρό στην Moorea?” την ρωτάω
-«Ναι, έτσι νομίζω. Δεν είναι και πολύ εύκολο να πηγαινοέρχομαι συχνά.»
-«Ισως σε προλάβουμε εκεί, τότε. Ετοιμαζόμαστε και εμείς για τον Ειρηνικό και υπολογίζουμε να φτάσουμε στην Ταιτή την άνοιξη του 2017» της λέει ο Γιώργος.
Εκείνη βγάζει ένα μπλοκ από το σακίδιό της και σχεδιάζει ένα χάρτη.
«Εδώ θα βρίσκομαι! Θα σας περιμένω με μεγάλη χαρά!»
σσ: Το κείμενο αυτό δημοσιεύθηκε στο περιοδικό του ΠΟΙΑΘ, Ιστιοπλοικός Κόσμος (τεύχος 127, Νοέμβριος- Δεκέμβριος 2016)
0 Comments