Δευτέρα 31/10/2016
23.00 -“Προτείνω να βάλουμε τα φυστίκια και το μέλι στην μαύρη βαλίτσα και τα φίλτρα και τα impeller στην κόκκινη, για να μοιραστεί το βάρος» λέει ο Γιώργος.
-«Εντάξει! Κάν’το και έλα να ζυγίσουμε.» απαντώ.
Νιώθω εντελώς εξαντλημένη. Η μέρα μου σήμερα ήταν γεμάτη άγχος, προέκυψαν απρόβλεπτα θέματα και πιέστηκα μα κατάφερα και τα ταχτοποίησα. Η πτήση μας φεύγει αύριο στις 6.30πμ και εμείς ακόμα φτιάχνουμε τις βαλίτσες μας. Έχω την αίσθηση οτι κάτι πολύ σημαντικό έχω ξεχάσει, ότι κάτι πολύ σημαντικό έμεινε ατελείωτο. Πόσο γρήγορα πέρασε ο καιρός στην Ελλάδα – σχεδόν πέντε μήνες. Πέντε γεμάτοι, ωραίοι μήνες.
Βοηθώ τον Γιώργο να κλείσει το φερμουάρ της βαλίτσας. Είμαστε φορτωμένοι στα όρια του επιτρεπτού: 23 κιλά οι δυο βαλίτσες που θα τσεκάρουμε, δυο βαλιτσάκια από 12 κιλά στο χέρι και 2 back-pack , όλα γεμάτα με πράγματα απαραίτητα η δυσεύρετα: διάφορα ανταλλακτικά για το Φιλίζι, ελληνικό καφέ, μέλι από την Χάλκη, φυστίκια από την Αίγινα, ελιές, σύκα, αμύγδαλα, λιαστές ντομάτες και ρίγανη απ’τα Χανιά, και μπόλικα φάρμακα. Χώρος για ρούχα δεν υπάρχει, μα δεν στεναχωριέμαι γι αυτό. Όταν ταξιδεύουμε με το Φιλίζι, μια βερμούδα, δυο μπλουζάκια και μερικά μαγιώ αρκούν.
Νιώθω πολύ έντονα σήμερα, η καρδιά μου φουσκώνει, φτερουγίζει δυνατά και σαν να πετάει να φεύγει απο το σώμα μου. Λίγο νωρίτερα αποχαιρέτησα την αγαπημένη μου Τάτυ, και τις βαφτιστήρες μου. Μίλησα στο τηλέφωνο με τους αγαπημένους μου. Δύσκολοι οι αποχαιρετισμοί, πολύ δύσκολοι.
Ο καλός μου κλείνει το φερμουάρ της μεγάλης βαλίτσας και την σέρνει ως την εξώπορτα, δίπλα στις υπόλοιπες αποσκευές.
-«Ετοιμοι! Μια χαρά, έχουμε τρεις ολόκληρες ώρες για ύπνο. Σαν διάλειμμα από βάρδια.»
Κοιτάζω το ρολόι: είναι σχεδόν μεσάνυχτα. Αυτό ήταν.
-«Αύριο βράδυ θα κοιμηθούμε στο Φιλιζάκι!» λέω στον Γιώργο και με πλημμυρίζει βαθιά χαρά.
Η Περκάν κατεβαίνει αργά τα σκαλιά από τον επάνω όροφο, στέκεται και μυρίζει τις βαλίτσες. Μετά έρχεται στο δωμάτιό μας. Πλησιάζει τον Γιώργο, τον μυρίζει, μετά κάνει το ίδιο και σ’ εμένα – γέρασε η καημένη και δεν εμπιστεύεται παρά μόνο την όσφρησή της. Με το κεφάλι χαμηλά, ξαναβγαίνει από το δωμάτιο και πηγαίνει να ξαπλώσει μπροστά από την εξώπορτα, σαν να λέει:
-«Για να βγείτε θα πρέπει να περάσετε πάνω απ’ το …σώμα μου.»
Κάθομαι δίπλα της στα σκαλιά και την χαιδεύω με γλυκόλογα, κι ας ξέρω οτι δεν ακούει τίποτα πια. Γυρνάει ανάσκελα να της χαιδέψω την κοιλίτσα, μου γλύφει το χέρι και με κοιτά στα μάτια . Έχει καταλάβει, το κοριτσάκι μου.
-«¨Ελα να κοιμηθείς. » λέει ο Γιώργος.
Ξαπλώνω και η ρυθμική ανάσα του με νανουρίζει. Αποκοιμήθηκε ο καπετάνιος μου. Όπως πάντα κάνει άψογη διαχείριση δυνάμεων.
01/11/2016
03.00 Το ξυπνητήρι χτυπά και σηκώνομαι νυσταγμένη. Τα φώτα στον πάνω όροφο είναι αναμένα. Η μάμι Μαίρη, επέμενε για να μας πάει με το αυτοκίνητο στην στάση του λεωφορείου Χ96 για αεροδρόμιο και έχει ξυπνήσει ήδη. Ανεβαίνω να φτιάξω καφέ και να καπνίσω το τελευταίο μου τσιγάρο – τελευταίο γιατί μόλις φτάσουμε στο Φιλίζι θα το (ξανα)κόψω. Κάπνισα δυο ολόκληρους μήνες. Αρκετά! Η μάμι Μαίρη είναι ντυμένη, έτοιμη. Ερχεται και κάθεται κοντά μου στο σαλόνι.
-«Το πακέτο θα το αφήσεις εδώ Καρινάκι μου, έτσι?» ρωτάει πιάνοντας τα καπνά μου.
-«Εννοείται, μάμι μου»
-«Ωραία! Να φορέσετε κάτι ζεστό από πάνω έχει παγωνιά τέτοια ώρα».
Η Περκάν έρχεται και στέκεται δίπλα της. Η μάμι Μαίρη την χαιδεύει τρυφερά στο κεφάλι
-«Κοριτσάκι μου, Περκανάκι μου οι δυο μας θα είμαστε, από εδώ και πέρα στο σπίτι.»
Τις κοιτάζω και προσπαθώ να συγκρατήσω την συγκίνησή μου.
-«Πάω να ετοιμαστώ»
Ανοίγουμε την πόρτα και βγάζουμε τις αποσκευές. Η Περκάν, πρώτη φορά σε τόσους μήνες, δεν μας ακολουθεί στο ασανσέρ. Κατάλαβε πως σε αυτό το ταξίδι δεν θα έρθει μαζί μας. Σοφό σκυλάκι.
-«Γεια σου Πέρκανε»
Σε λίγο βρισκόμαστε στην στάση και κατεβάζουμε τις αποσκευές απ’ το αυτοκίνητο. Αγκαλιαζόμαστε σφιχτά.
-«Καλό ταξίδι παιδιά μου. Να περάσετε υπέροχα! Να προσέχετε. Και να με πάρετε όταν φτάσετε στο Παρίσι»
Μπαίνει στο αμάξι και φεύγει. Για άλλη μια φορά σκέφτομαι οτι η μάμι Μαίρη είναι από τους ελάχιστους ανθρώπους που χαίρονται με την χαρά των άλλων.
03.45 Μένουμε μόνοι στην στάση. Είναι άδεια η παραλιακή αυτή την ώρα. Κάπου κάπου ένα αυτοκίνητο περνά με μεγάλη ταχύτητα. Σύντομα θα ξεχάσουμε εντελώς τις μεγάλες ταχύτητες, που με τρομάζουν πια, θα ξαναγυρίσουμε στην βραδύτητα της πλεύσης με τον άνεμο.
-«Σήκω Καρίνα! Ήρθε το Χ96»
Το ταξίδι ξεκινά. Η πτήση της Air France για Παρίσι φεύγει στις 6.30 και φτάνει στο αεροδρόμιο Charle de Gaulle στις 9.00 ώρα Γαλλίας. Μετά, αφού πάρουμε τις αποσκευές μας θα πάμε με το λεωφορείο της AF στο αεροδρόμιο ORLY απ’ όπου στις 12.15 φεύγει η πτήση για Martinique. Αν δεν υπάρχουν καθυστερήσεις, κατά τις 17.00 θα βρισκόμαστε το αεροδρόμιο Fort de France, στο Lamentin της Μαρτινίκ και εκεί θα μας περιμένουν οι έλληνες φίλοι μας Μαρία και Σταύρος, που πολύ τους έχουμε επιθυμίσει…
0 Comments